Κ.Σ.
« Τίποτε δεν είναι περισσότερο τιμητικόν από του να λέγεται κανείς Έλλην» ( ξένη εφημερίδα του 1940)
« Δεν μπορούμε να λησμονήσουμε τι χρωστούμε στους Έλληνας. Στάθηκαν ο πρώτος λαός της Ευρώπης, που όχι μόνο αντιστάθηκε στον εισβολέα, αλλά και τον έδιωξε από τη χώρα του και τον κυνήγησε πέρα από τα σύνορά του. Είναι μεγάλο το χρέος μας απέναντι των Ελλήνων. Γιατί πρώτοι αυτοί έδειξαν πως δεν υπάρχει αήττητη Ιταλία και έτσι μας έδωσαν την ευκαιρία να συνεχίσουμε τον αγώνα του καλού» ( Ραδιοφωνικός Σταθμός Λονδίνου).
Οι αριθμοί μιλούν για το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής: Στον πόλεμο του 1940-41…
Οι εχθροί: 45.000.000 Ιταλοί, 80.000.000 Γερμανοί
Οι Έλληνες: 7.500.000 ! (Μεγάλε, γενναίε λαέ!)
« Και το θαύμα και το έπος, τα δύο μεγάλα, πάλι το δημιούργησαν Ιδανικά: η Πίστη και η Πατρίδα»
(Από το βιβλίο «Όμορφοι κόσμοι», εκδ. Αδελφότης θεολόγων « Ο ΣΩΤΗΡ»).
Στις 6 Απριλίου 1941 τα ναζιστικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ελλάδα.
(Φωτογραφική συλλογή Βύρωνα Μήτου. Πηγή: ΥΠΠΟΑ)
Αμέσως έγινε επίταξη όλων των ποσοτήτων τροφίμων του στρατού και όλων των δημοσίων αποθηκών, καθώς και καταγραφή όλης της ελληνικής γεωργικής παραγωγής, το μεγαλύτερο τμήμα της οποίας εστάλη στη Γερμανία. Στα κινητά τυπογραφεία της Βέρμαχτ, τυπώθηκαν εκατομμύρια κατοχικά μάρκα και πλημμύρισαν την ελληνική αγορά με χαρτονομίσματα που δεν είχαν κανένα αντίκρισμα. Η επίταξη μέσων μεταφοράς και καυσίμων από τις δυνάμεις κατοχής, οι ζημιές που προκλήθηκαν στο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο από τον πόλεμο, ο διοικητικός κατακερματισμός της χώρας σε τρεις ζώνες κατοχής (γερμανική, ιταλική και βουλγαρική) απέκοψαν τα αστικά κέντρα από την αγροτική ενδοχώρα, στερώντας τους την κύρια πηγή τροφοδοσίας.
Λιμός! Πείνα!
Την επισιτιστική κατάσταση επιβάρυνε ο θαλάσσιος αποκλεισμός από το βρετανικό πολεμικό ναυτικό, γεγονός που στερούσε από τους λιμοκτονούντες κατοίκους τη δυνατότητα εισαγωγής τροφίμων από το εξωτερικό. Η χαριστική βολή δόθηκε στην ελληνική οικονομία από τα τεράστια έξοδα κατοχής με τα οποία οι Ναζί επιβάρυναν τον κρατικό προϋπολογισμό. Την περίοδο 1941-1942 η Ελλάδα κατέβαλε, ως έξοδα κατοχής, ποσά που αντιστοιχούσαν στο 113,7% του ετήσιου εθνικού εισοδήματος. Την ίδια περίοδο, πλουσιότερες χώρες, επιβαρύνθηκαν με πολύ μικρότερα ποσά. Η Νορβηγία κατέβαλε το 69% του ετήσιου εθνικού της εισοδήματος, ενώ το Βέλγιο και η Ολλανδία το 24% και 18% αντιστοίχως.
Η οικονομική λεηλασία της χώρας από τους Ναζί δημιούργησε ευκαιρίες πλουτισμού για ένα σημαντικό αριθμό αδίστακτων «ελλήνων»- κατ’ όνομα- κερδοσκόπων μαυραγοριτών που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές. ( Πηγή: από το ερευνητικό έργο του ιστορικού Μενελάου Χαραλαμπίδη).
«Ο κ. Μαυραγορίτης-Δωσίλογος, γιός του Μισέλληνα και της Απανθρωπιάς»
Δεκέμβριος του 1941. Ο κ. Μαυραγορίτης-Δωσίλογος με την πολυτελή μαύρη λιμουζίνα του, δώρο του Her Craft, επιστρέφει στην έπαυλη, την οποία είχε αρπάξει από τον κ. Ελληνόπουλο ως αντάλλαγμα για 30 δράμια λάδι. Δίπλωσε με επιμέλεια την μαύρη κουκούλα, που πριν λίγο φορούσε για να καταδώσει στους συνεργάτες του ναζί κάποιους ξεπεσμένους φτωχούς και ανόητους έλληνες, μεταξύ των οποίων και τον κ. Ελληνόπουλο, που πίστεψαν ότι μπορούν να αντισταθούν στην ναζιστική θηριωδία. Βλάκες, σκέφτηκε, και έκανε ένα μορφασμό αηδίας. Μπορεί κανείς να αντισταθεί στον ισχυρό; Τι αξίζει η ελευθερία σας μπροστά στη πείνα! Καλά να πάθετε. Καρφί δεν μου καίγεται.
-Όλα έτοιμα για τη δεξίωση; Ρώτησε ο κ. Μαυραγορίτης-Δωσίλογος την υπηρετριούλα, μόλις 13 ετών, την οποία είχαν φέρει από το χωριό για τη λάτρα του σπιτιού. – Μάλιστα κύριε, από νωρίς, απάντησε το κορίτσι που, μέσα στην ατυχία του, στάθηκε τυχερό γιατί, τουλάχιστον, έτρωγε ένα ξεροκόμματο.
Από νωρίς η μια μετά την άλλη οι γυαλιστερές λιμουζίνες των προσκεκλημένων φρενάριζαν έξω από τη μεγάλη καγκελόπορτα της έπαυλης. Οι κύριοι, πιγκουίνοι σωστοί στο ντύσιμο, με τις χρυσοστολισμένες με βαρύτιμα πετράδια και τουαλέτες κυρίες τους έκαναν θριαμβευτική είσοδο στην αίθουσα του χορού, χρυσοστολισμένη κι αυτή και λουσμένη στο φώς των κρυστάλλινων πολυελαίων.
Ο κ. Μαυραγορίτης-Δωσίλογος, ως οικοδεσπότης φυσικά, ήταν στα μέσα και στα έξω. Προπολεμικά είχε διάφορες αντιπροσωπείες. Με την κατοχή όμως τα οικονομικά του άνοιξαν. Ήταν βλέπεις η εποχή που μπορούσες να βρεις την ακριβότερη τύχη σε ένα τενεκέ σκουπιδιών. Ο κ. Μαυραγορίτης-Δωσίλογος ήταν από αυτούς που βρήκαν μια τέτοια, αφού ανέλαβε να προμηθεύει τις αρχές κατοχής και λόγω του ότι ήταν γερμανομαθής εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να εκτελεί χρέη διερμηνέα αλλά και ρουφιάνου καταδότη.
Ο κ. Μαυραγορίτης-Δωσίλογος απαστράπτων μέσα στο σμόκιν (δώρο του γερμανού διοικητή για τις υπηρεσίες του στο ναζιστικό ιδεώδες) με τη χρυσή καδένα και το ολόχρυσο ελβετικής κατασκευής ρολόι του, χαριεντιζόταν με τις κυρίες και αποδεχόταν δήθεν με σεμνότητα τα κομπλιμέντα που, απλόχερα, εισέπραττε από τους καλεσμένους του. Βγήκε στην βεράντα, γιατί είδε ότι ήταν εκεί ο Ανδρέας, ο λαδέμπορος.
-Αχ βρε Ανδρέα! του είπε. Αυτή η καταραμένη λίρα θα με σκάσει. Σήμερα πάλι έπεσε, όσο πέφτει πάω να σκάσω από το κακό μου!
-Δεν πειράζει αγαπητέ, είπε ο Ανδρέας, με κάπως σνομπ ύφος συμπόνιας, άφησέ την να πέσει να φάει ο κοσμάκης λίγο ψωμάκι.
-Αστεία λες Ανδρέα; Τον κοσμάκη θα κοιτάξω ή τον εαυτό μου; Δεν πάει να πνιγεί ο κόσμος! Εγώ ξέρω ότι σήμερα έχασα πολύ χρήμα. Αλλά ας είναι καλά οι Γερμανοί και η εξυπνάδα μου.
Από κάπου κοντά, μάλλον από το απέναντι πλίθινο χαμόσπιτο, ακούστηκαν κλάματα και φωνές. Εκείνη την εποχή αυτό σήμαινε θάνατο! Η πείνα είχε αποτελειώσει κάποιο ακόμη θύμα της.
(Παιδιά σκελετωμένα από την πείνα. Φωτογραφίες από άλμπουμ που εστάλη παρανόμως στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό προκειμένου να γίνει γνωστό διεθνώς το δράμα της πείνας στην Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο – Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης).
Ο κ. Μαυραγορίτης-Δωσίλογος, αδιάφορος και ασυγκίνητος από όλα όσα συνέβαιναν γύρω του, ζήτησε, με αρχοντοχωριάτικη ευγένεια, το χέρι με το διαμαντένιο δαχτυλίδι της κυρίας του λαδέμπορου- λάφυρο του Ανδρέα από την πώληση μόλις 10 δραμ. λαδιού και 2 κομματιών μπομπότας- για να στροβιλιστούν αμέριμνοι στους ρυθμούς του βαλς. Γιατί, είπαμε, ας ήταν και οι άλλοι «έξυπνοι» και «ικανοί» όπως αυτός.
Τον Φεβρουάριο του 1942 ο Γιόζεφ Γκαίμπελς έγραφε στο ημερολόγιό του ότι «οι κάτοικοι των κατεχόμενων περιοχών είναι βουτηγμένοι στις υλικές έγνοιες. Η πείνα και το κρύο είναι στην ημερήσια διάταξη. Άνθρωποι που η μοίρα τους έχει χτυπήσει τόσο σκληρά, σε γενικές γραμμές δεν κάνουν επαναστάσεις».
Τον Γκαίμπελς διέψευσαν οι Έλληνες εκείνοι, που αντιστάθηκαν, που πείνασαν, πόνεσαν, βασανίστηκαν, πέθαναν, σκοτώθηκαν και εκτελέσθηκαν από τους ναζί και τους μισέλληνες συνεργάτες τους, όπως ο κ.Μαυραγορίτης-Δωσίλογος και ο Ανδρέας ο λαδέμπορος. Γιατί γι’ αυτούς, τους μόνους που έχουν δικαίωμα να ονομάζονται Έλληνες, πάνω από όλα ακόμη και από την ίδια τους τη ζωή οι αξίες τους ήταν η πίστη και η ελευθερία της πατρίδας.
ΥΓ. Και να μην ξεχνάμε μία Ελλάδα χωρισμένη και προδομένη. Αυτή είναι η ιστορία μας° κατ’ ευφημισμόν «έλληνες» να εκμεταλλεύονται Έλληνες.
Κ.Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου