Κ.Σ.
Ο Ιούδας είνε η σκοτεινοτέρα μορφή, το μυστηριωδέστερον πρόσωπον της Αγίας Γραφής. Το όνομά του απέβη συνώνυμον της μεγαλυτέρας διαφθοράς και εξαχρειώσεως της ανθρώπινης καρδίας. Και προκαλεί την φρίκην παντός χριστιανού βλέποντας εις ποιον βάραθρον δύναται να πέση ο άνθρωπος.
«Ο εραστής του χρήματος». Ο χαρακτήρ του Ιούδα ήτο πολύ διάφορος εκείνου των αλιέων της Γαλιλαίας. Εκλήθη και αυτός υπό του Κυρίου εις το αποστολικόν έργον. Δυνάμεθα να είπωμεν, ότι ηκολούθησε τον Κύριον χωρίς πίστιν; Όχι. Εγκατέλειψε και αυτός οικογένειαν, φίλους και συγγενείς, και έγινε μέλος της ιεράς οικογένειας των μαθητών του Ιησού. Απήλαυε της εμπιστοσύνης όλων. Τιμίως κατ’ αρχάς διεχειρίζετο το χρήμα. Ουδέν ύποπτον σημείον παρουσίαζεν. Αλλ’ αλλοίμονον! Εις την καρδίαν του Ιούδα έβοσκεν ο απαίσιος σκώληξ. Υπήρχε κακία τις, η οποία γιγαντωθείσα τελικώς τον απέπνιξε. Και η κακία αυτή ήτο η φιλαργυρία. Διαχειριζόμενος ο Ιούδας το ιερόν χρήμα θα ησθάνετο κάποιαν μυρμηκίασιν, την οποίαν αισθάνονται όλοι οι φιλάργυροι όταν μετρούν τα νομίσματα. Πονηρός λογισμός — από ένα πονηρόν λογισμόν δεν αρχίζουν όλα τα εγκλήματα; — τόν επεσκέφθη. Ο Ιούδας υπέκυψεν εις τον πειρασμόν. Ήρχισε να κλέπτη. Το λέγει καθαρώς το Ευαγγέλιον. «Κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν» (Ίωάν. 12,6).
Έρως χρημάτων τον εκυρίευσεν. Αλλ’ έπρεπε να κυριευθή ο Ιούδας από το αισχρόν του το πάθος; Αφιλαργυρίας διδάγματα ήκουεν από τον Διδάσκαλόν του. «Μή κτήσησθε χρυσόν μηδέ άργυρον μηδέ χαλκόν εις τας ζώνας υμών» (Ματθ. 10,9). Ο ίδιος ο Διδάσκαλος ήτο πρότυπον ακτήμονος. Πώς δεν έκαμνεν εντύπωσιν εις τον Ιούδαν η διδασκαλία και η ζωή του Ιησού; Πώς δεν εγεννήθη εν αυτώ πόθος μιμήσεως; Πώς δεν ηλέγχετο από το θείον παράδειγμα του Διδασκάλου; Δεν εφοβείτο μήπως ο καρδιογνώστης Χριστός, ο αποκαλύπτων και τους βαθυτέρους λογισμούς των φαρισαίων, απεκάλυπτε μίαν ημέραν και το ιδικόν του αμάρτημα ;
Πώς δεν τόν συνεκίνουν αι ζωηραί εκδηλώσεις αγάπης και θαυμασμού, τας οποίας έβλεπε κατά τας περιοδείας του Ιησού; Δεν τόν εδίδαξε τίποτε η αιμορροούσα εκείνη γυνή, η οποία, μή τολμώσα ν’ ατενίση τον Κύριον, ήλθεν όπισθεν και ήγγισε το κράσπεδον των ιματίων αυτού ; Και εκείνη η Χαναναία, η οποία έκραζεν όπισθεν του Ιησού και εζήτει ψιχία αγάπης διά το δυστυχισμένον τέκνον της, πώς δεν τόν συνεκίνησε; Και η αμαρτωλός εκείνη γυνή, η οποία έθραυσε χάριν του Ιησού σκεύος πολυτίμου μύρου, αξίας τριακοσίων ημερομισθίων, και με τους πλοκάμους της κεφαλής της εξέμαξε τους παναχράντους πόδας του Κυρίου, δεν έπρεπεν, Ιούδα, να σέ συγκινήση ;
«Ασυγκίνητος προ της αγάπης του Χριστού». Η αγάπη και ο άπειρος σεβασμός των ευγενών ψυχών προς το πρόσωπον του Ιησού δεν φαίνεται να συνεκίνουν την ψυχήν του Ιούδα. Αλλ’ ούτε η αγάπη, η άπειρος αγάπη, την οποίαν εδείκνυε προς αυτόν ο Χριστός. Τους πόδας του έσκυψε και έπλυνεν ο Ιησούς, όπως και των άλλων μαθητών. Εις τον Μυστικόν Δείπνον έλαβε μέρος. Και μολονότι επλησίαζεν η ώρα της προδοσίας, ο Κύριος δεν τον απεκάλυψεν. Απρόσωπον έλεγχον έκαμεν. «Αμήν λέγω υμίν ότι είς εξ υμών παραδώσει με» (Ματθ. 26,21). Δεν ήθελεν ο Χριστός να τόν πλήξη απ’ ευθείας. Διαρκώς τώ παρείχε δείγματα αγάπης. Εκράτησε μυστικόν ο Ιησούς το όνομα του προδότου και μόνον εις τον Ιωάννην τό εφανέρωσεν ειπών° «Εκείνος έστιν ώ εγώ βάψας το ψωμίον επιδώσω» (Ίωάν. 13,26).
Αλλά τίς δύναται να περιγράψη την αγάπην, την οποίαν έδειξεν ο Κύριος εις τον κήπον της Γεθσημανή; Ο Ιούδας ήτο οδηγός του αποσπάσματος και του όχλου που θα συνελάμβανε τον Ιησούν. Σύνθημα αναγνωρίσεως και συλλήψεως το φίλημα. Ο Ιούδας πλησιάζει αναιδώς και φιλεί τον Ιησούν. …Ο Ιησούς συμπνίγει τον πόνον του και με ευγένειαν, η οποία θα συγκινή τους αιώνας, λέγει εις τον Ιούδαν «Εταίρε, εφ’ ώ πάρει;» (Ματθ. 26, 50).: Αυτή και μόνον η τελευταία εκδήλωσις αγάπης, διά της οποίας ο Κύριος αποφεύγει να ονομάση τον Ιούδαν προδότην και τόν ονομάζει εταίρον, φίλον δηλαδή, προς υπόμνησιν του ιερού συνδέσμου και των αναριθμήτων ευεργεσιών, ών απήλαυσε πλησίον του Ιησού ο Ιούδας, αυτή και μόνον η εκδήλωσις θα έφθανε να συντρίψη την καρδίαν του Ιούδα. Αλλ’ ο Ιούδας παρέμεινε και αυτήν την φοράν ασυγκίνητος.
Τί άρα γε να εκρύπτετο εις την καρδίαν του Ιούδα; Μόνον ο καρδιογνώστης Κύριος γνωρίζει πλήρως. Εάν άβυσσος είνε η καρδία παντός ανθρώπου, πόσω μάλλον η καρδία του Ιούδα! Αλλ’ ημείς, καθόσον δυνάμεθα εκ των Γραφικών κειμένων, της διδασκαλίας των Πατέρων και της παραδόσεως εν γένει της Εκκλησίας να σχηματίσωμεν την εικόνα του προδότου, λέγομεν και πάλιν; Η καρδία του Ιούδα εσκληρύνθη και εψυχράνθη όπως το σκληρόν μέταλλον, εκ του οποίου κατασκευάζονται τα αργύρια. Μόνον τον ήχον των αργυρίων αντελαμβάνετο.
« Προς το βάραθρον». Το πάθος ωδήγησεν εις την προδοσίαν. Από την Γεθσημανή ήλθε και αυτός εις το μέγαρον του Άννα και του Καϊάφα. Είδε τους εξευτελισμούς, εις τους οποίους υπεβλήθη ο Διδάσκαλος. Είδε το πρόσωπον αυτού μεταμορφωμένον από τα γρονθοκοπήματα των υπηρετών και των στρατιωτών. Και περί τας πρωινάς ώρας της Μ. Παρασκευής ήκουσε τα αποτελέσματα της συνεδριάσεως του Μεγάλου Συνεδρίου. Όλη η αυλή αντήχει από τας άγριας κραυγάς° θάνατος, θάνατος! Τότε πλέον ο Ιούδας αφυπνίσθη και είδε δια μίαν στιγμήν το βάραθρον, προς το οποίον εφέρετο. Έτσι ενεργεί ο Διάβολος. Παρακινεί τον άνθρωπον εις το έγκλημα, αποκρύπτει από αυτόν τας φρικτάς συνέπειας, παρουσιάζει το κακόν ως μικρόν και ελάχιστον, επικερδές δε εξ επόψεως υλικής, και αφού η αμαρτία από τον λογισμόν μέχρι της πράξεως διατρέξη όλην την τροχιάν της και απαρτισθή το έγκλημα, τότε ο Διάβολος ανοίγει τους οφθαλμούς του ένοχου και του λέγει° Πω, πω! Τί φοβερόν έγκλημα διέπραξες!... Παρακινεί εις μετάνοιαν; Κάθε άλλο. Ο πονηρός! Γίνεται θρηνωδός της διαπραχθείσης αμαρτίας. Σβήνει την ελπίδα. Αποκλείει πάσαν έξοδον εκ του κλοιού της αμαρτίας. Και ωθεί τον άνθρωπον εις απελπισίαν. Η δε απελπισία εις αυτοκτονίαν.
«Ανάξιος μετανοίας». Αυτό βλέπομεν και εις την περίπτωσιν του Ιούδα. Προ της προδοσίας τα τριάκοντα αργύρια είλκυον την καρδίαν του. Μετά την συντελεσθείσαν προδοσίαν τα αργύρια έγιναν κάρβουνα αναμμένα, σκορπιοί και φίδια. Ο έλεγχος της συνειδήσεως έγινεν ανυπόφορος, προοίμιον τής φρικτής κολάσεως. Μετέβη εις τούς αρχιερείς. 'Έρριψε τα αργύρια. Και εφώναξεν° « ‘Ημαρτον παραδούς αίμα αθώον». Αλλ’ εκείνοι, συνένοχοι και αυτοί εις το έγκλημα, θέλουν τρόπον τινά να ρίψουν όλην την ευθύνην εις αυτόν, και λέγουν° «Σύ όψει».
Αχ, Ιούδα! Εάν αυτό το «ήμαρτον» επήγαινες και το έλεγες εις τον Χριστόν, εάν, καθ’ ήν στιγμήν ο Χριστός εξήρχετο εκ της αυλής Άννα και Καϊάφα, έπιπτες ενώπιόν του και του έλεγες• «Χριστέ, σε επρόδωσα. Είμαι ανάξιος να ζω και ν’ αναπνέω. Συγχώρησιν ζητώ», τί; Νομίζεις, ότι δεν θα σου έδιδε συγχώρησιν ο Χριστός;
Ο Ιούδας απεδείχθη ανάξιος ειλικρινούς μετανοίας. Εις την καρδίαν του ο Θεός ηττήθη, και ο Σατανάς εθριάμβευσεν. Από πτώσεως εις πτώσιν και από αβύσσου εις άβυσσον ωθών ο Σατανάς την δυστυχή αυτήν ύπαρξιν, του έδειξε τέλος έν δένδρον και του είπεν° « Ιούδα, διά σέ δεν υπάρχει πλέον σωτηρία, θέσε τέρμα εις την ζωήν σου. Λάβε το σχοινίον και κρεμάσου...». Και ο Ιούδας υπήκουσε και εις την τελευταίαν προτροπήν του Σατανά, «και απελθών απήγξατο». Ω Σατανά, πόσον κακούργος είσαι! Εις πανωλεθρίαν ωδήγησες το θύμα σου. Ως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, και χρημάτων ο Ιούδας εξέπεσε, και την αμαρτίαν ενήργησε, και την ψυχήν απώλεσεν.
« Το μυστήριον του Ιούδα». Ο Ιούδας έγινε θέμα συζητήσεων ψυχολόγων, φιλοσόφων και θεολόγων. Ερωτούν° Αφού ο Χριστός ως θεός προεγνώριζε τα πάντα, διατί εξέλεξε τον Ιούδαν ως μαθητήν του; Τις η αιτία της προδοσίας; Μόνον τα χρήματα ή μήπως και διαψευσθείσαι εθνικιστικαί ελπίδες, τας οποίας εστήριζεν ο Ιούδας επί του Ιησού; ‘Η μήπως η εκδίκησις δι’ ελέγχους; Και το κυριώτερον πώς συμβιβάζεται η πρόγνωσις του Θεού περί της προδοσίας με την ελευθερίαν του Ιούδα; Επρόδωσεν επειδή είχε προφητευθή, ή είχε προφητευθή επειδή θα επρόδιδε; Αλλ’ ημείς μαζί με τον Πασκάλ φωνάζομεν° «Ω υπερήφανος λογική, ταπεινώθητι!». Μή είσαι καθ’ υπερβολήν περίεργος. Μή θέλεις να εξιχνιάσης όλα τα σχέδια του Θεού. Αγνοείς τον πλησιέστερον προς σε άνθρωπον, τον εαυτόν σου, και πώς θέλεις να καταλάβης πλήρως την πλέον σκοτεινήν μορφήν, τον Ιούδαν;
Το κλειδί της ερμηνείας του Ιούδα το κατέχεις συ. Πώς; Εάν παύσης, φίλε μου, να ερευνάς τον Ιούδαν και αρχίσης να ερευνάς τον άγνωστον εαυτόν σου και εν τη διαρκεί ερεύνη κατέλθης εις τας ψυχικάς αβύσσους, εκεί κάπου θ’ αντικρύσης τον Ιούδαν. Διότι πας άνθρωπος φέρει εντός του ένα Ιούδαν, όστις είνε έτοιμος να επαναλαμβανη την προδοσίαν, εάν δεν την έχη ήδη πράξει.
Αχ, πόσας φοράς προδίδομεν τον γλυκύν Ιησούν χωρίς να το αντιλαμβανώμεθα, και νομίζομεν, ότι μόνον ο Ιούδας είνε προδότης! Πόσοι διά τριάκοντα αργύρια δεν προδίδουν και φιλίαν και οικογένειαν και Πατρίδα και θρησκείαν! Πόσους Εφιάλτας και Πηλίους Γουσίους δεν εγέννησεν η φιλαργυρία! Πόσα ορφανά και χήρας δεν ηδίκησε! Και έπειτα από τα τόσα εκατομμύρια της κλοπής και της αδικίας ρίπτουν και μερικά ψιχία ελεημοσύνης, ελεημοσύνης σατανικής. Πόσαι οικίαι και καταστήματα και εργοστάσια δεν ηγοράσθησαν με τιμήν αίματος και δεν δύνανται να ονομασθούν Ακελβαμά, όπως ωνομάσθη ο αγρός του κεραμέως, ο οποίος ηγοράσθη με τα τριάκοντα αργύρια προς ταφήν των ξένων!
Όχι έρως χρημάτων, αλλά έρως Χριστού και έρως μαρτυρίου ας συγκινούν βαθύτατα τας καρδίας σας.
Photo by Κ.Σ. ( Αγ. Βαρβάρα Δράμας,2022).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου