Τὸ ἁγίασμα τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου
Ὅταν ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, ὁ κτίτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἄρχιζε νὰ κτίζει τὸ Μοναστῆρι, ὕστερ᾿ ἀπὸ λίγους μῆνες ἄρχισαν νὰ λιγοστεύουν τ᾿ ἀπαραίτητα ἀγαθά, τὰ χρήματα, τρόφιμα καὶ λοιπὰ ὑλικά· δὲν εἶχε χρήματα νὰ πληρώσει τοὺς τεχνῖτες, τοὺς ἐργάτες, δὲν εἶχε τί νὰ τοὺς μαγειρέψει· τότε ἀπελπισμένος ἐγκατέλειψε τὸ ἔργο καί ’φευγε γιὰ τὶς Καρυές, τὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, γιὰ νὰ δεῖ τί μπορεῖ νὰ κάνει, νὰ συμβουλευθεῖ τὸν Πρῶτο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐὰν ἦταν πρέπον νὰ στείλει ἀνθρώπους πρὸς τὸν βασιλέα, ἢ ἄλλους ἄρχοντες, νὰ ζητήσει οἰκονομικὴ βοήθεια…
Μετὰ ἀπὸ δυὸ ὧρες πορεία, φανερώθηκε στὸν δρόμο του, μιὰ μεγαλόπρεπη γυναῖκα, ἡ ὁποία μὲ αὐστηρὸ ὕφος τὸν ρώτησε:
– Ἀββᾶ Ἀθανάσιε, ποῦ πηγαίνεις; Γιατί ἄφησες τὸ ἔργο ποὺ ἄρχισες; Γύρισε πίσω νὰ συνεχίσεις τὸ ἱερὸ καὶ θεάρεστο ἔργο σου!
Ὁ Ἀθανάσιος ἔμεινε ἐκστατικὸς ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση τῆς ὁλοφώτεινης αὐτῆς μορφῆς ποὺ εἶχε ἡ ξενικὴ αὐτὴ γυναῖκα, τὴν κύτταξε μὲ σεβασμὸ καὶ δέος καὶ μὲ τὴν σειρά του τὴν ρώτησε:
– Ποιά εἶσαι σύ, Κυρία μου, ποῦ μὲ γνωρίζεις; Πῶς ξέρεις τὸ ὄνομά μου καὶ μὲ διατάζεις νὰ γυρίσω πίσω; Καὶ μὲ τί καὶ πῶς θὰ συνεχίσω τὸ ἔργο τῆς Μονῆς, ποὺ σώθηκαν ὅλα τ’ ἀπαραίτητα πρὸς τοῦτο ὑλικά;
Τότε ἡ φαινομένη ἐκείνη γυναῖκα τοῦ εἶπε, πὼς εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ πὼς πρέπει νὰ γυρίσει πίσω γιὰ νὰ τελειώσει τὸ ἔργο ποὺ ἄρχισε.
Θὰ βρεῖ δὲ ὅλες τὶς ἀποθῆκες γεμᾶτες, τὰ ταμεῖα μὲ χρήματα καὶ ὅ,τι ἄλλο χρειασθεῖ γιὰ νὰ τελειώσει ἡ οἰκοδομὴ τοῦ Μοναστηριοῦ!
Ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ πὼς ὅλα αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶπε εἶναι ἀληθινά, ζήτησε σημεῖο.
– Συγχώρησέ με, Δέσποινα, διότι δὲν πιστεύω, ἐὰν δὲν δῶ κάποιο σημεῖο· ἐπειδή, πολλὲς εἶναι οἱ παγίδες τοῦ δαίμονος.
Τότε ἡ Κυρία Θεοτόκος, εἶπε στὸν ὅσιο Ἀθανάσιο, νὰ κτυπήσει «εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος» σταυροειδῶς μὲ τὸ ραβδί του στὴν πέτρα ποὺ ἦταν μπροστά τους, τὴν ὁποία ὅταν κτύπησε, βγῆκε ἄφθονο νερό, πολὺ γευστικὸ καὶ θεραπευτικὸ πολλῶν ἀσθενειῶν!
Τὸ ὡραιότατο αὐτὸ νερὸ μέχρι καὶ σήμερα λέγεται «ἁγίασμα τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου», κι ὁ κόσμος ποὺ περνάει πίνει κ᾿ αἰσθάνεται γεύση ξενικὴ καὶ ὑπέροχη.
Ὁ δὲ ἅγιος Ἀθανάσιος, πείστηκε στὰ λόγια τῆς Θεομήτορος, κι ἀφοῦ ἔπεσε κατὰ γῆς, Τὴν προσκύνησε αἰτώντας συγχώρηση. Κατόπιν γύρισε πίσω καὶ βρῆκε, ὅπως τοῦ εἶπε ἡ Παναγία, ὅλες τὶς ἀποθῆκες καὶ τὰ ταμεῖα γεμᾶτα ἀπ᾿ ὅλα τ᾿ ἀπαραίτητα· καὶ μέχρι ποὺ τελείωσε ὁλόκληρο τὸ ἔργο δὲν ἔλειψε τίποτε, κατὰ τὴν ἀψευδῆ ὑπόσχεση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας!
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ», Γ΄ ἔκδοση, βελτιωμένη & ἐπηυξημένη.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου