(" Θεία Μορφή", π. 1580, Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή)
Κ.Σ.
«Ο Ιησούς συνελήφθη». Άραγε θα ήτο εύκολος η σύλληψις του Ιησού; Μήπως ο λαός, ο αγαπών και θαυμάζων τον Ιησούν, πληροφορηθή τα διατρέξαντα και εξεγερθή και πυρπολήση τα μέγαρα των αναξίων ηγετών του; Μήπως;... Ιδού διατί την νύκτα εκείνην ήσαν ανήσυχοι. Αλλ’ αίφνης ακούουν θόρυβον.
‘Ενας υπηρέτης προτρέχων φέρει την είδησιν εις τους ανήσυχους αρχιερείς, ότι ο Ιησούς συνελήφθη και οδηγείται ενώπιον των. Ω, πόσην χαράν θα ησθάνθησαν οι άνθρωποι αυτοί, των οποίων αι εμπαθείς καρδίαι δεν διέφερον τίγρεων! Ιδού, η σπείρα και ο όχλος πλησιάζουν. Ακούονται αι άγριαι φωναί των. Τα μέγαρα των δύο αρχιερέων φωτίζονται. Κραυγαί αγαλλιάσεως αντηχούν. Η σιδηρά θύρα ανοίγει. Εισέρχονται οι υπηρέται. Εισέρχονται στρατιώται της σπείρας. Φέρουν τον Ιησούν δεδεμένον και τον παραδίδουν πρώτον εις τον αρχιερέα Άνναν. Μαζί εισέρχεται και ο Ιωάννης, ο οποίος ήτο γνωστός τω αρχιερεί. Έξω της θύρας έμεινεν ο Πέτρος. Είθε να έμενεν έξω και να μη εισήρχετο. Διότι δεν θα υπέπιπτεν εις βαρύτατον αμάρτημα. Αλλά τολμηρός όπως ήτο, ήθελε να εισέλθη και να παρακολουθήση τα της δίκης. Τη μεσολαβήσει του Ιωάννου εισέρχεται. Εισέρχεται εις το στάδιον του αγώνος. Ενός αγώνος, εκ του οποίου θα εξήρχετο ηττημένος και συντετριμμένος.«Ο Πέτρος αρνείται». Ήτο νυξ. Το ψύχος ήτο δριμύ. Εις την αυλήν οι υπηρέται είχον ανάψει πυράν και εθερμαίνοντο. Εις τα πρόσωπά των έλαμπεν η χαρά. Εις το πρόσωπον όμως ενός ήτο ζωγραφισμένη η λύπη, η βαθεία λύπη. Αμίλητος ήτο. Μόλις συνεκράτει τα δάκρυά του. Περίεργον! Όλοι να χαίρουν, και αυτός να λυπήται; Ήτο ο Πέτρος. Δεν απεμακρύνετο τουλάχιστον εις κάποιαν γωνίαν διά να μη φαίνεται; Είχε πλησιάσει προς την πυράν, και η λάμψις, που έπιπτεν επάνω του, έκαμνε να φαίνεται η σκυθρωπότης του προσώπου του. Ως ήτο επόμενον, ο άνθρωπος αυτός προεκάλεσε την περιέργειαν. Μία παιδίσκη, υπηρέτρια της αυλής των αρχιερέων, τον πλησιάζει και του λέγει° Και συ ήσουν μαζί με τον Ιησούν τον Γαλιλαίον. Φοβερά στιγμή ! Τί θα κάμη ο Πέτρος; θα ομολογήση, ότι είνε οπαδός του Ιησού και θ’ αδιαφορήση διά τας συνεπείας της ομολογίας του; Ο Πέτρος, προ ολίγου ενώπιον όλων των μαθητών εβροντοφώνει° «Εί πάντες σκανδαλισθήσονται εν σοί, εγώ ουδέποτε σκανδαλισθήσομαι» (Ματθ. 26, 33).
Και όμως δεν το έπραξε. Δεν ωμολόγησε τον Ιησούν. Τόν ηρνήθη. «Ουκ οίδα τί λέγεις», είπεν εις την παιδίσκην. Η πρώτη αυτή άρνησις υπήρξεν η αρχή της κατωφερείας του. Επέφερε και δευτέραν και τρίτην άρνησιν. Ο άνθρωπος, ο οποίος πίπτει εις το πρώτον ολίσθημα της αμαρτίας, φέρεται πλέον ακάθεκτος προς την άβυσσον, εκτός εάν χειρ Κυρίου τον συγκρατήση. Αυτό συνέβη και με τον Πέτρον κατά την νύκτα εκείνην. Πριν ή ανοίξη το στόμα του και ομιλήση, ίσως να αμφέβαλλόν τινες εάν ήτο μαθητής του Χριστού. Αλλ’ η προφορά της γλώσσης τον επρόδωσε. Δεν ωμίλει όπως ωμίλουν οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων. Ωμίλει ως απλοϊκός Γαλιλαίος. Και επειδή Γαλιλαίοι ήσαν όλοι οι μαθηταί του Ιησού, πλην του Ιούδα, αντελήφθησαν, ότι μαθητής θα ήτο και αυτός.
Δια τούτο τον περιεκύκλωσαν και του είπαν «Αληθώς και συ εξ αυτών εί και γαρ η λαλιά σου δήλόν σε ποιεί». Κάποιος δε εκ των υπηρετών, συγγενής του Μάλχου, του οποίου ο Πέτρος απέκοψε το ωτίον, επλησίασε περισσότερον τον Πέτρον, τον εκοίταξε καλώς και του είπε° «Ουκ εγώ σε είδον εν τω κήπω μετ’ αυτού;» (Ίωάν. 18, 26). Και πάλιν ο Πέτρος ηρνήθη. Και μόνον ηρνήθη; Ηρνήθη με όρκον. Ηρνήθη με αναθεματισμούς, καταρώμενος τον εαυτόν του.
«Το βάθος της πτώσεως». Πόσον διαφορετικήν στάσιν θα ανέμενέ τις από τον θερμόν Πέτρον! Θα ανέμενεν εις την ερώτησιν, εάν αυτός είνε μαθητής του Χριστού, να σταθή εν μέσω του εχθρικού εκείνου περιβάλλοντος και να βροντοφωνήση° Ναι! Είμαι μαθητής του Ιησού. Υψίστη τιμή είνε δι’ εμέ τούτο. Ο Διδάσκαλός μου είνε υπέρτερος όλων. Είνε ο αθώος. Είνε ο αναμάρτητος. Είνε ο άγιος των αγίων. Είνε ο Κύριος και Θεός μας. Κακούργοι! Τί σκέπτεσθε να κάμετε; Τον ευεργέτην σας θα καταδικάσετε; Με τον Θεόν θα τα βάλετε; Θεοκτονίας δόξαν θέλετε να αποκτήσετε; Αυτά και άλλα γενναιότερα θα ανέμενέ τις από τον Πέτρον. Και όμως! Αντί λέοντος βλέπει κάποιος λαγωόν. Αντί μαθητού αρνητήν. Κατέπεσε πολύ, αφαντάστως ο Πέτρος.
Θέλετε να ίδητε εκ ποίου ύψους έπεσεν; Θέλετε να ίδητε πόσας βαθμίδας κατήλθε; Μετρήσατε. Πρώτον° Ηρνήθη. Δεύτερον° Ηρνήθη όχι ενώπιον δικαστηρίου, όχι ενώπιον επισήμου προσώπου εμπνέοντος τον φόβον, αλλ’ ενώπιον μιας υπηρετρίας. Τρίτον° Ηρνήθη τρις. Τέταρτον° Ηρνήθη εν βραχεί χρόνω, ως παρατηρεί ό ιερός Χρυσόστομος. Εντός δηλαδή ολίγης ώρας τρεις αρνήσεις! Πέμπτον° Ηρνήθη με όρκον. Έκτον° Ηρνήθη με αναθεματισμούς, καταρώμενος τον εαυτόν του. Έβδομον° Δεν συνησθάνθη μεθ’ όλα ταύτα την πτώσιν του, αλλ’ εχρειάσθη το λάλημα του αλέκτορος και το βλέμμα του Ιησού δια να ενθυμηθή και να συνέλθη. Και όγδοον° Δεν έκλαυσεν ενώπιον των προσώπων εις τα οποία ηρνήθη τον Ιησούν, δια να μη φανερωθή η ταυτότης του, αλλ’ εξήλθεν έξω και έκλαυσεν. Ο φόβος και ο τρόμος τον κατείχον.
( «Ο άγιος Πέτρος μετανοεί» Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, π. 1600- Τολέδο)
«Ω καινών και παραδόξων πραγμάτων!», αναφωνεί ο ιερός Χρυσόστομος. Ο Πέτρος, ο οποίος, όταν είδε τον Ιησούν να συλλαμβάνεται, τόσον ηγανάκτησεν, ώστε ανέσυρε την μάχαιράν του και απέκοψε το ωτίον του Μάλχου, τώρα που βλέπει τον Ιησούν εις δεινοτέραν κατάστασιν, υβριζόμενον και προπηλακιζόμενον τώρα που ακούει εναντίον του Διδασκάλου φρικτάς συκοφαντίας, τώρα που εν μέσω γενικής κατακραυγής του μοχθηρού και άθλιου περιβάλλοντος των αρχιερέων είνε ανάγκη ν’ ακουσθή μία γενναία φωνή μάρτυρος υπερασπίσεως διαψεύδοντος τους κακοηθεστάτους μάρτυρας, πώς ο Πέτρος σιωπά; Πώς δειλιά; Πώς γίνεται αρνητής;
«Διατί έπεσεν;». Μία λύσις υπάρχει εις το πρόβλημα του Πέτρου. Οικονομία Θεού ήτο το θλιβερόν γεγονός. Υπερηφανεύθη πολύ ο Πέτρος. Ενόμισεν, ότι διά των δυνάμεών του και μόνον θα ηδύνατο να κρατηθή εν τη πίστει και τη ομολογία του Ιησού. Και διά τούτο εις την κρίσιμον στιγμήν αφέθη μόνος του, διά να γνωρίση τον εαυτόν του, του οποίου είχεν άγνοιαν. Διά της πτώσεώς του εγνώρισε τον εαυτόν του, είδε την αδυναμίαν του, είδεν εις ποίον βάραθρον καταπίπτει ο άνθρωπος όταν τον εγκαταλείψη η χάρις του Θεού. Μόνος του ο άνθρωπος είνε μηδέν. Ο Θεός τον ανασύρει εκ του βαράθρου και τον σώζει. Διά τούτο δίκαιον είχεν ο ιερός Αυγουστίνος, όταν έλεγεν° Ό,τι καλόν βλέπετε εις εμέ είνε του Θεού. Ό,τι κακόν είνε ιδικόν μου. Ο Πέτρος, αφεθείς εις τας δυνάμεις του, κατέπεσεν οικτρώς. Αλλ’ ο ίδιος ο Πέτρος, ενδυσάμενος δύναμιν εξ ύψους κατά την ημέραν της Πεντηκοστής, εις τοσούτον ύψος ανήλθεν, ώστε βλέπων τις την τεράστιον μεταβολήν, την οποίαν επέφερεν εις αυτόν η χάρις, ως και εις τους λοιπούς μαθητάς, δεν δύναται παρά να αναφωνήση μετά του Ψαλμωδού° «Αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου» (Ψαλμ. 76, 11).
Αλλά και δι’ άλλον λόγον παρεχώρησεν ο Κύριος να πέση ο Πέτρος. Η πτώσις, της οποίας ζωηράν διετήρει την ανάμνησιν μέχρι τέλους της ζωής του ο Πέτρος — λέγεται ότι, οσάκις ήκουε λάλημα αλέκτορος, ανελύετο εις δάκρυα—, η πτώσις εκείνη η μεγάλη τον εκράτει εν ταπεινοφροσύνη. Αλλ’ ο Κύριος εδεήθη περί αυτού και η πίστις του δεν εξέλιπε. Πώς τώρα να μη ευγνωμονή τον Κύριον διά την σωτηρίαν του; Πώς να μή είνε συμπαθής προς τους αμαρτωλούς, οι οποίοι υπό βιαίων παθών παρασυρόμενοι διέπραττον αμαρτήματα σοβαρά; Ο Πέτρος συμπαθής προς τους αμαρτωλούς. Πόσας φοράς κατά την αποστολικήν του δράσιν δεν θα παρηγόρησεν αμαρτωλούς, οι οποίοι ήρχοντο προς αυτόν και έκλαιον διά τα αμαρτήματά των! Παιδί μου! θα έλεγεν ο Απόστολος. Μη απελπίζεσαι. Το έλεος του Θεού είνε άπειρον. Και εγώ ημάρτησα εις τον Κύριον. Και αν ακόμη οι ποταμοί εγίνοντο δάκρυα, δεν θα ηδυνάμην να εκπλύνω το αμάρτημά μου. Αλλ’ ο Κύριος με συνεχώρησε. Και σέ, εφ’ όσον μετενόησες και θρηνείς δια το αμάρτημά σου, ο Κύριος θα σε συγχωρήση. Μη απελπίζεσαι λοιπόν, αλλ’ ευχαρίστει και δόξαζε τον Θεόν.
Είχεν αγαθήν την προαίρεσιν ο Πέτρος. Ηγάπα κατά βάθος τον Χριστόν και δι’ αυτό εκ της πτώσεώς του εκείνης εσώθη και εξήλθε με ανεκτίμητα πνευματικά κέρδη, όπως είνε η αυτογνωσία και η ταπεινοφροσύνη. Αληθώς, «τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν» (Ρωμ. 8, 28). Πάντα. Και αυτά, δηλαδή, τα αμαρτήματα, όπως παρατηρεί ο ιερός Αυγουστίνος.
« Μικροαρνήσεις ». Ίσως κάποιος να κατακρίνη τον Πέτρον και να λέγη, ότι αν ευρίσκετο αυτός εις την θέσιν του, δεν θα ηρνείτο τον Κύριον. Είνε, βλέπετε, εύκολον να κάμνωμεν τον ήρωα εν λόγοις. Αλλά πόσον οι λόγοι απέχουν από την πραγματικότητα! Και όμως εις πόσας περιπτώσεις αρνούμενος κάποιος την αλήθειαν, δεν νομίζετε ότι την στιγμήν εκείνην επαναλαμβάνει την φωνήν του Πέτρου° «Ουκ οίδα τον άνθρωπον»; Πόσας «μικροαρνήσεις» Χριστού δεν θα διακρίνωμεν, και πόσον θ’ αναστενάξωμεν διά την φιλαυτίαν μας, διά την δειλίαν μας, διά την καιροσκοπίαν μας, που μας κάμνουν αρνητάς του δικαίου και της αλήθειας. Εάν αύριον φυσήση ανεμοστρόβιλος και οι δημοκρατικοί θεσμοί σαρωθούν και αντίχριστος τυραννίς επιβληθή και διωγμός κηρυχθή κατά της πίστεως, τότε θα ίδωμεν πόσοι θα είνε έτοιμοι να θυσιάσουν την ευζωίαν και το σαρκίον των χάριν του Κυρίου. Πόσοι δεν θα εγκαταλείψουν τας ιεράς συνάξεις, πόσοι δεν θα ομνύουν και δεν θα καταναθεματίζουν λέγοντες, ότι ουδεμίαν σχέσιν έχουν με την θρησκευτικήν ζωήν! Μήπως αυτά δεν συνέβησαν κατά τους διωγμούς των πρώτων αιώνων; Μέσα εις την ζωήν παντός πιστού οπαδού του Χριστού, επαναλαμβάνοντος εν απειροελαχίστω μικρογραφία την ζωήν Εκείνου, θα συμβαίνουν και τοιαύτα θλιβερά γεγονότα.
Ατένιζε πάντοτε προς το αιώνιον πρότυπον, τον Χριστόν, και λάμβανε θάρρος και παρηγοριάν. Εκείνον, τον οποίον ήξιζε να κηρύττη και να υμνή πάσα πνοή και πάσα κτίσις, ηρνήθη ο Φλογερώτερος μαθητής του, ο Πέτρος. Τον ηρνήθησαν πολλοί διά μέσου των αιώνων και τον αρνούνται μέχρι σήμερον. Και τί το παράδοξον λοιπόν εάν αρνηθούν και σε, τον σκώληκα της γης;
( Απόσπασμα του κεφαλαίου « Η άρνησις» του βιβλίου «Ακολούθει Μοι», επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, Μητροπολίτου Φλωρίνης, εκδ. Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητος «Ο Σταυρός», γ’ εκδ.1989).
(«Παιδί που φυσάει κερί» Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, π. 1571)
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ (ΝΟΜΙΖΩ ΑΥΤΟΣ ΤΟ ΕΓΡΑΨΕ) ΕΙΠΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΜΗ ΠΟΛΛΩΝ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΟΤΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΗΤΑΝ ΜΕΧΡΙΣ ΤΟ ΑΚΑΝΘΙΝΟ ΣΤΕΦΑΝΙ ΠΟΥ ΑΣΦΑΛΩΣ ΜΙΑ ΣΤΑΓΟΝΑ ΑΙΜΑΤΟΣ ΒΓΗΚΕ. ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΣΤΑΓΟΝΑ ΣΩΖΩΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΕΤΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΤΟΥ ΔΩΣΟΥΝ ΤΟ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟ ΝΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΙΔΙΟ ΝΑ ΕΠΙΝΑΣ ΑΝΝΑΣ ΚΑΙ ΚΑΪΑΦΑΣ. ΟΠΟΙΟΣ ΕΛΕΓΕ ΨΕΜΜΑΤΑ ΠΕΘΑΙΝΕ ΜΕ ΤΡΟΜΕΡΟΥΣ ΠΟΝΟΥΣ ΑΠΟ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΡΑΒΙΝΩΝ!