Κώστας Βάρναλης – Πρωτομαγιά του 1944
Πέσε στα γόνατα, προσκύνα το πανάγιο χώμα
με την ψυχή κατάκορφα στον ουρανό υψωμένη,
Πιότερο, αν είσαι του λαού ξωμάχος, χερομάχος,
φτωχόπαιδο, που αθέλητα σε βάλαν να καρφώσεις
τον αδερφό σου αντίκρα σου — με μάνα εσύ και κείνος!
Ετούτ’ η μάντρ’ αγνάντια σου το σύνορο του κόσμου.
Σ’ αφτήν απάνου βρόντηξεν ο Διγενής το Χάρο.
Είτανε πρώτη του Μαγιού, φως όλα μέσα κ’ έξω
(έξω τα χρυσολούλουδα και μέσα η καλωσύνη)
που αράδειασε πα στο σοβά, πιστάγκωνα δεμένους
και θέρισε με μπαταριές οχτρός ελληνομάχος,
όχι έναν, όχι δυο και τρεις, διακόσια παληκάρια.
Δεν ήρθαν μελλοθάνατοι με κλάμα και λαχτάρα,
μόν’ ήρθανε μελλόγαμπροι με χορό και τραγούδι.
Και πρώτος άρχος του χορού, δυο μπόγια πάνου απ’ όλους
κι από το Χάρο τρεις φορές πιο πάνου ο Ναπολέος.
Κ’ είναι από τότες Μάης εδώ, φως όλα μέσα κ’ έξω.
Κόλλα τ’ αφτί και την καρδιά στο ματωμένο χώμα.
Στον Κάτου Κόσμο τραγουδάνε πάντα και χορεύουν
κι αν κάπου ανάκουστος καημός θολώνει τη λαλιά τους,
δεν είναι που τη μάνα τους τη μάβρη ανανογιούνται
παρά που τους προδώσαν απορίματα δικά μας.
Κι αν πέσανε για το λαό, νικήσαν οι προδότες,
που τώρα εδώ κατάχρυσοι περνούν και μαγαρίζουν,
και τώρα πιο τους μάχονται και τους ξανασκοτώνουν!
Σιχαίνεσαι τους ζωντανούς; Μην κλαις τους σκοτωμένους!
Απ’ τα ιερά τους κόκκαλα, πρώτη του Μάη και πάλι,
θα ξεπηδήσει ο καθαρμός κ’ η λεφτεριά του ανθρώπου.
Κ’ είναι χιλιάδες στην Ελλάδα όμοιοι Πανάγιοι Τάφοι.
Οδυσσέας Ελύτης, «ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 1 Μ»
“Η Πρωτομαγιά
Πιάνω την άνοιξη με προσοχή και την ανοίγω:
Με χτυπάει μια ζέστη αραχνοΰφαντη
ένα μπλε που μυρίζει ανάσα πεταλούδας
οι αστερισμοί της μαργαρίτας όλοι αλλά
και μαζί πολλά σερνόμενα ή πετούμενα
ζουζούνια, φίδια, σαύρες, κάμπιες και άλλα
τέρατα παρδαλά με κεραίες συρμάτινες
λέπια χρυσά λαμέ και πούλιες κόκκινες
Θα ‘λεγες, έτοιμα όλα τους να παν
στο χορό των μεταμφιεσμένων του Άδη.”
(Ο. Ελύτης, Ημερολόγιο ενός αθέατου Απρίλη, Ίκαρος)
-Και κάτι ακόμα του Ελύτη για το Μάη, από το «ΚΟΚΚΙΝΟ» στο «Παραλλαγές σε μιαν αχτίδα» (Ήλιος ο πρώτος):
“…Βίτσα τουλίπα μάγουλο της έγνοιας
Σπλάχνο δροσάτο της φωτιάς
Θα ρίξω ανάσκελα τον Μάη θα τον σφίξω στα μπράτσα μου
Θα τον δείρω τον Μάη θα τον σπαράξω.”
Κωστής Παλαμάς, [Μπήκε ο Μάης]
“Και τώρα μπήκε ο Μάης ο μήνας μπήκε
με την Πρωτομαγιά του,
τη χαροκόπα θυγατέρα,
και να στ’ απλόχωρο λιβάδι,
στ’ ολόχλωρο, στ’ ολανθισμένο,
μεθάει και σκούζει και φρενιάζει
της γυφτουριάς το πανηγύρι,
το πανηγύρι της Κακάβας.
Κ’ η ρεματιά που το χωρίζει
το ένα τ’ απλόχωρο λιβάδι
σε δυο αδερφάκια λιβαδάκια,
βλέπει απ’ το μια της άκρη, βλέπει
κι από την άκρη της την άλλη,
σε μια τριγύρω νερομάννα,
γιορτή παράξενη μεγάλη
το χρόνο μια φορά,
στο έμπα του Μάη του μήνα,
στ’ άνθια του Μάη και τη χαρά.”
(Κ. Παλαμάς, «Το πανηγύρι της Κακάβας»
από το «Δωδεκάλογο του γύφτου»)
Άρης Αλεξάνδρου – Πρωτομαγιά
Στα τζάμια σου μπουμπουκιάζει η χτεσινή βροχή
τώρα που η παραλία ανάβει τα φανάρια της.
Ένα καΐκι στάθηκε καταμεσής στο πέλαγο. Γαλήνη.
Περίμενε δω με το βλέμμα στις σταγόνες
(δυο ανθισμένες γαλάζιες σταγόνες τα μάτια σου).
Περίμενε. Θα ξημερώσει.
Θέλω να σε ξέρω στο παράθυρο
αγναντεύοντας κατά τον τόπο της χαραυγής
νοσταλγώντας το περσινό καλοκαίρι.
(Τα νερά ν” ανασαίνουν ζεστασιά
το γυμνό σώμα της ημέρας πλαγιάζει μες στα στάχυα
κι ανάμεσα απ” τα δάχτυλα κρυφοκοιτάει μια παπαρούνα.)
Θέλω να σου χαρίσω ένα τόσο δα ουράνιο τόξο
τώρα στα γενέθλια της δεκαοχτάχρονης αυγής,
ένα λουλουδένιο δαχτυλίδι
μια υπόσχεση ελπίδας.
Τάσος Λειβαδίτης – Μοιρολόι για ένα νεκρό
Φεγγάρι, ερημοφέγγαρο/ κριθάρινο φεγγάρι των φτωχών
αγέρα, πικραγέρα/ πολύλαλε αγέρα των μουγγών
σ’ ένα σταυροδρόμι απόψε/ μήνα Μάη
σταυρώσανε το νιο,/ μήνα Μάη
σταυρώσαν το ροδόσταμο και το λεμονανθό –
ροδιά, δος του το αίμα σου
δος του το φέγγος σου, στερνό του ηλιοβασίλεμα,
μήνα Μάη, σταυρώσαν τον αυγερινό
αχ, το πρωί ήταν ήλιος και δροσιά
το μεσημέρι λάμψη κι όνειρα
το βράδυ ήρθε πικρό κι ολόμαυρο,
σ’ ένα σταυροδρόμι απόψε
μήνα Μάη/ σταυρώσανε το Μάη
ύστερα πλύναν τα μαχαίρια και σκοτώσαν το νερό,
ύστερα κάναν να κοιτάξουν και σκοτώσανε το δειλινό
αστροφεγγιά/ χρυσάφι στο ταγάρι των τυφλών
α, σκύλα αστροφεγγιά, όπυ τους έφεγγες,
σ’ ένα σταυροδρόμι απόψε/ μήνα Μάη
Μεγάλη Παρασκευή των φτωχών
κι ολόρθες οι γυναίκες στα κατώφλια
με τα μεγάλα μάτια τους τον σαβανώνουν,
τα δεντρολίβανα σκύβουν και τον μυρώνουν,
οι άντρες πέρα μες στα καπηλιά
μ’ ένα πικρό τραγούδι τον κατευοδώνουν
τα χελιδόνια έρχονται και τον ανασηκώνουν,
αχ, το πρωί ήταν άνοιξη
το βράδυ μαύρη συννεφιά
το βράδυ ήρθε με δώδεκα καρφιά
το βράδυ γαύγιζε με δώδεκα σκυλιά
το βράδυ σώπαινε μ’ όλα του τα καμπαναριά
σύγνεφο, πικροσύγνεφο/ γιατί δεν έμπαινες μπροστά
κι από την κοντινή την εκκλησιά
γιατί δεν έσκουζες παρθένα Παναγιά,
α, κάτω απ’ τον άδειο ουρανό,
σ’ ένα σταυροδρόμι απόψε/ μήνα Μάη
μήνα Μάη/ σταυρώσανε το νιο.
Γιάννης Ρίτσος – Σκοπευτήριο Καισαριανής
Εδώ πέσαμε . Παιδιά του λαού . Γνωρίζετε γιατί .
Γυμνοί , κατάσαρκα φορώντας τις σημαίες ,
-η Ελλάδα τις έρραψε με ουρανό και άσπρο κάμποτο -.
Ακούσατε τις ομοβροντίες στα μυστικόφωτα αττικά χαράματα .
Είδατε τα πουλιά , που πέταξαν αντίθετα στις σφαίρες
αγγίζοντας με τα φτερά τους ,τον ανατέλλοντα πυρφόρον .
Είδατε τα παράθυρα της γειτονιάς ν’ανοίγουνε στο μέλλον .
Εμείς , μερτικό δε ζητήσαμε ….Τίποτα …Μόνον
θυμηθείτε το : αν η ελευθερία
δεν βαδίσει στα χνάρια του αίματός μας ,
εδώ θα μας σκοτώνουν κάθε μέρα . Γεια σας .
Πάμπλο Νερούντα – Εγώ θα μείνω με τους εργάτες να τραγουδήσω
«Εγώ θα μείνω με τους εργάτες να τραγουδήσω
(…) για των ψαράδων τον ωκεανό,
για το ψωμί των παιδικών μας αηδονιών,
και για την αγροτιά και για τ’ αλεύρι μας,
τη θάλασσα, το ρόδο και το στάχυ,
τους σπουδαστές, τους ναύτες, τους φαντάρους,
για όλους τους λαούς σ’ όλους τους τόπους,
για τη λυτρωτική τη θέληση
των πορφυρών λαβάρων της αυγής.
Πάλεψε πλάι μου,
κι εγώ θα σου χαρίσω τα όπλα όλα της ποίησής μου»
Γιάννης Βαρβέρης – Πρωτομαγιά
Νωθρά δικαιώματα
κόκκινα ωράρια δροσερά
και λάγνα συνδικάτα.
Τ” αφεντικά τις απεργίες αμείβουνε
με υπερωρίες
εμείς κεφάτα τις δουλεύουμε
αυτές γεννούν ωάρια νέα
νέα κεφάτα ωράρια εκχωρούμε
μαζί και τους νόμιμους τόκους τους
με υπεραξίες
δωροδοκώντας το έλεος ζούμε.
Μάνος Λοΐζος – Πρώτη Μαΐου
Πρώτη Μαΐου κι απ’ τη Βαστίλη
ξεκινάνε οι καρδιές των φοιτητών
χίλιες σημαίες κόκκινες μαύρες
Ο Φρεδερίκο η Κατρίν και η Σιμόν
Μέσα στους δρόμους μέσα στο πλήθος
τρέχω στους δρόμους ψάχνω στο πλήθος
πού ειν’ το κορίτσι το κορίτσι που αγαπώ
Πες μου Μαρία μήπως θυμάσαι
κείνο το βράδυ που σε πήρα αγκαλιά
Πρώτη Μαΐου, όπως και τώρα
κι εγώ φιλούσα τα μακριά σου τα μαλλιά
Μέσα στους δρόμους μέσα στο πλήθος
τρέχω στους δρόμους ψάχνω στο πλήθος
πού ειν’ το κορίτσι το κορίτσι που αγαπώ
Πρώτη Μαΐου μαύρα τα ξένα
κλείσε το τζάμι μην κρυώσει το παιδί.
Η Εργατική Πρωτομαγιά είναι ημέρα Μνήμης, Αγώνα και Τιμής!
Είναι κυρίως η ανάγκη τίποτα να μην ξεχαστεί από τις θηριωδίες και τα εγκλήματα των ιμπεριαλιστών και των εξουσιαστών του κόσμου σε βάρος των φτωχών και αδυνάτων, σε βάρος των εργαζομένων. Και όχι μόνο αυτό. Είναι η ανάγκη αυτοί οι αγώνες, αυτοί οι ήρωες της εργατικής τάξης να συνεχίσουν να εμπνέουν.
Η εργατική Πρωτομαγιά είναι οι μνήμες μας από ημέρες που μας φανέρωσαν ότι τα δικαιώματα μας δεν μας χαρίστηκαν ούτε βέβαια και θα μας χαριστούν. Οι μέρες του Μαΐου, θα είναι πάντα εδώ να μας θυμίζουν την σημασία των αγώνων μας και να φωτίζουν τον ασυμβίβαστο δρόμο του αγώνα για έναν καλύτερο, πιο όμορφο και πιο δίκαιο κόσμο.
Χριστός Ανέστη! Καλό μήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου