1ον
Πολλοὶ ἄνθρωποι ἔχουν τὴ μεγάλη ἀδυναμία νὰ ἀποκτήσουν καλὴ φήμη, νὰ γίνουν πρόσωπα θαυμασμοῦ καὶ νὰ τοὺς ἐκτιμοῦν οἱ συνάνθρωποί τους. Ἐπιθυμοῦν τὴν ἀναγνώριση, τὶς τιμὲς καὶ τοὺς ἐπαίνους καὶ γιὰ τὰ ἔργα τους ἀκόμα, ποὺ εἶναι κατακριτέα!
Μὲ τὴ φαντασία τους μεγαλώνουν τὰ ἀσήμαντα καὶ δὲν ἔχουν τὴ στοιχειώδη αὐτογνωσία. Ἐπιδιώκουν τὴ δόξα χωρὶς νὰ τοὺς πρέπει, λησμονώντας ὅτι ἡ δόξα ποὺ προέρχεται ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους διαρκεῖ λίγο καὶ παρομοιάζεται μὲ τὸ ἄνθος τοῦ χορταριοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέει ὅτι «ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι σὰν τὸ χορτάρι, καὶ ἡ δόξα τους σὰν τὸν ἀνθὸ τοῦ χορταριοῦ. Μόλις ξεραίνεται τὸ χορτάρι, μαζί του πέφτει καὶ ὁ ἀνθός του»1.
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει δόξα, δηλαδὴ καλὴ φήμη καὶ οἱ γνωστοί του τὸν ἐκτιμοῦν καὶ τὸν θαυμάζουν, ἀντιμετωπίζει κινδύνους, λύπες καὶ πολλὲς φροντίδες καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἡσυχάσει. Συχνὰ θλίβεται, γιατί ἐκεῖνοι ποὺ τὸν πλησιάζουν δὲν ἔχουν ἦθος καὶ οἱ σκοποί τους εἶναι ἰδιοτελεῖς. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει σχετικά: «Καὶ ἂν ἀκόμα ἔχει νὰ παρουσιάσει ἄπειρα κατορθώματα αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, δύσκολα εἰσέρχεται στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Γιατί συνήθως τίποτα δὲν κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ παρεκκλίνει ἀπὸ τὸ σωστὸ τόσο πολύ, ὅσο ἡ δόξα ποὺ προσφέρεται ἀπὸ τοὺς πολλούς, γιατί κάνει τοὺς ἀνθρώπους δειλούς, ἀγενεῖς, κόλακες, ὑποκριτές»2.
Ὁ κενόδοξος ἐπιθυμεῖ τὴν ἀπόδοση τιμῶν στὸ πρόσωπό του καὶ προσπαθεῖ νὰ ἐντυπωσιάζει τοὺς ἄλλους μὲ τὴν ἐξωτερικὴ λάμψη καὶ γοητεία.
Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει ἀναλυτικὰ ὅτι ὁ ἄνθρωπος δοξάζεται γιὰ τὴ σωματική του δύναμη, τὴ νεότητά του, τὴ συμμετοχή του σὲ ἀθλητικοὺς ἀγῶνες, τὴν ἀνδρεία του στὸν πόλεμο, γιὰ μεγάλα δημόσια ἔργα ποὺ πραγματοποίησε, ὅπως τείχη στὴν πόλη του, ὑδραγωγεῖο, γυμναστήριο κ.λπ. Ἐπίσης ὁ ἴδιος φουσκώνει ἀπὸ τοὺς ἐπαίνους καὶ ὑπερηφανεύεται γιὰ τὸν πλοῦτο ποὺ σπαταλάει στοὺς θηριομάχους καὶ σκιρτάει ἀπὸ χαρὰ γιὰ τὶς μάταιες φωνὲς (ἐπευφημίες) τοῦ ὄχλου, ἔχοντας γιὰ δόξα τοῦ ἐκεῖνα ποὺ προκαλοῦν ντροπή. Ἄλλος δοξάζεται, γιατὶ εἶναι δεινὸς ρήτορας καὶ κατέχει τὴν κοσμικὴ σοφία3.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος θεωρεῖ πλάνη νὰ συγκινεῖται κάποιος ἀπὸ τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Τοῦ λέει χαρακτηριστικά: «Δὲν γνωρίζεις ὅτι, ὅπως ἀκριβῶς ἡ σκιά, κι ἂν ὑπάρχει κάτι μηδαμινότερο καὶ εὐτελέστερο ἀπὸ αὐτή, ἔτσι καὶ ὁ ἔπαινος τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ διασκορπισθεῖ στὸν ἀέρα, ἐξαφανίζεται; Ἄλλωστε ἡ φύση τῶν ἀνθρώπων καὶ εὔκολα ἀνατρέπεται καὶ εὔκολα μεταβάλλεται καὶ οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι τώρα μὲν ἐπαινοῦν, ἄλλοτε δὲ κακολογοῦν τὸ ἴδιο πρόσωπο καὶ τὸ ἐπικρίνουν»4. Καὶ τοῦ ὑπενθυμίζει: «Εἶναι μεγάλο κακὸ ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐξουσίας. Κι ἂν ἀκόμα ἔχουμε νὰ παρουσιάσουμε ἄπειρα κατορθώματα, ἡ μάστιγα τῆς κενοδοξίας εἶναι ἱκανὴ νὰ τὰ διαλύσει. Ἂν λοιπὸν ἐπιθυμοῦμε ἐπαίνους, ἄς ἐπιδιώκουμε ἐκείνους ποὺ ἀπονέμει ὁ Θεός. Γιατί ὁ ἔπαινος, ποὺ ἀπονέμουν οἱ ἄνθρωποι, ὅσο μεγάλος καὶ ἂν εἶναι, ἐξαφανίζεται μὲ τὴν ἴδια εὐκολία ποὺ ἀπονέμεται. Ἀλλὰ καὶ ἂν δὲν ἐξαφανισθεῖ, δὲν μᾶς φέρνει κανένα κέρδος, ἀφήνω ὅτι ἐκεῖνος ποὺ τὸν ἀπονέμει πολλὲς φορὲς ἔχει λανθασμένη κρίση»5.
Πρεσβ. Διονύσιος Τάτσης
Σημειώσεις:
1. Α΄ Πέτρ. α΄ 24. 2. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Β΄, Ἀθήνα 1994, σελ. 451. 3. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, τόμος Α΄, Ἀθήνα 2002, σελ. 577-578. 4. Βασιλείου Δ. Χαρώνη, Παιδαγωγικὴ ἀνθρωπολογία Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τόμος Γ΄, Ἀθήνα 1995, σελ. 376. 5. Ὅπ. παρ., σελ. 381.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου