Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

Οι Άγιοι, η Αιωνιότητα και ο χρόνος

 

 Κ.Σ.

χρόνος. αρχ., αβεβ. ετύμου. Η λέξη διακρινόταν από τα αρχ. συνώνυμα καιρός, το οποίο δήλωνε τμήμα χρόνου με συγκεκριμένα όρια, και αιών το οποίο σήμαινε κυρίως ''μακρά διάρκεια, αιωνιότητα''. Η λ. δήλωνε εξ αρχής τόσο τη βασική σημ. της συνέχειας και διάρκειας όσο και μέρη της, που μπορούν να μετρηθούν και να ταξινομηθούν. Η  λ. χρόνος την ελληνιστ. εποχή απέκτησε την επιπρόσθετη σημ. ''έτος'', όπως σήμερα (Πηγή: Ετυμολογικό λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας Γ. Μπαμπινιώτη). 

Τί είναι ο χρόνος! τι είναι αυτή η λέξη της ελληνικής γλώσσας, που ακόμα και η ετυμολογία της είναι αβέβαιη, αλλά συνηθίζουμε να την χρησιμοποιούμε είτε επικριτικά  όπως π.χ. είναι εκτός τόπου και χρόνου είτε για να εκφράσουμε ο ένας στον άλλον ευχές, τυπικές ή εγκάρδιες, όπως χρόνια πολλά, καλή χρονιά, ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος. 

Τί είναι η Αιωνιότητα! Όσοι από εμάς έχουμε λάβει το μυστήριο του Βαπτίσματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας το έχουμε πληροφορηθεί... και μένει να αγωνιστούμε να το γνωρίσουμε και να το πιστέψουμε.

Ο χρόνος, όμως, τί είναι ο χρόνος!! αυτό είναι το ερώτημα.

 

(αγ. Αυγουστίνος, Επίσκοπος Ιππώνος, 354-430)

Η αιωνιότητα του Θεού είναι άχρονος! Ποιός θα συγκρατήσει την καρδιά μου, ποιός θα την καθηλώσει, για να σταματήσει για λίγο, και για λίγο να αντιληφθεί την λάμψη της αμετάβλητης αιωνιότητάς Σου, για να την συγκρίνει με τον χρόνο, που ουδέποτε αναχαιτίζεται και να δει, ότι είναι αδύνατον να συγκριθεί με αυτόν, καθώς και το ότι ο χρόνος δεν μπορεί να είναι μακρύς, παρά μόνον με την διαδοχή πολλών κινήσεων, που δεν μπορούν να συνυπάρξουν· ότι στην αιωνιότητα ουδέν παρέρχεται, αλλά τα πάντα είναι παρόντα· ότι ο χρόνος δεν δύναται να είναι πάντοτε παρών, ότι το παρελθόν προωθείται από το μέλλον· ότι το μέλλον γεννάται από το παρελθόν και τέλος ότι το παρελθόν και το μέλλον συγκροτούνται και απορρέουν από εκείνο που είναι παρόν πάντοτε. Ποιός θα συγκρατήσει την καρδιά του, ώστε να σταματήσει και να δει τον τρόπο, που με αυτόν η ακίνητη αρχή ρυθμίζει το μέλλον και το παρελθόν, χωρίς η αιωνιότητα να είναι ποτέ παρελθούσα ή μέλλουσα? Μήπως έχει το χέρι μου την δύναμη να επιτελέσει τέτοιο θαύμα ή, ένα όχι το χέρι μου, η φωνή μου?

Πριν από τον χρόνο που δημιούργησε ο Θεός δεν υπήρξε κανένας χρόνος! Εάν κάποιος ελαφρόμυαλος, που έχει πλανηθεί από τις εικόνες εκείνων των χρόνων που διέρρευσαν προ της γενέσεως, εκπλαγεί για το ότι Εσύ, Θεός παντοδύναμος, πλάστης και συντηρητής των πάντων, δημιουργός του ουρανού και της γης, δεν εξετέλεσες κατά την διάρκεια απείρων αιώνων, ένα έργο τόσο μεγαλειώδες, ας αφυπνισθεί και ας σωφρονισθεί, γιατί η έκπληξή του οφείλεται στην δική του παράκρουση.

Γιατί πώς θα ήταν δυνατόν να παρέλθουν άπειροι αιώνες, τους οποίους δεν είχες δημιουργήσει Εσύ, αφού Εσύ είσαι ο πλάστης και ο δημιουργός όλων των αιώνων? Πώς οι χρόνοι θα ήταν δυνατόν να υπάρξουν, εάν δεν τους είχες δημιουργήσει Εσύ? Και πως θα παρήρχοντο, εάν ουδέποτε υπήρξαν?

Αφού λοιπόν Εσύ είσαι ο δημιουργός όλων των αιώνων, και αν υπήρξε χρόνος προτού δημιουργήσεις τον ουρανό και τη γη, γιατί λένε ότι βρισκόσουν σε αδράνεια? Έπλασες αυτόν τον ίδιο χρόνο, ούτε θα ήταν δυνατόν οι χρόνοι να παρέρχονται, πριν ακόμη Εσύ δημιουργήσεις τον χρόνο. Αλλά εάν δεν υπήρχε κανένας χρόνος, προτού πλάσεις τον ουρανό και τη γη, γιατί ρωτούν τι έκανες τότε? Διότι χρόνου μη υπάρχοντος, δεν υπήρχε το ''τότε''. 

Διότι  Εσύ δεν προηγείσαι του χρόνου εν τω χρόνω, αλλά προηγείσαι όλων των χρόνων που διέρρευσαν από τα ύψη της πάντοτε παρούσας αιωνιότητας Σου και υπερπηδάς όλους τους μέλλοντες, γιατί είναι μέλλοντες και θα είναι παρόντες, όταν έρθουν. ''Σύ δε ο αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσιν''. Τα έτη Σου ούτε παρέρχονται ούτε έρχονται, παρέρχονται και έρχονται τα δικά μας, για να ολοκληρωθούν. Τα έτη Σου παραμένουν πάντοτε τα ίδια, και αφού παραμένουν δεν εκτοπίζονται τα ερχόμενα από τα παρερχόμενα, γιατί δεν διαρρέουν. Αλλά τα δικά μας θα υπάρξουν, όταν πλέον δεν θα υπάρχουν. ''Τα έτη Σου μία ημέρα'', και η ημέρα Σου όχι κάθε ημέρα αλλά μόνον το σήμερα, διότι η σημερινή ημέρα Σου δεν υποχωρεί στη χθεσινή. Η ημέρα Σου είναι η αιωνιότητά Σου και εκείνο που συνδημιούργησες είναι συναιώνιο Σου, διότι είπες προς αυτό ''εγώ σήμερον γεγένηκά Σε''. Εσύ εποίησες όλους τους αιώνες και υπάρχεις προ πάντων των αιώνων, ούτε υπήρξε ένας χρόνος οποιοσδήποτε, προτού υπάρξει ο (πραγματικός) χρόνος. 


Περί των τριών διακρίσεων του χρόνου! Δεν υπήρξε λοιπόν κανένας χρόνος, κατά τον οποίον  δεν έπραξες τίποτε, αφού Εσύ δημιούργησες αυτόν τον ίδιο τον χρόνο, και δεν υπάρχουν χρόνοι, που να έχουν μαζί Σου την ίδια αιωνιότητα, αφού Εσύ παραμένεις αμετάβλητος, ενώ, εκείνοι, αν παρέμεναν αμετάβλητοι δεν θα ήσαν χρόνοι.

Τί είναι λοιπόν ο χρόνος: Ποιός θα ήταν ικανός να τον ερμηνεύσει με ευκολία και με συντομία?

Ποιός θα μπορούσε να εννοήσει το ζήτημα αυτό αρκετά, ώστε να το διατυπώσει με λέξεις? Και όμως, όταν μιλάμε, τί πράγμα αναφέρουμε γνωστότερο και περισσότερο οικείο από τον χρόνο? Και τον εννοούμε αναμφίβολα, όταν μιλάμε περί αυτού ή όταν ακούμε να μιλούν περί αυτού άλλοι.

Τι είναι λοιπόν ο χρόνος? Και εάν ερωτήσει κάποιος θα του πω ότι τον γνωρίζω, αλλά αν θελήσω να τον ερμηνεύσω στον ερωτώντα τον αγνοώ. Εν τούτοις ισχυρίζομαι ότι, εάν δεν παρήρχετο τίποτε, δεν θα υπήρχε χρόνος παρελθών και ότι εάν δεν επήρχετο τίποτε, δεν θα υπήρχε μέλλων χρόνος και, τέλος, ότι εάν δεν υπήρχε τίποτε, δεν θα υφίστατο χρόνος παρών.

Κατά ποιον λοιπόν τρόπο υπάρχουν οι δύο εκείνοι χρόνοι, το παρελθόν δηλαδή και το μέλλον, αφού ήδη το παρελθόν δεν υφίσταται και το μέλλον δεν υπάρχει ακόμη? Εάν όμως το παρόν ήταν πάντοτε παρόν και δεν άλλαζε σε παρελθόν, δεν θα υπήρχε χρόνος, αλλά αιωνιότητα. Εάν λοιπόν το παρόν δεν είναι χρόνος, παρά μόνον μετακινείται στο παρελθόν, πώς μπορούμε να πούμε, ότι υπάρχει ο χρόνος εκείνος, για τον οποίο λέγαμε, ότι υφίσταται μόνον για το ότι θα πάψει να υπάρχει, δεδομένου του ότι δεν μπορούμε να τον καλέσουμε χρόνο πραγματικό παρά μόνο για το ότι τείνει διαρκώς προς το να μην υπάρχει. 

Ω Θεέ μου, ω φως μου, η αλήθειά Σου δεν θα εμπαίξει στο σημείο αυτό τους ανθρώπους? Γιατί ο παρελθών εκείνος χρόνος, που ονομάζουμε μακρύ, πότε υπήρξε μακρύς? Όταν ήταν παρελθών ή όταν ακόμη ήταν παρών?

(Αποσπάσματα από το βιβλίο Αι εξομολογήσεις, αγ. Αυγουστίνου, εκδ.1958-μεταφρασ. εισαγ. σημ. Ανδρέου Δαλέζιου· σ.σ. το πρωτότυπο κείμενο είναι στην καθαρεύουσα).    

 

   ( αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς, 1880-1956)

Τί είναι όλος ο ανθρώπινος χρόνος παρά ένα κύμα μονάχα που βρέχει την καυτή άμμο στην ακρολιμνιά και έπειτα μετανιώνει, γιατί άφησε πίσω του τη λίμνη και στέγνωσε. ...

Υπάρχουν άραγε ημέρες πίσω από την πλάτη σου, άνθρωπε, που θα ήθελες να γυρίσουν πάλι?... Και οι ημέρες σου όλες, φωτισμένες από την επιπολαιότητά σου, με καθρέπτες έμοιαζαν. Βαδίζοντας όμως από τη μια μέρα στην άλλη, οι ψεύτικοι καθρέπτες έσπαζαν σαν λεπτός πάγος και συ τσαλαβουτούσες μέσα στην υγρασία και στις λάσπες...

Μπορεί άραγε η ημέρα, που η ανατολή και το βασίλεμά της είναι πύλες, να είναι ημέρα?

Κύριε Φωτοφόρε, μίαν ημέρα μοναχά λαχταρά η ψυχή μου, η σκοτισμένη από τις αυταπάτες: την ημέρα που δεν έχει πύλες· αυτήν που χάνοντάς την βυθίστηκε στην εναλλαγή των σκιών. Την δική Σου ημέρα λαχταρώ! Αυτήν που ονόμαζα ημέρα μου, όταν ήμουν ένα με Εσένα. ...

Σβήσε, Κύριε, όλες τις μνήμες μου-εκτός από μία...Γιατί οι μνήμες με γερνούν και με αποδυναμώνουν. Οι μνήμες μου καταστρέφουν τη σημερινή ημέρα. Αυτές συνθλίβουν το σήμερα με το παρελθόν και την ελπίδα μου για το αύριο την αποδυναμώνουν, γιατί λεγεώνες μου ψιθυρίζουν στο αυτί: Θα είναι μόνον εκείνο που ήταν...

Δεν θέλω, όμως, να είναι μόνον εκείνο που ήταν! Δεν το θέλω εγώ και δεν το θέλεις και Εσύ, Κύριε, να είναι το μέλλον ένα παρελθόν επαναλαμβανόμενον. Ας είναι αυτό που δεν ήταν, αυτό που ποτέ δεν εμφανίστηκε....

Τα πατημένα μονοπάτια παραπλανούν τον οδοιπόρο. Καιρόν πολύ το χώμα περπάτησε στο χώμα. Οι οδοιπόροι της γης έγιναν βαρετοί, γιατί επαναλαμβάνονται από γενιά σε γενιά μέσα στους χρόνους. Σβήσε, Κύριε, όλες τις μνήμες μου· όλες, εκτός από μία.

Τη μία και μοναδική μόνον μη σβήσεις...Μην σβήσεις, αλλά ενδυνάμωσε στη συνείδησή μου την μνήμη της δόξας εκείνης που είχα, όταν ήμουν όλος μαζί Σου και όλος μέσα Σου, πριν απ΄ τον χρόνο και τις χρονικές αυταπάτες.

Όταν ήμουν και εγώ αρμονικά τριαδικός μέσα στην ιερή ενότητα, όπως ακριβώς είσαι Εσύ από αιωνιότητα σε αιωνιότητα.

(Αποσπάσματα από το βιβλίο Προσευχές στην λίμνη, αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, εκδ. Ορμύλια, 2021).

 

(αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς 1894-1979)

Ο χρόνος και η αιωνιότητα ! Δεμένος στο ζυγό του χρόνου και του χώρου, ο άνθρωπος σύρει την οικουμένη. Πού? Σε ποιους βαραθρώδεις  βράχους θα την οδηγήσει, σε ποια παγερά ύψη πέραν του χρόνου και του χώρου? Όλοι οι άνθρωποι, όλες οι φυλές, όλοι οι λαοί, όλες οι γενεές, είναι, εξ ίσου, δεμένοι στον ίδιο διπλό ζυγό. Και νυχθημερόν τον σύρουν βαρύ, ωθούμενοι από κάποια ακατανίκητη δύναμη. Σύρουν και σκοντάφτουν, και πάλι σύρουν και πάλι σκοντάφτουν, πέφτουν και χάνονται. Προς τί? Ποιός τους δένει στο ζυγό και ποτέ δεν τους λύνει από τον ζυγό? Ω, ο χρόνος! Πείτε μου το μυστικό του χρόνου... Ο χρόνος: Πικρό φορτίο. Και ο χώρος?  Θλιμμένος δίδυμος αδελφός του χρόνου.

Δεν υπάρχει τίποτε πιο τραγικό και πιο θλιβερό από το ανθρώπινο γένος, δεμένο στο βαρύ ζυγό του χρόνου και του χώρου. Σύρει τον χρόνο χωρίς να γνωρίζει ούτε την φύση, ούτε το νόημα, ούτε τον σκοπό του. Σύρει και τον χώρο, αλλά ούτε αυτού γνωρίζει την φύση, το νόημα, τον σκοπό. Το άσκοπο λοιπόν στην αιχμαλωσία του παραλόγου! Συναγωνίζεται το άσκοπο με το παράλογο, τον αγώνα όμως κερδίζει πάντοτε το τραγικό.

Το να υπάρχει και να ζει κανείς σε τέτοιον κόσμο, δεν αποτελεί προνόμιο. Δεν είναι έτσι? Αλλά κατά κάποια ακατανόητη αναγκαιότητα μόλις εξέρχεσαι εκ του μη όντος στο είναι, αμέσως βρίσκεσαι δεμένος στον πικρό ζυγό του χρόνου και του χώρου. Η επίγεια ζωή του ανθρώπου δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία αδιάκοπη πάλη του με τον θάνατο, με τους προδρόμους του, με τους συνοδούς του και τα στρατεύματά του. Εδώ ποτέ δεν υπάρχει ανακωχή και πολύ περισσότερο ειρήνη. Ο θάνατος επιτίθεται συνεχώς κατά του ανθρώπου, και έξωθεν και έσωθεν. Πώς? Με ποιό τρόπο? Από έξω με τους πειρασμούς, από μέσα με τις ορατές και αόρατες ασθένειες. Και όλα αυτά, οι πειρασμοί, οι αμαρτίες, οι ασθένειες δεν είναι τίποτε άλλο, παρά οι οδόντες του θανάτου, που συνεχώς κατατρώνε τον άνθρωπο, και από έξω και από μέσα. Το πιο φοβερό δε είναι ότι του κατατρώνε όχι μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχή και την διάνοια και την συνείδηση.

Όταν από τον χρόνο αφαιρεθεί η αμαρτία και ο θάνατος, τότε ο χρόνος γίνεται ένα θαυμάσιο προοίμιο στην θεία αιωνιότητα, μία έξοχη εισαγωγή στην θεανθρωπότητα, σύμφωνα με τον παναληθινό λόγο του Αιωνίου, του Θεανθρώπου: ''Ο πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον'' (Ιωαν. 6,47). Η πικρία του χρόνου προέρχεται από τον θάνατο και την αμαρτία· και γίνεται γλυκός ο χρόνος με την αθανασία και την αναμαρτησία. Χωρίς τον Χριστό, τον μόνον Παντοδύναμο, ο χρόνος είναι ένα βαρύ φορτίο. Μαζί Του γίνεται ελαφρύ. 

Για τον σκεπτόμενο άνθρωπο, και ο χρόνος και ο χώρος είναι τέρατα, αν δεν αποκτήσουν νόημα με την αιωνιότητα, δηλαδή με την θεανθρωπότητα. Διότι εμείς δεν γνωρίζουμε την αιωνιότητα παρά μέσα στο γεγονός μέσα στην πραγματικότητα της θεανθρωπότητας του Χριστού. Ολόκληρη η αιωνιότητα ενωμένη με τον χρόνο στάθηκε για πρώτη φορά ενώπιον της ανθρώπινης συνειδήσεως εν τω Προσώπω του Θεανθρώπου Χριστού. Ο Θεός είναι ο κάτοχος και ο φορέας της αιωνιότητας, ο άνθρωπος εκπρόσωπος του χρόνου, ενώ ο Θεάνθρωπος είναι η υψίστη, η πληρέστατη και τελειότατη σύνθεση της αιωνιότητας και του χρόνου. Ο χρόνος αποκτά το πραγματικό του νόημα στην ένωση με την αιωνιότητα μέσα στην θεανθρώπινη ζωή του Κυρίου Ιησού. Στην ουσία του ο χρόνος είναι έλλογος (logosno) και γι' αυτό αποτελεί την εισαγωγή στην αιωνιότητα του Λόγου δια της θεανθρωπότητας. Ο σαρκωθείς Θεός Λόγος απέδειξε με βεβαιότητα ότι ο χρόνος είναι προετοιμασία για την αιωνιότητα. Εκείνος που θα εισέλθει στον χρόνο, εισέρχεται ταυτοχρόνως στον προθάλαμο της αιωνιότητας. Αυτός είναι ο νόμος της υπάρξεώς μας.

( Αποσπάσματα από το κεφάλαιο ''Μεταξύ δύο φιλοσοφιών'' από το βιβλίο ''άνθρωπος και Θεάνθρωπος Μελετήματα Ορθοδόξου Θεολογίας'', Αρχιμ., νυν αγ., Ιουστίνου Πόποβιτς, εκδ. ''ΑΣΤΗΡ'', 1974· σ.σ. το πρωτότυπο κείμενο είναι στην καθαρεύουσα). 

  (αγ. Σωφρόνιος ο Αθωνίτης 1896-1993)

Αισθανόμουν ακινητοποιημένος ανάμεσα στην πρόσκαιρη μορφή υπάρξεως και στην αιωνιότητα. Εκείνο τον καιρό, η τελευταία στεκόταν μπροστά μου με την ''αρνητική'' της μορφή: ο θάνατος κάλυπτε το παν.

Είναι αδύνατον να διηγηθώ εδώ όλες τις μορφές με τις οποίες η εξαφάνιση κάθε ζωής, όπως εγώ την έβλεπα, εμφανιζόταν στο πνεύμα μου. Θυμάμαι καθαρά ένα από τα πιο χαρακτηριστικά επεισόδια των ημερών εκείνων: Διάβαζα καθισμένος στο γραφείο μου ακουμπώντας το κεφάλι μου στο χέρι, και ξαφνικά αισθάνθηκα να κρατώ το κρανίο μου και να το παρατηρώ νοερά από έξω. Από φυσική άποψη ήμουν ακόμη νέος, και γενικά υγιής. Χωρίς να καταλαβαίνω τι μου συνέβαινε, προσπαθούσα να απαλλαγώ από κάθε ερέθισμα που σταματούσε την ειρηνική πορεία της εργασίας μου. Ήρεμα είπα στον εαυτό μου: '' 'Εχω μπροστά μου ολόκληρη ζωή· ίσως σαράντα και περισσότερα χρόνια γεμάτα δραστηριότητα...''.Και τι συνέβη? Ξαφνικά ήρθε μία απάντηση που δεν την επινόησα:'' Και αν ακόμη ζήσεις και χίλια χρόνια...έπειτα τί? Και τα χίλια χρόνια έπαιρναν τέλος στη συνείδησή μου, πριν ακόμη ο λογισμός πάρει μορφή. 

Καθετί το φθαρτό εμφανιζόταν σαν να μην έχει για εμένα αξία. Όταν κοίταζα τους ανθρώπους, πριν ακόμη σκεφθώ κάτι γι' αυτούς, τους έβλεπα υπό το κράτος του θανάτου, να πεθαίνουν, και η καρδία μου γέμιζε συμπόνια γι' αυτούς. Δεν επιθυμούσα ούτε δόξα από τους ''θνητούς'' ούτε εξουσία επάνω τους· δεν περίμενα την αγάπη τους. Περιφρονούσα τον υλικό πλούτο και δεν εκτιμούσα ιδιαίτερα τη διανόηση, επειδή ήταν ανίκανη να δώσει απάντηση στην αναζήτησή μου. Αν μου πρότειναν αιώνες ευτυχισμένης ζωής, δεν θα τους δεχόμουν. Το πνεύμα μου απαιτούσε αιώνια ζωή και η αιωνιότητα, όπως αντιλήφθηκα αργότερα, στεκόταν μπροστά μου και με αναγεννούσε πραγματικά. Ήμουν τυφλός χωρίς επίγνωση. Η αιωνιότητα χτυπούσε την πόρτα της ψυχής μου, που ήταν από φόβο κλεισμένη στον εαυτό της (βλ. Αποκ. γ' 18-20). 

(Αποσπάσματα από το κεφάλαιο '' Η χάρη της μνήμης του θανάτου'' από το βιβλίο ''Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί'', αγ. Σωφρονίου του Αθωνίτου, εκδ.Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας, 2020).


        ''Τι είναι λοιπόν επιτέλους ο χρόνος. Ασφαλώς η σύγχρονη επιστήμη και διανόηση δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη. Τελευταία λέξη όμως δεν υπάρχει όταν προσπαθούμε να προσεγγίσουμε το Θεό χρησιμοποιώντας τα μοναδικά θεϊκά στοιχεία μας: την ψυχή και τον νου μας''(Ο χρόνος στην φιλοσοφία και την επιστήμη Μάνος Δανέζης,Στράτος Θεοδοσίου Επικ. Καθηγητές Αστροφυσικής Πανεπιστημίου Αθηνών).

Ο χρόνος! ποιός τελικώς γνωρίζει τι είναι ο χρόνος! Μόνον ο Άναρχος, ο Αιώνιος  Θεός γνωρίζει. Αυτός που εποίησε όλους τους αιώνες και υπάρχει προ πάντων των αιώνων και  έπλασε και τον ίδιο τον χρόνο, όπως μας είπε ο αγ. Αυγουστίνος. Ο άνθρωπος, όση εξυπνάδα και χοϊκή σοφία να έχει, δεν γνωρίζει τι είναι ο χρόνος· οι άνθρωποι δεν γνωρίζουμε αυτόν, στον οποίον αναφερόμαστε στην καθημερινότητα, είτε στις χαρές είτε στις λύπες μας και που περιγελά και εμάς και κάθε ματαιόδοξο ατομικό ή συλλογικό μας σχέδιο!

Μετά από όλα αυτά...έχω κάτι να προτείνω. Να! να μην περιμένουμε, μετρώντας αντίστροφα, να αλλάξει  άλλη μία ανθρώπινης επινοήσεως χρονιά,  ευχόμενοι ο ένας στον άλλον ''ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος'' και έχοντας την ελπίδα ότι έτσι θα αλλάξει και η πατρίδα μας και ο κόσμος γύρω μας. Προτείνω αυτό που ο Κύριος και όλοι οι Άγιοι μας προτείνουν. Να αλλάξουμε πρώτα ο καθένας από εμάς το μέσα μας, την καρδιά μας, να κάνουμε μια εσωτερική ψυχική επανάσταση, γιατί αυτή ήταν η μέθοδος του Χριστού (αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς). Γιατί εμείς οι Ορθόδοξοι θα μπορούσαμε να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά για να αλλάξουμε τον κόσμο πρέπει να αλλάξουμε πρώτα εμείς, κατά το θέλημα του Θεού χωρίς ''ναι μεν, αλλά...'' και χωρίς κρατούμενα. Ας κάνουμε λοιπόν μια επανάσταση σε αυτήν την αλλαγή του χρόνου με την προσευχή μας, με αγάπη στην συγγνώμη, στην ταπείνωση και τότε θα δείτε ότι ο Θεός θα σκύψει και θα μας προσέξει ( πηγή εμπνεύσεως λόγος του μακαριστού Παύλου, Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης). Στην αυγή του καινούργιου χρόνου 2023 ας βάλουμε υψηλούς στόχους και να ευχόμαστε ο ένας στον άλλον όχι ''ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος'' αλλά '' εν Χριστώ καινούργιος χρόνος'',  με σκοπό να κατακτήσουμε την αιωνιότητα.  

                                                                                                         Κ.Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου