Η προσευχή είναι μεγάλο αγαθό, αν γίνεται και με λογισμό αγαθό· αν ευχαριστούμε το Θεό όχι μόνο όταν μας δίνει, αλλά και όταν δεν μας δίνει ό,τι Του ζητάμε, αφού και τα δύο τα κάνει για την ωφέλειά μας. Έτσι, και όταν δεν παίρνουμε, ουσιαστικά παίρνουμε με το να μην πάρουμε ό,τι δεν μας συμφέρει. Υπάρχουν, βλέπετε, περιπτώσεις που η μη ικανοποίηση του αιτήματός μας είναι πιο ωφέλιμη. Και τότε ό,τι θεωρούμε σαν αποτυχία είναι επιτυχία.
Ας μη στεναχωριόμαστε, λοιπόν, όταν ο Θεός αργεί να εισακούσει την προσευχή μας. Ας μη χάνουμε την υπομονή μας. Μήπως και πριν ζητήσουμε κάτι, δεν μπορεί να μας το δώσει ο Πανάγαθος; Μπορεί, φυσικά, αλλά περιμένει από μας κάποιαν αφορμή, ώστε να μας βοηθήσει δίκαια. Γι’ αυτό ας Του δίνουμε την αφορμή με την προσευχή και ας περιμένουμε με πίστη, με ελπίδα, με εμπιστοσύνη στην πανσοφία και στη φιλανθρωπία Του. Μας έδωσε ό,τι ζητήσαμε; Ας Τον ευχαριστούμε. Δεν μας έδωσε; Και πάλι ας Τον ευχαριστούμε, γιατί δεν γνωρίζουμε, όπως γνωρίζει Εκείνος, τι είναι καλό για μας.
Ας έχουμε ακόμα υπόψη μας, πως ο Θεός συχνά δεν αρνείται, αλλά μόνο αναβάλλει την ικανοποίηση κάποιου αιτήματός μας. Και γιατί αναβάλλει; Επειδή, χρησιμοποιώντας ως μέσο τη δική μας επιμονή στο αίτημα, θέλει να μας ελκύσει και να μας κρατήσει κοντά Του. Κι ένας φιλόστοργος πατέρας, άλλωστε, όταν του ζητάει κάτι το παιδί του, πολλές φορές αρνείται να του το δώσει, όχι γιατί δεν θέλει, αλλά γιατί μ’ αυτόν τον τρόπο το παιδί μένει κοντά του.
Με δυο λόγια, η αποτελεσματικότητα της προσευχής μας εξαρτάται:
πρώτον, από το αν είμαστε άξιοι να λάβουμε ό,τι ζητάμε· δεύτερον, από το αν προσευχόμαστε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού· τρίτον, από το αν προσευχόμαστε αδιάλειπτα· τέταρτον, από το αν για όλα καταφεύγουμε στο Θεό· πέμπτον, από το αν ζητάμε εκείνα που είναι ωφέλιμα σ’ εμάς.
Και δίκαιοι ακόμα να παρακαλέσουν τον Κύριο, δεν θα εισακουστούν, αν δεν πρέπει. Ποιός ήταν δικαιότερος από τον Παύλο; Και όμως, επειδή ζήτησε κάτι που δεν θα τον ωφελούσε, δεν εισακούστηκε. «Τρεις φορές παρακάλεσα γι’ αυτό τον Κύριο», γράφει ο ίδιος, «και η απάντησή Του ήταν: “Σου αρκεί η χάρη μου”» (Β’ Κορ. 12:8-9). Αλλά και ο Μωυσής δεν ήταν δίκαιος; Ε, ούτε κι εκείνος εισακούστηκε. «Φτάνει πια!», του είπε ο Θεός (Δευτ. 3:26), όταν ζητούσε να μπει στη γη της επαγγελίας.
Πέρα απ’ αυτά, όμως, υπάρχει και κάτι άλλο που αχρηστεύει την προσευχή μας, και αυτό είναι η αμετανοησία. Προσευχόμαστε, ενώ επιμένουμε στην αμαρτία. Έτσι έκαναν οι Ιουδαίοι, γι’ αυτό ο Θεός είπε στον προφήτη Ιερεμία: «Μην προσεύχεσαι για το λαό αυτό! Δεν βλέπεις τι κάνουν;» (Ιερ. 7:16-17). Δεν απομακρύνθηκαν, λέει, από την ασέβεια. Κι εσύ με παρακαλάς γι’ αυτούς; Δεν σ’ ακούω!
Όταν, πάλι, ζητάμε κάτι κακό εναντίον των έχθρων μας, όχι μόνο δεν το πραγματοποιεί ο Θεός, αλλά και παροργίζεται. Γιατί η προσευχή είναι φάρμακο. Κι αν δεν γνωρίζουμε πως πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ένα φάρμακο, δεν θα ωφεληθούμε ποτέ από τη δύναμή του.
Πόσο μεγάλο καλό είναι η συνεχής προσευχή, το μαθαίνουμε από τη Χαναναία εκείνη του Ευαγγελίου, που δεν σταματούσε να κραυγάζει: «Ελέησέ με, Κύριε!» (Ματθ. 15:22). Κι έτσι, αυτό που αρνήθηκε ο Χριστός στους αποστόλους, τους μαθητές Του, το πέτυχε εκείνη με την υπομονή της. Ο Θεός, βλέπετε, προτιμά για τα δικά μας ζητήματα να Τον παρακαλούμε εμείς οι ίδιοι, που είμαστε και υπεύθυνοι, παρά να Τον παρακαλούν άλλοι για λογαριασμό μας.
Όταν έχουμε την ανάγκη ανθρώπων, χρειάζεται και χρήματα να δαπανήσουμε και δουλόπρεπα να κολακέψουμε και πολύ να τρέξουμε. Γιατί οι άρχοντες του κόσμου τούτου όχι μόνο δεν μας δίνουν εύκολα ό,τι τους ζητάμε, αλλά συνήθως ούτε καν να μας μιλήσουν δεν καταδέχονται. Πρέπει πρώτα να πλησιάσουμε τους ανθρώπους που είναι κοντά τους -υπηρέτες, γραμματείς, υπαλλήλους κ.ά.- και να τους καλοπιάσουμε, να τους εκλιπαρήσουμε, να τους προσφέρουμε δώρα. Έτσι θα εξασφαλίσουμε τη μεσολάβησή τους στους αρμόδιους αξιωματούχους, για το διακανονισμό της όποιας υποθέσεώς μας.
Ο Θεός, απεναντίας, δεν θέλει μεσολαβητές. Δεν χρειάζεται να Τον παρακαλούν άλλοι για μας. Προτιμά να Τον παρακαλάμε εμείς οι ίδιοι. Μας χρωστάει χάρη, μάλιστα, όταν του ζητάμε ό,τι έχουμε ανάγκη. Μόνο Αυτός χρωστάει χάρη όταν Του ζητάμε, μόνο Αυτός δίνει εκείνα που δεν Του δανείσαμε. Κι αν δει ότι επιμένουμε στην προσευχή με πίστη και καρτερία, πληρώνει δίχως να απαιτεί ανταλλάγματα. Αν, όμως, δει ότι προσευχόμαστε με νωθρότητα, αναβάλλει την πληρωμή· όχι γιατί μας περιφρονεί ή μας αποστρέφεται, αλλά γιατί, όπως είπα, με την αναβολή αυτή μας κρατάει κοντά Του.
Αν, λοιπόν, εισακούστηκες, ευχαρίστησε το Θεό. Αν δεν εισακούστηκες, μείνε κοντά Του, για να εισακουστείς. Αν, πάλι, Τον έχεις πικράνει με τις αμαρτίες σου, μην απελπίζεσαι. Όταν πικράνεις έναν άνθρωπο, αλλά στη συνέχεια παρουσιάζεσαι μπροστά του και το πρωί και το μεσημέρι και το βράδυ, ζητώντας ταπεινά συγχώρηση, δεν θα κερδίσεις τη συμπάθειά του;
Πολύ περισσότερο θα κερδίσεις τη συμπάθεια του ανεξίκακου Θεού, αν και το πρωί και το μεσημέρι και το βράδυ και κάθε ώρα επικαλείσαι την ευσπλαχνία Του με την προσευχή.
Ας τ’ ακούσουν όλα αυτά όσοι προσεύχονται με ραθυμία και βαρυγκωμούν, όταν ο Κύριος αργεί να ικανοποιήσει το αίτημά τους.
Τους λέω: “Παρακάλεσε το Θεό!”. Και μου απαντούν:
“Τον παρακάλεσα μια, δυο, τρεις, δέκα, είκοσι φορές, μα δεν έλαβα τίποτα”. Μη σταματήσεις, ώσπου να λάβεις. Σταμάτησε, όταν λάβεις. Ή μάλλον, ούτε και τότε να σταματήσεις την προσευχή. Ἀκόμη καί ἄν δέν λάβεις, να ζητάς γιά νά λάβεις. Και αφού λάβεις, να ευχαριστήσεις διότι ἔλαβες.
ΚΕΙΜΕΝΟ:
ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΛΟΓΟΣ Βʹ.
Περὶ εὐχῆς.
(Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Eclogae i-xlviii ex diversis homiliis [Sp.] )
Vol 63, pg 579
63.579.15
Μέγα ἀγαθὸν ἡ εὐχὴ, ἐὰν μετὰ διανοίας εὐχαρίστου
γίνηται, ἐὰν παιδεύσωμεν ἑαυτοὺς, μὴ μόνον λαμβά-
νοντες, ἀλλὰ καὶ μὴ λαμβάνοντες, εὐχαριστεῖν τῷ
Θεῷ. Καὶ γὰρ ποτὲ μὲν δίδωσι, ποτὲ δὲ οὐ δίδωσιν,
ἀμφότερα χρησίμως· ὥστε κἂν λάβῃς, κἂν μὴ λάβῃς,
63.579.20
ἔλαβες ἐν τῷ μὴ λαβεῖν· κἂν ἐπιτύχῃς, κἂν μὴ ἐπι-
τύχῃς, ἔτυχες ἐν τῷ μὴ ἐπιτυχεῖν. Ἔστι γὰρ ὅτε τὸ
μὴ λαβεῖν λυσιτελέστερον. Εἰ γὰρ μὴ συμφέρον ἡμῖν
ἦν πολλάκις τὸ μὴ λαβεῖν, πάντως ἔδωκεν ἄν· τὸ δὲ
συμφερόντως ἀποτυχεῖν ἐπιτυχεῖν ἐστι. Μὴ δὴ πρὸς
63.579.25
τὴν βραδυτῆτα τῆς τῶν αἰτουμένων δόσεως δυσχε-
ραίνωμεν, ἀλλὰ ταύτῃ μᾶλλον πολλὴν τὴν καρτερίαν
καὶ τὴν μακροθυμίαν ἐπιδεικνύμεθα. Μὴ γὰρ, καὶ
πρὶν ἢ αἰτήσωμεν, οὐκ ἠδύνατο παρασχεῖν ὁ Θεός;
ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἀναμένει, ἵνα ἀφορμὴν λάβῃ παρ'
63.579.30
ἡμῶν τοῦ δικαίως ἡμᾶς ἀξιοῦν τῆς παρ' αὐτοῦ προ-
νοίας. Κἂν ἐπιτύχωμεν τοίνυν τῶν αἰτηθέντων, κἂν
μὴ ἐπιτύχωμεν, παραμένωμεν τῇ αἰτήσει· καὶ μὴ
μόνον ἐπιτυγχάνοντες εὐχαριστῶμεν, ἀλλὰ καὶ ἀπο-
τυγχάνοντες. Τὸ γὰρ ἀποτυχεῖν ὅταν ὁ Θεὸς βούληται,
63.579.35
οὐκ ἔλαττόν ἐστι τοῦ ἐπιτυχεῖν· οὐδὲ γὰρ ἴσμεν ἡμεῖς
τὰ συμφέροντα ἡμῖν, ὡς αὐτὸς ἐπίσταται· Ὥστε οὖν,
κἂν ἐπιτύχωμεν, κἂν ἀποτύχωμεν, εὐχαριστεῖν ὀφεί-
λομεν, καὶ μετὰ χαρᾶς δέχεσθαι ἅπερ αὐτὸς δοκιμά-
σει. Οὐ γὰρ ἀνανεύων ἡμῶν πρὸς τὰς αἰτήσεις ὑπερ-
63.579.40
τίθεται πολλάκις ὁ Θεὸς, ἀλλὰ σοφιζόμενος ἡμῶν τὴν
προσεδρείαν, καὶ βουλόμενος ἡμᾶς πρὸς ἑαυτὸν ἐφέλ-
κεσθαι· ἐπεὶ καὶ πατὴρ φιλόστοργος αἰτούμενος πολ-
λάκις παρὰ τοῦ παιδὸς οὐκ ἐπινεύει, οὐχὶ βουλόμε-
νος μὴ δοῦναι, ἀλλὰ τοῦ παιδὸς τὴν προσεδρείαν διὰ
63.579.45
τούτου ἐπισπώμενος. Τὸ γὰρ ἀκούεσθαι εὐχόμενον,
πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ ἀξίους εἶναι λαβεῖν γίνεται, δεύτε-
ρον δὲ ἐκ τοῦ κατὰ τοὺς νόμους τοῦ Θεοῦ προσεύχε-
σθαι, τρίτον ἐκ τοῦ συνεχῶς, τέταρτον ἐκ τοῦ μηδὲν
βιωτικὸν αἰτεῖν, πέμπτον ἐκ τοῦ παρ' ἑαυτοῦ συν-
63.579.50
επεισφέρειν ἅπαντα, καὶ πάλιν ἐκ τοῦ τὰ συμφέροντα
ζητεῖν. Ὥσπερ οὖν ἐκ τούτων τὸ ἀκούεσθαι γίνεται,
οὕτως ἑτέρωθεν τὸ μὴ ἀκούεσθαι, κἂν δίκαιοι ὦσιν
οἱ αἰτοῦντες. Τί γὰρ τοῦ Παύλου δικαιότερον γέγο-
νεν; ἀλλ' ἐπειδὴ ἀσύμφορα ᾔτησεν, οὐκ ἠκούσθη·
63.579.55
Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα, φησὶ,
καὶ εἶπέ μοι. Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου, Τί δὲ Μωϋ-
σέως πάλιν δικαιότερον; ἀλλ' οὐδὲ ἐκεῖνος ἠκούετο·
λέγοντος τοῦ Θεοῦ. Ἱκανούσθω σοι. Ἐπειδὴ γὰρ
63.580.13
ᾔτει εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας εἰσελθεῖν, ἀσύμφο-
ρον δὲ τοῦτο ἦν, οὐκ ἐπέτρεψεν ὁ Θεός. Μετὰ τούτων
63.580.15
καὶ ἕτερόν ἐστι τὸ μὴ ποιοῦν ἀκούεσθαι, ὅταν τοῖς
ἁμαρτήμασιν ἐπιμένοντες προσευχώμεθα· ὃ καὶ περὶ
τῶν Ἰουδαίων ἔλεγεν ὁ Θεὸς τῷ Ἱερεμίᾳ· Μὴ προς-
εύχου περὶ τοῦ λαοῦ τούτου· ἢ οὐχ ὁρᾷς τί οὗτοι
ποιοῦσιν; Οὐκ ἀπέστησαν, φησὶ, τῆς ἀσεβείας, καὶ
σὺ ὑπὲρ αὐτῶν δέησιν ἀναφέρεις; ἀλλ' οὐκ ἀκού-
σομαί σου. Πάλιν ὅταν κατ' ἐχθρῶν αἰτῶμεν, οὐ
μόνον οὐκ ἀκουόμεθα, ἀλλὰ καὶ παροξύνομεν τὸν
Θεόν. Φάρμακον γάρ ἐστιν ἡ εὐχὴ, ἀλλὰ ἐὰν μὴ
εἰδῶμεν τὸ φάρμακον πῶς ἐπιθεῖναι χρὴ, οὐδὲ τὴν
63.580.25
δύναμιν αὐτοῦ καρπούμεθα πώποτε. Τοσοῦτον οὖν
ἐστιν ἡ τῆς εὐχῆς προσεδρεία καλὸν, ὡς ἀπὸ τῆς
Χαναναίας ἐκείνης παιδευόμεθα, ὅτι ὃ τῶν ἀπο-
στόλων ἀξιωσάντων ὁ Χριστὸς οὐκ ἐπένευσεν, αὕτη
ἤνυσε, καὶ τῇ καρτερίᾳ εἰς ἔργον ἐξήνεγκε. Καὶ
63.580.30
γὰρ ὑπὲρ τῶν ἡμετέρων παρ' ἡμῶν βούλεται μᾶλλον
τῶν ὑπευθύνων ἀξιοῦσθαι, ἢ παρ' ἑτέρων ὑπὲρ ἡμῶν.
Ἀνθρώπων μὲν γὰρ δεόμενοι, καὶ δαπάνης χρημάτων
δεόμεθα καὶ κολακείας δουλοπρεποῦς καὶ πολλῆς
περιόδου καὶ πραγματείας· οὐ γὰρ ἐξ εὐθείας αὐτοῖς
63.580.35
τοῖς κυρίοις δοῦναι τὴν χάριν ἔνι καὶ διαλεχθῆναι
πολλάκις, ἀλλ' ἀνάγκη πρότερον διακόνους καὶ οἰκο-
νόμους αὐτῶν καὶ ἐπιτρόπους καὶ χρήμασι καὶ ῥή-
μασι, καὶ παντὶ θεραπεῦσαι τρόπῳ, καὶ τότε δι'
ἐκείνων δυνηθῆναι τὴν αἴτησιν λαβεῖν. Ἐπὶ δὲ τοῦ
63.580.40
Θεοῦ οὐκ ἔστιν οὕτως· οὐ γὰρ δεῖται μεσιτῶν ἐπὶ
τῶν ἀξιούντων, οὐδὲ οὕτω δι' ἑτέρων παρακαλού-
μενος, ὡς δι' ἡμῶν αὐτῶν δεομένων ἐπινεύει τῇ χά-
ριτι. Πολλὰ γὰρ βούλεται ἀπαιτεῖσθαι, παρ' ἡμῶν ὁ
Θεὸς, καὶ χάριν ἔχει τούτου πολλήν· μόνος γὰρ οὗ-
63.580.45
τος ὁ χρεώστης ὅταν ἀπαιτῆται χάριν ἔχει, καὶ ἃ
μὴ ἐδανείσαμεν δίδωσι. Κἂν μὲν σφοδρῶς ἴδῃ ἐγκεί-
μενον τὸν ἀπαιτοῦντα, καὶ ἃ μὴ ἔλαβε παρ' ἡμῶν,
καταβάλλει· ἂν δὲ νωθρῶς, καὶ αὐτὸς διαναβάλλεται,
οὐ διὰ τὸ μὴ βούλεσθαι δοῦναι, ἀλλὰ διὰ τὸ ἡδέως
ἔχειν παρ' ἡμῶν ἀπαιτεῖσθαι. Οὐδὲ γὰρ μισῶν, οὐδὲ
ἀποστρεφόμενος ἡμᾶς ἀναβάλλεται τῶν αἰτουμένων
τὴν δόσιν ὁ Θεὸς, ἀλλὰ τῇ μελλήσει τῆς δόσεως διη-
νεκῶς παρ' ἑαυτῷ κατέχειν βουλόμενος· καθάπερ καὶ
πατέρες φιλόστοργοι ποιοῦσι· καὶ γὰρ ἐκεῖνοι τῶν ῥᾳ-
63.580.55
θυμοτέρων παίδων τὴν διηνεκῆ προσεδρείαν τῇ τῆς δό-
σεως ἀναβολῇ σοφίζονται. Ἠκούσθης; ἐπὶ τούτῳ εὐχα-
ρίστησον, ἐπειδὴ ἠκούσθης· οὐκ ἠκούσθης; παράμεινον
63.581.1
ἵνα ἀκουσθῇς. Οὐ χρεία σοι μεσιτῶν, οὐδὲ πολλῆς τῆς
περιδρομῆς καὶ τοῦ κολακεῦσαι ἑτέρους· ἀλλὰ κἂν
ἔρημος ᾖς, κἂν ἀπροστάτευτος, αὐτὸς διὰ σαυτοῦ
παρακαλέσας τὸν Θεὸν ἐπιτεύξῃ πάντως. Εἰ γὰρ ἐπ'
63.581.5
ἀνθρώπων, κἂν μυρία προσκεκρουκότες ὦμεν, ὅταν
καὶ ὑπὸ τὴν ἕω, καὶ μέσης ἡμέρας καὶ ἐν ἑσπέρᾳ
φαινώμεθα τοῖς πρὸς ἡμᾶς λελυπημένοις, τῇ συν-
εχείᾳ καὶ τῇ διηνεκεῖ τῆς ὄψεως συντυχίᾳ καταλύο-
μεν ῥᾳδίως αὐτῶν τὴν ἔχθραν, πολλῷ μᾶλλον ἐπὶ
63.581.10
τοῦ Θεοῦ τοῦτο γένοιτ' ἄν. Οὐ γὰρ οὕτως δι' ἑτέρων
ὑπὲρ ἡμῶν παρακαλούμενος ἐπινεύειν εἴωθεν, ὡς δι'
ἡμῶν αὐτῶν τῶν δεομένων, κἂν μυρίων ὦμεν γέμον-
τες κακῶν Ἀκουέτωσαν οἱ μετὰ ῥᾳθυμίας εὐχόμενοι,
καὶ τῇ μελλήσει τῆς δόσεως δυσχεραίνοντες.
63.581.15
Ὅταν γὰρ εἴπω, Παρακάλεσον τὸν Θεὸν, δεήθητι αὐ-
τοῦ, ἱκέτευσον αὐτὸν, λέγει· Παρεκάλεσα ἅπαξ, δεύ-
τερον, τρίτον, δέκατον, εἰκοστὸν, καὶ οὐκ ἔλαβον.
Μὴ ἀποστῇς ἕως ἂν λάβῃς· τότε ἀπόστηθι, ὅταν λά-
βῃς· μᾶλλον δὲ μηδὲ τότε, ἀλλὰ καὶ τότε παράμενε·
63.581.20
κἂν μὴ λάβῃς, αἴτει ἵνα λάβῃς· ὅταν δὲ λάβῃς, εὐχα-
ρίστησον ὅτι ἔλαβες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου