Σάββατο 29 Ιουνίου 2019

Η χάρη της απλότητας


Κάθε ημέρα, πριν από τον Εσπερινό, διάβαζε Παρακλήσεις. Την Δευτέρα στους Αρχαγγέλους, την Τρίτη στον Τίμιο Πρόδρομο, την Τετάρτη στη Θεοτόκο, την Πέμπτη στους Αγίους Αποστόλους και στον Άγιο Νικόλαο, την Παρασκευή στον Τίμιο Σταυρό και το Σάββατο στους Αγίους Μάρτυρας. Όταν τον ενοχλούσαν άπρεποι λογισμοί άρχιζε την Παράκληση της Αγίας Μάρτυρος Θωμαΐδος.

Ουδέποτε επήγε στην εκκλησία να κοινωνήσει, χωρίς πρώτα να διάβαση την θεία Μετάληψη. Ενώ την Θεία Ευχαριστία την διάβαζε πάντα μόνος του μέσα στο εκκλησάκι του Οσίου Γρηγορίου με πολλή προσοχή και αφοσίωση. Εάν του έφευγε ο νους, επέστρεφε πάλι πιο πάνω και επαναλάμβανε δυνατά την φράση για να την βάλει μέσα στο μυαλό του. Όταν τελείωνε και την τελευταία ευχή και την επεσφράγιζε με το: «Δι’ ευχών…» δεν κρατιόταν από την υπερβολική του ευγνωμοσύνη και ευχαριστία προς τον Κύριον και φιλούσε με ιδιαίτερη αγάπη την χάρτινη εικόνα Του, που την είχε κολλήσει με αυτοκόλλητη ταινία μέσα στο βιβλίο του. Κατόπιν φιλούσε το βιβλίο και έφευγε σιωπηλός και σκυφτός.

Κάποια φορά είχε φθάσει η Θεία Λειτουργία στην ανάγνωση της Αποστολικής περικοπής. Ο παπά Νικόλαος στέκεται στο δικό του στασίδι κρατώντας το πηγούνι του και σκεπτικός… Δεν χρειάζεται να ανάψει καντήλια, κεριά για ζωντανούς και πεθαμένους… 
Δεν μπαινοβγαίνει στο ιερό διότι του το απαγορεύει ο λειτουργός Ιερεύς. Ξαφνικά, ενώ η ανάγνωσις του Αποστόλου συνεχίζεται, ο παπά Νικόλαος τρέχει και στέκεται με ύφος παρακλητικό μπροστά στην εικόνα του Ιησού του τέμπλου. Σηκώνει τα χέρια του ψηλά και του λέγει δυνατά: «Εξήντα τρία χρόνια στο Άγιον Όρος (1994) και τίποτε δέν έκαμα. Θερμά σε καθικετεύω, λυπήσου με, Κύριε…».

Μετά από κάθε Λειτουργία της Ορθοδοξίας, συνήθως την Δευτέρα, προς τιμήν των Αρχαγγέλων, είχε έξω από το εκκλησάκι, στο τραπέζι τα κεράσματά του, κουλούρια, γλυκά, ενίοτε και ποτά για τούς Πατέρες. Άλλοτε κρατούσε τα σφραγισμένα ποτά, κυρίως χυμούς μέσα στην τσέπη του και, πριν φύγουν οι Πατέρες, τούς τα έδινε στο χέρια λέγοντάς τους και ένα θερμό ευχαριστώ για την Λειτουργία προς τιμήν των Αρχαγγέλων του.

Τον ερωτούσαμε: «Θά σωθούμε, παπά Νικόλα;»

Και εκείνος μας απαντούσε: «Εγώ είμαι άξιος αιωνίου κολάσεως. Ημάρτησα ποικιλοτρόπως, έκαμα όμως την πρέπουσα μετάνοια; Αν σωθώ ελέω Θεού, πρεσβείαις της Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, της Παναγίας, των Αγίων Προστατών της Μονής μας και πάντων των Αγίων της Ορθοδοξίας. Αμήν. Δεν φαντάζομαι να μ’ αφήσουν οι Αρχάγγελοι, τους οποίους υπηρετώ εδώ 53 χρόνια! Ό,τι θέλουν ας κάνουν… Έκανα ό,τι μπορούσα. Πριν από μένα υπηρετούσε τους Αρχαγγέλους ο Γερο-Γρηγοράκης, ο οποίος εκοιμήθη ανήμερα των Αγίων Αρχαγγέλων».

Παπά Νικόλα, φοβάσαι τον θάνατο;

Ναι, τον φοβάμαι, διότι δεν ξέρω κατά πόσον μετενόησα και πως θα με δεχθή ο Θεός. Εγώ σ’ αυτή την ηλικία έχω λογισμούς απελπισίας… Πάντως ευχαριστώ τον Θεό και την Παναγία, διότι με κράτησαν στο Άγιο Όρος. Μ’ εζήτησαν και στους Αγίους Τόπους, όπου προσκύνησα το 1977 με τον μακαριστό Γέρο Ευφραίμ, να υπηρετήσω εκεί τα Ιερά Προσκυνήματα. Τους είπα τα’ Άγιον Όρος είναι Άγιον Όρος και γύρισα πίσω.

πηγη: https://www.pemptousia.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου