ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΕΝΗ ΔΑΝΙΗΛΙΔΟΥ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΣΗ ΕΝΕΦΑΝΙΣΘΗ Ο ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ!
Η Ελένη Διον. Δανιηλίδου, γεννήθηκε στο χωριό Αναμούρ κοντά στην πόλη Μερσίνα που είναι απέναντι από το νησί Κύπρο, της επαρχίας Κιλικίας.Έφυγε από την Τουρκία κατά την μικρασιατική καταστροφή και ήρθε στην Ελλάδα όταν ήταν 10 ετών. Όταν ήρθε κατοίκησε στους Ποδαράδες και εργαζόταν στο εργοστάσιο ταπητουργίας που βρισκόταν εκεί.
Σε ηλικία 18 ετών παντρεύτηκε τον Διονύσιο Μιχ. Δανιηλίδη από το χωριό Σαράκιοι του νομού Αϊδινίου Μικράς Ασίας, και κατοίκησε στο χωριό Σπάτα της Αττικής στις 29/04/1930. Η Δανιηλίδου, γέννησε 11 παιδιά εκ των οποίων 10 είναι στη ζωή και ονομάζονται Αναστασία, Μιχάλης, Μανώλης, Χριστίνα, Γεσθημανή, Μαρία, Μάρκος, Σταύρος, Δημήτρης, Αναστάσιος, Γεώργιος. Την μητέρα της την έλεγαν Αντωνία και τον πατέρα της Ισαάκ Γαβριηλίδη.Μετά τον γάμο κατοίκησε στο κτήμα Ηλία Παπακωνσταντή όπου της παρουσιάστηκε ο Ιησούς Χριστός και της υπέδειξε την ανέγερση του Ναού Του. Στις επόμενες σελίδες αφηγείται η ίδια την ιστορία της εμφάνισης του Σωτήρα ενώπιόν της.
† ― †
ΠΩΣ ΕΝΕΦΑΝΙΣΘΗ
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΥΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ
Μια μέρα –λέει η Ελένη Δανιηλίδου- κατά το 1930, ενώ ήμουν σπίτι μου και ετοίμαζα το μεσημεριανό φαγητό, χτύπησε η πόρτα του σπιτιού μας, τρεις χτύπους. Ήταν κοντά 11π.μ. η ώρα και παραξενεύτηκα, γιατί δεν περίμενα κανένα τέτοια ώρα. Μόλις άνοιξα την πόρτα, είδα μπροστά μου ένα καλόγηρο, με πέδιλα στα πόδια και με φτωχικά ρούχα. Ο άνδρας μου έλειπε στη δουλειά του. Αντίθετα όμως προς τη φτωχική του εμφάνιση, η γαλήνια μορφή του καλόγηρου μου ενέπνευσε σεβασμό, ανάμικτο με κάποια ανεξήγητη ψυχική συγκίνηση. Τον κάλεσα αμέσως να έλθει μέσα για να του προσφέρω από το φαγητό μας που είχε σχεδόν ετοιμασθεί. Εκείνος μου απάντησε: «Δεν ήλθα εδώ για το ψωμί σου και για το φαγητό σου, αλλά για να σε δοκιμάσω». Και ύστερα από μικρή σιωπή, αφού με έβλεπε να απορώ, μου πρόσθεσε: «Παιδί μου, είσαι τεσσάρων μηνών έγκυος και θα γεννήσεις ένα κοριτσάκι το οποίο θα είναι για σας πολύ τυχερό».
Ο παράξενος καλόγηρος άρχισε έπειτα να μου μιλάει με εκπληκτικές λεπτομέρειες για τα οικογενειακά μου. «θα περάσεις κι άλλα βάσανα μου είπε αλλά στο τέλος θα ευτυχίσεις». Λέγοντας τα τελευταία αυτά λόγια του, βγήκε από την πόρτα. Δεν τον είδα όμως κοιτάζοντας από το παράθυρο να εμφανισθεί καθόλου στο δρόμο και νόμιζα πως πήγε στην κατοικία της νοικοκυράς μου, στην ίδια αυλή. Όταν τη ρώτησα όμως μου είπε πως δεν είδε κανένα καλόγηρο. Την ίδια απάντηση μου έδωσε και η νύφη της νοικοκυράς μου, που έμενε επίσης σε διπλανά δωμάτια.
Επέρασαν πέντε μήνες από την ημέρα εκείνη και αλλάξαμε εν τω μεταξύ κατοικία στον κ. Καρυστινό όπου γέννησα ένα κοριτσάκι όπως μου είχε προαναφέρει ο καλόγηρος, αφού έτσι συμπληρώθηκαν εννέα μήνες, από τότε που με είχε βεβαιώσει, ότι ήμουν 4 μηνών έγκυος.
Κατόπιν φύγαμε από την οικία του κ, Καρυστινού και κατοικήσαμε στον κ. Ηλία Παπακωνσταντή, στο οικόπεδο του οποίου όπως έμαθα κατόπιν από την γειτονιά γίνονταν περίεργα πράγματα και όπου συνέβησαν όλα τα θαύματα και εκπληκτικά γεγονότα που θα σας αφηγηθώ παρακάτω.Στη θέση λοιπόν που ήταν ο φούρνος του σπιτιού, έλεγαν πολλοί ότι παρατηρούσαν, όχι σπάνια, μερικά περίεργα σημεία (σημάδια) τα οποία μη ξέροντας που να τα αποδώσουν, σταυροκοπιόντουσαν. Άλλοι μη γνωρίζοντας ότι τα σημεία ήταν Θεία, όπως αποδείχτηκε αργότερα, διέδιδαν ότι στη θέση εκείνη έβγαιναν διάφορα ξωτικά! Κάποιος χωρικός που τον έλεγαν Κυριάκο Πουλάκη, έλεγε ότι όταν περνούσε από το μέρος εκείνο, ένιωθε το χέρι του να σηκώνεται, άθελά του, σαν κάποιος μαγνήτης να το τραβούσε, και έκανε το σημείο του σταυρού.
Μια μέρα ο Δημητράκης, ένα παιδί 17 ετών, ενώ γύριζε από το χωράφι του,
πήγε για να πάρει άχυρο, το οποίο είχαν σε μια αποθήκη του οικοπέδου για τα ζώα του. Έξαφνα βλέπει στον φούρνο του οικοπέδου, (εκεί που σήμερα είναι ένα αναμνηστικό μαρμάρινο εικονοστάσι, που τοποθετήθηκε εκεί κατόπιν επιθυμίας του Κυρίου), έναν άνθρωπο γέροντα σαν «επαίτη» (ζητιάνο) που άπλωνε τα χέρια του σαν να ζητούσε ελεημοσύνη. Το παιδί αυτό δεν είχε τη στιγμή αυτή ούτε μια δεκάρα για να ελεήσει τον γέρο επαίτη. Μόλις όμως προχώρησε δυο τρία βήματα βρήκε ένα νικέλινο δίδραχμο και γύρισε πίσω για να τον ελεήσει αλλά δεν τον είδε εκεί. Αυτό το πράγμα έκανε εντύπωση στον νεαρό και το διηγήθηκε, γιατί δεν ήταν δυνατόν να εξαφανισθεί τόσο σύντομα ένας άνθρωπος σε ανοιχτό χώρο. Επίσης είπε το παιδί ότι έβλεπε πολλές φορές να είναι αναμμένο ένα καντήλι δίπλα στο φούρνο και υπέθετε ότι κάποιος χριστιανός θα το άναβε. Αυτά και άλλα πολλά έλεγαν οι χωρικοί ότι είχαν συμβεί στην τοποθεσία αυτή, τα οποία δημιούργησαν ένα θρύλο που επηρέαζε τις ψυχές τους…
† ― †
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
Ήταν όπως θυμάμαι παραμονή του Αγίου Νικολάου και κατά τις 11 το πρωί άκουσα να χτυπούν πάλι την πόρτα μου τρείς φορές. Άνοιξα και βρέθηκα μπροστά σε ένα γέροντα καλόγηρο που μου ζήτησε λίγο ψωμί. Αμέσως πήρα στα χέρια μου μια πίτα μικρή έως 100 «δράμια» περίπου(Το δράμι είναι μονάδα μέτρησης βάρους που χρησιμοποιούταν στην Ελλάδα μέχρι το 1959. Ένα δράμι στην Ελλάδα ήταν ισοδύναμο με 3,203 γραμμάρια. 400 δράμια ισοδυναμούσαν με μια οκά).(όπως αυτές που κάνουμε την Καθαρή Δευτέρα) που ήταν ακόμη λίγο ζεστή και του την προσέφερα. Όταν ο σεβάσμιος γέρος πήρε την πίτα στα χέρια του άρχισε να μου λέει τα εξής:
«Ο σύζυγός σου είναι στη φυλακή και ο κόσμος σου λέει ότι θα καθίσει πολύ καιρό ακόμη. Μην πιστεύεις όμως ότι σου λέει ο κόσμος, αλλά άκουσε αυτά τα οποία θα σου πω εγώ.
(Ο σύζυγός μου ήταν πραγματικά στη φυλακή, γιατί του είχε ρίξει κάποιος κακός φίλος του ονομαζόμενος Ιορδάνης μερικά δράμια καπνό στην τσέπη του και ύστερα ο ίδιος τον κατήγγειλε ότι είχε καπνό λαθραίο και καταδικάστηκε από τη δικαιοσύνη σε 2500 δραχμές πρόστιμο τις οποίες δεν είχε να πληρώσει).
Ο σύζυγός σου θα μείνει ακόμη δυο μήνες στη φυλακή και κατόπιν θα βγει». Αυτά τα λόγια μου είπε ο γέρος και παίρνοντας την πίτα μαζί του, έφυγε.
Αντιλήφτηκα ότι δεν είχα δυνάμεις την στιγμή που μου μιλούσε ούτε να ρωτήσω ούτε να απαντήσω. Ένοιωσα όμως μια δροσιά και μια ευχαρίστηση στη ψυχή μου, ενώ δεν κατάφερα να τον ακολουθήσω φεύγοντας. Αλλά σε λίγο ανέκτησα τις δυνάμεις μου και τότε βγήκα στην αυλή όπου παρατήρησα με έκπληξή μου ότι η πίτα την οποία έδωσα προ ολίγου στον γέροντα, βρισκότανε πάνω στον φούρνο. Αμέσως τότε, πήγα σε μια γειτόνισσα μου και της αφηγήθηκα αυτά που είχαν συμβεί πριν από λίγο. Αυτή τότε μου απάντησε: «Πάρε την πίτα πάλι στο σπίτι σου γιατί φαίνεται πως ο γέρος δεν θα ήθελε ψωμί, αλλά λεφτά».
Πήρα πραγματικά την πίτα και την πήγα σπίτι μου και συνέβη το εξής καταπληκτικό. Να τρώγω και να χορταίνω επί επτά μέρες συνεχώς και η πίτα να μην τελειώνει. Στα χέρια μου την ένιωθα επί επτά μέρες όπως την έβγαλα από το φούρνο, φρεσκότατη και ζεστή. Αυτό μου έκανε τρομερή εντύπωση και πήγα και ρώτησα την κ. Κατίνα Μιχ. Αναστασίου, η οποία όταν της είπα το θαύμα αυτό της πίτας μου είπε: «¨Αχ δεν έπρεπε να μου το πεις γιατί μπορεί να είναι κανένας άγιος». Γυρίζοντας αμέσως στο σπίτι μου δεν βρήκα στην ντουλάπα μου την πίτα, την οποία άφησα πριν λίγο και την οποία μόνο εγώ ήξερα που την είχα.
Στενοχωρήθηκα τόσο πολύ όσο ποτέ στη ζωή μου. Ευχαριστώ όμως και πάλι τον Θεό γιατί επέτρεψε σε μένα την ταπεινή Του δούλη, να απολαύσω επί επτά μέρες εκείνο το οποίο πήρε στα χέρια Εκείνος ο λυτρωτής της ανθρωπότητας, ο Ιησούς Χριστός μας!!!
† ― †
ΤΡΙΤΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
Μια μέρα και ενώ ήμουν τώρα έγκυος στο δεύτερο παιδί μου, άκουσα τρείς χτύπους στην πόρτα του σπιτιού μου και στην ερώτησή μου «ποιος είναι» άνοιξε η πόρτα και παρουσιάστηκε ο γνωστός μου γέρος μοναχός, ο οποίος αυτή τη φορά ήταν διαφορετικός ως προς την ουράνια μορφή και την εξωτερική ωραία ενδυμασία του. « Εγώ είμαι παιδί μου Ελένη , μου είπε, μη φοβείσαι, ήλθα να σου πω αυτά τα λόγια και να φύγω. Είσαι παιδί μου τεσσάρων μηνών έγκυος, θα γεννήσεις καλά και το παιδί που θα γεννηθεί θα είναι αγόρι. Μόνο πρόσεξε να τηρήσεις πιστώς αυτά μου τα λόγια. Ότι και αν υποστεί το βρέφος, έστω και αν κινδυνεύσει η ζωή του ακόμη, να μην το βαφτίσεις εάν δε σου πω εγώ».
Κατόπιν αφού έστρεψε το βλέμμα του προς τις εικόνες και παρατήρησε ότι το καντήλι ήταν σβησμένο, πλησιάζει προς το εικονοστάσι και αφού πήρε το καντήλι στα χέρια του το είδα αυτόματα να ανάβει. Κατόπιν αφού πήρε το θυμιατήρι άρχισε με ένα μυστήριο τρόπο να θυμιατίζει τις άγιες εικόνες και γύρω από την οικία μου. Ύστερα άφησε το θυμιατό πάνω στο παράθυρο και αφού μου υπενθύμισε την εντολή που μου έδωσε για το παιδί, βγήκε από το σπίτι και έκλεισε μόνος του την πόρτα.
Είναι αλήθεια ότι κατά την εμφάνιση αυτού του καλόγηρου δεν μπόρεσα να προφέρω ούτε μια λέξη από τη στιγμή που ήρθε έως τη στιγμή που αναχώρησε. Προσπάθησα να τον ακολουθήσω αφού έφυγε αλλά δεν το κατόρθωσα. Νόμιζα πως μια εσωτερική δύναμη με
έσπρωχνε προς τα πίσω. Ύστερα από λίγα λεπτά βγήκα στην γειτονιά αλλά ούτε είδα ούτε άκουσα τίποτα σχετικό που να αφορούσε τον γέροντα μοναχό.
Εκείνο κυρίως που μου προξένησε μεγάλη εντύπωση είναι ότι παρ’ όλες τις προσπάθειες που έκανα σε κάθε εμφάνιση του μυστηριώδους μοναχού να εξακριβώσω κάτι γι’ αυτόν, δεν κατόρθωνα τίποτα. Όλους όσους ρωτούσα μου απαντούσαν ότι τέτοιον γέροντα μέχρι σήμερα στο χωριό μας, ούτε είδαμε ούτε γνωρίσαμε, αλλά ούτε συναντήσαμε.
Αναμφισβήτητα, η επαλήθευση του λόγου μου ήταν εκείνο ακριβώς το οποίο με έκανε να πιστεύω ακράδαντα ότι ο γέροντας δεν ήταν τυχαίος και απλός άνθρωπος, αλλά ότι πρόκειται για άνθρωπο που έχει θεία δύναμη.
† ― †
Ο ΠΑΝΤΟΓΝΩΣΤΗΣ ΘΕΟΣ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΦΤΩΧΙΚΗΝ ΜΑΣ ΟΙΚΙΑΝ
Την 15ην Αυγούστου εορτή της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου και ώρα 3 μμ , μου συνέβη άλλο αξιοθαύμαστο γεγονός. Ενώ βρισκόμουν μέσα στην οικία μου, βλέπω να ανοίγει η θύρα ύστερα από τρεις χτύπους και να μπαίνει ο γέρο-καλόγηρος, ο οποίος κάθισε στη συνηθισμένη του θέση και αμέσως άρχισε να μου λέει: «Ελένη παιδί μου, είμαι κουρασμένος. Δώσε μου κάτι να φάγω». Αμέσως έβαλα μέσα σε ένα πιάτο σούπα από κρέας και ένα κομμάτι βραστό που ήταν της κόρης μου η οποία δεν το έφαγε το μεσημέρι και το φύλαξα για το βράδυ. Μη έχοντας τίποτα άλλο να του δώσω, του έδωσα το φαγητό της κόρης μου, Αναστασίας. «Αυτό το κομμάτι του κρέατος, μου λέγει, είναι το μερίδιον της κόρης σου της Αναστασίας. Πάρε το λοιπόν και να το δώσεις εις αυτήν». Και ο γέρος άρχισε να τρώει μόνο τη σούπα. Αλλά παρατήρησα ότι ενώ έτρωγε η σούπα ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΕ! Ύστερα αφού μου έδωσε λίγες οικογενειακές συμβουλές, αναχώρησε λέγοντάς μου μόνο, «εγώ φεύγω». Σημειωτέον ότι όταν μπήκε ο καλόγηρος στο σπίτι μου, βρισκόταν εκεί και ο σύζυγός μου, ο οποίος εκείνη τη στιγμή κοιμότανε και δεν άκουσε απολύτως τίποτα από όσα είπαμε ο καλόγηρος και εγώ. Μόλις ξύπνησε ο σύζυγός μου, παρατήρησε ότι έκλαιγα και με ρώτησε: «Γιατί κλαίς, τι έχεις;». Τότε άρχισα με μεγάλη συγκίνηση να του διηγούμαι τι είχε συμβεί και να τονίζω ιδιαιτέρως ότι μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι ο καλόγηρος γνώριζε πως το κρέας που του πρόσφερα ήταν της κόρης μου της Αναστασίας. Και από την συγκίνηση δεν μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυά μου.
Συνεχίζεται....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου