Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου
Προηγουμένου Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου, Ἁγίων Μετεώρων
16 Δεκεμβρίου 2024, μνήμη Ἁγίου Μοδέστου Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων
ΜΕΓΑ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ !
Ἡ πορεία τῶν διαθρησκειακῶν διαλόγων
Τό ἀφήγημα τῶν ἀβρααμικῶν θρησκειῶν
Ἀπό τό πρῶτο ἀκόμη κείμενό μας γιά τούς διαθρησκειακούς διαλόγους τονίσαμε τόν ἰσχυρό σύνδεσμο, τήν ἀλληλοεξάρτηση καί τήν ἀλληλοϋποστήριξη ἀνάμεσα στόν πολιτικό καί τόν θρησκευτικό συγκρητισμό[1], πού ἀποτελοῦν τούς δύο μοχλούς στήριξης τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Εἴδαμε, ἔτσι, στό προηγούμενο ἄρθρο μας πῶς ἡ ἀντιπαράθεση τῶν ὑπερδυνάμεων τήν περίοδο τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου συμπαρέσυρε στήν δίνη του καί τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Στό πλαίσιο τῆς ἀντιμετώπισης τοῦ κομμουνιστικοῦ κινδύνου καί τῆς ἐνίσχυσης ἀντικομμουνιστικῶν δυνάμεων παγκοσμίως, οἱ Η.Π.Α. καί οἱ δυτικές Κυβερνήσεις ὑποστήριξαν καί ἐνίσχυσαν τόν «οἰκουμενικό διάλογο», τίς προσπάθειες γιά τήν «σύσφιγξη τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως» καί γενικώτερα τήν σύγκλιση μεταξύ τῶν θρησκειῶν.
Ἡ κατάρρευση τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων καί ἡ λήξη τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου ἀνέτρεψε τούς συσχετισμούς καί ἀνέδειξε νέα δεδομένα στήν παγκόσμια ἰσορροπία. Ἀπό τίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ΄90 ἡ ἀπουσία τοῦ ἀντίπαλου δέους, πού ἐνσάρκωνε ὁ κομμουνιστικός κίνδυνος, ἀπελευθερώνει δυνάμεις, οἱ ὁποῖες διοχετεύονται γιά τήν ἑδραίωση τῆς ἀμερικανικῆς ἰσχύος σέ εὐρύτερες περιοχές, ὅπως ἡ Μέση Ἀνατολή καί ὁ ἀραβικός κόσμος. Γιά νά στηριχθεῖ ἡ νέα αὐτή μονοκρατορία ἀπαιτεῖται τό ἀνάλογο ἰδεολογικό, πολιτικό, πολιτιστικό καί οἰκονομικό ὑπόβαθρο, πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν παγκοσμιοποίηση. Στό θρησκευτικό ἐπίπεδο τό ἀντίστοιχο τῆς παγκοσμιοποίησης εἶναι, βεβαίως, ἡ πανθρησκεία.
Μία ἀπό τίς πιό ἀντιπροσωπευτικές περιπτώσεις, πού μᾶς ἀποκαλύπτουν τό πόσο καθοριστικός εἶναι ὁ ρόλος τοῦ διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ στήν προώθηση τῆς παγκοσμιοποίησης καί τήν ἐπιβολή τῆς ἀμερικανικῆς πολιτικῆς, εἶναι οἱ Συμφωνίες τοῦ Ἀβραάμ.
Οἱ Συμφωνίες τοῦ Ἀβραάμ ἀποτελοῦν μιά σειρά συμφωνιῶν πού ὑπογράφηκαν τό 2020, μέ τήν μεσολάβηση καί ὑπό τήν αἰγίδα τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν (στήν διάρκεια τῆς πρώτης θητείας τοῦ νεοεκλεγέντα Ἀμερικανοῦ Προέδρου Ντόναλντ Τράμπ), μέ σκοπό τήν ὁμαλοποίηση τῶν σχέσεων μεταξύ τοῦ Ἰσραήλ καί διαφόρων ἀραβικῶν χωρῶν, ὅπως τά Ἡνωμένα Ἀραβικά Ἐμιράτα, τό Μπαχρέιν, τό Σουδάν καί τό Μαρόκο. Ἡ ὀνομασία «Συμφωνίες τοῦ Ἀβραάμ» ἀναφέρεται στόν κοινό πατριάρχη Ἀβραάμ (1813 π.Χ. - 1638 π.Χ.) τῶν τριῶν μεγάλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν—Ἰουδαϊσμοῦ, Χριστιανισμοῦ καί Ἰσλαμισμοῦ—ὑπογραμμίζοντας τήν κοινή θρησκευτική κληρονομιά καί τήν ἀνάγκη διαθρησκειακοῦ διαλόγου καί κατανόησης.
Στήν κοινή διακήρυξή τους οἱ χῶρες πού συμμετέχουν στίς Συμφωνίες δηλώνουν: «Ἐνθαρρύνουμε τίς προσπάθειες γιά τήν προώθηση τοῦ διαθρησκειακοῦ καί διαπολιτισμικοῦ διαλόγου γιά τήν προώθηση μιᾶς κουλτούρας εἰρήνης μεταξύ τῶν τριῶν Ἀβρααμικῶν θρησκειῶν καί ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας»[2].
Σύμφωνα μέ τόν σχεδιασμό πού ὑπῆρχε, στίς Συμφωνίες τοῦ Ἀβραάμ μποροῦν νά ἐνταχθοῦν σταδιακά καί ἄλλες χῶρες τοῦ ἀραβικοῦ κόσμου καί νά ἑδραιωθεῖ περαιτέρω ἡ ἀμερικανική ἐπιρροή στήν περιοχή μέ κύρια ἔκφραση ἰσχύος τό κράτος τοῦ Ἰσραήλ. Εἶναι, ἄλλωστε, γνωστό ὅτι ἦταν ἕτοιμη ἡ συμφωνία τοῦ Ἰσραήλ καί μέ τήν Σαουδική Ἀραβία, πού δέν πρόλαβε τότε νά ὑπογραφεῖ λόγῳ τῆς ἐπίθεσης τῆς Χαμάς (7 Ὀκτωβρίου 2023) καί τῆς ἔναρξης τοῦ πολέμου.
Ἀξιολογώντας τήν σημασία αὐτῆς τῆς σχεδιαζόμενης συμφωνίας ὁ Πρωθυπουργός τοῦ Ἰσραήλ Μπένιαμιν Nετανιάχου δήλωνε τόν Σεπτέμβριο τοῦ 2023: «Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία: Οἱ Συμφωνίες τοῦ Ἀβραάμ προανήγγειλαν τήν αὐγή μιᾶς νέας ἐποχῆς εἰρήνης... Πιστεύω ὅτι βρισκόμαστε στό κατώφλι μιᾶς πιό μεγάλης ἐξέλιξης: Μιά ἱστορική συμφωνία μεταξύ τοῦ Ἰσραήλ καί τῆς Σαουδικῆς Ἀραβίας. Μιά τέτοια εἰρήνη θά βοηθήσει πολύ πρός τόν τερματισμό της ἀραβο-ισραηλινῆς σύγκρουσης. Θά ἐνθαρρύνει ἄλλα ἀραβικά κράτη νά ὁμαλοποιήσουν τίς σχέσεις τους μέ τό Ἰσραήλ. Θά ἐνισχύσει τίς προοπτικές εἰρήνης μέ τούς Παλαιστίνιους. Θά ἐνθαρρύνει μιά εὐρύτερη συμφιλίωση μεταξύ τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί τοῦ Ἰσλάμ, μεταξύ τῆς Ἱερουσαλήμ καί τῆς Μέκκας, μεταξύ τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰσαάκ [Ἰουδαῖοι] καί τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἰσμαήλ [Μουσουλμάνοι]. Ὅλα αὐτά εἶναι τεράστιες εὐλογίες»[3].
Τό ἀφήγημα, βεβαίως, προϋπῆρχε καί δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τό ἰδεολογικό καί θρησκευτικό ὑπόβαθρο πού δημιουργήθηκε μέ τόν διαθρησκειακό διάλογο τῶν τριῶν ἀβρααμικῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν. Τό ἐγχείρημα τῆς ἑνότητας τῶν τριῶν ἀβρααμικῶν θρησκειῶν εἶναι τό δεύτερο βῆμα στήν κατεύθυνση τῆς πανθρησκειακῆς ἑνοποίησης. Τό πρῶτο βῆμα εἶναι ἡ «ἕνωση τῶν χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν», πού ἀναλύσαμε στό προηγούμενο κείμενό μας. Τό ἑπόμενο βῆμα εἶναι ἡ κοινή ἕνωση καί ἡ συγχώνευση ὅλων τῶν θρησκειῶν σέ μία «Ὑπερθρησκεία», ὅπως θά ἀναλύσουμε σέ ἑπόμενο κείμενό μας.
Τά βήματα αὐτά ξεκινοῦν σταδιακά, ἀλλά συνεχίζουν νά πραγματοποιοῦνται συντονισμένα σέ μία παράλληλη πορεία. Ἀπό τά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ΄60, τόσο οἱ ὀρθόδοξοι οἰκουμενιστές ὅσο καί οἱ παπικοί καί οἱ προτεστάντες ἀρχίζουν τήν προσέγγιση μέ τόν ἰουδαϊσμό καί τόν μωαμεθανισμό. Σημαντικός σταθμός ὑπῆρξε, ὅπως ἔχουμε ἀναφέρει, ἡ διακήρυξη τῆς Β’ Βατικανῆς Συνόδου (1962-1965) ὅτι οἱ τρεῖς μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκεῖες πιστεύουν στόν ἴδιο Θεό[4].
Ὁ κοινός βηματισμός τοῦ Φαναρίου μέ τό Βατικανό ἐπιβεβαιώνεται καί σέ αὐτή τήν περίπτωση. Ὅπως παρατηροῦσε ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης Ζηζιούλας: «Οἱ τρεῖς γνωστές μονοθεϊστικές θρησκεῖες (Ἰουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Ἰσλάμ) βρίσκονται σήμερα στίς ἀρχές ἑνός διαλόγου, στόν ὁποῖον πρωτοστατεῖ καί τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Στή φάση αὐτή ὁ στόχος τοῦ διαλόγου περιορίζεται στήν «ἀνεκτικότητα», τήν ἀποφυγή τῶν συγκρούσεων στό ὄνομα τῆς θρησκείας. Ὅσο καί ἄν δέν μᾶς ἱκανοποιεῖ αὐτό, δέν παύει νά εἶναι χρήσιμο, καί ἴσως ἐπιτακτικό. Ἀλλά, ἄν ἀρκεστοῦμε στήν ἀνεκτικότητα ὁδηγούμαστε σέ μιά νέα σκλαβιά. Πρέπει νά προχωρήσουμε πιό πέρα. Νά θέσουμε τά θρησκευτικά «πιστεύω» μας μπροστά στά ὑπαρξιακά προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου καί νά ἀξιώσουμε ἀπαντήσεις. Καμία θρησκευτική πίστη δέν δικαιώνει τήν ὕπαρξή της μόνο καί μόνο μέ τόν ἰσχυρισμό της ὅτι αὐτή κατέχει τήν ἀλήθεια. Πρέπει νά δείξει ὅτι ὑπάρχει ὄχι γιά νά σκλαβώνει, ἀλλά γιά νά ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο, νά ἀπαντᾶ στά βαθύτερα ὑπαρξιακά προβλήματά του»[5].
Τό ἀφήγημα τῶν ἀβρααμικῶν θρησκειῶν
Ἡ ἰδέα τῶν ἀβρααμικῶν θρησκειῶν ἐμφανίστηκε στό πλαίσιο τῆς συγκρητιστικῆς θρησκειολογίας, ὅπου μελετῶνται οἱ ὁμοιότητες καί τά κοινά σημεῖα μεταξύ διαφόρων θρησκευτικῶν παραδόσεων. Ἡ κοινή ἀναφορά στόν Ἀβραάμ, ὡς πατριάρχη καί προφήτη, θεωρήθηκε συνδετικό στοιχεῖο μεταξύ τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τοῦ Ἰσλάμ, ὁδηγώντας ἁπλουστευτικά καί παραπλανητικά στήν ἀνάπτυξη τοῦ ὅρου «ἀβρααμικές θρησκεῖες».
Πρόκειται οὐσιαστικά γιά ἕνα οἰκουμενιστικό τέχνασμα, ἕνα κατασκεύασμα πού δημιουργήθηκε ἀπό τούς θιασῶτες τοῦ διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ. Ὁ Ἀβραάμ θεωρήθηκε ὁ κοινός πατέρας ἰουδαίων, μουσουλμάνων καί χριστιανῶν. Οἱ ἰουδαῖοι κατάγονται κατά σάρκα ἀπό τόν Ἀβραάμ, ὡς φυσικοί ἀπόγονοί του. Οἱ μουσουλμάνοι κατάγονται ἀπό τόν Ἰσμαήλ, τόν γιό τοῦ Ἀβραάμ ἀπό τήν Ἄγαρ. Οἱ χριστιανοί εἶναι πνευματικοί ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ. Κατασκευάστηκε ἔτσι ὁ μύθος τῆς κοινῆς πατρότητος ἀπό τόν Ἀβραάμ.
Ποιοί εἶναι ὅμως οἱ γνήσιοι ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ; Εἶναι οἱ ἰουδαῖοι γνήσια τέκνα τοῦ Ἀβραάμ; Τήν ἀπάντηση μᾶς τήν δίνει τό ἀδιάψευστο στόμα τοῦ Χριστοῦ μας: «ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν»[6] (Μετ.: Ἐσεῖς κατάγεσθε ἀπό τόν πατέρα σας, τόν διάβολο καί τίς ἐπιθυμίες τοῦ πατέρα σας θέλετε νά κάνετε). Στό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, ἐπίσης, ὁ Χριστός συνομιλεῖ μέ Ἰουδαίους πού ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι τέκνα τοῦ Ἀβραάμ. Ὁ Χριστός τούς ἀπαντᾶ ὅτι ἐάν ἦταν ἀληθινά τέκνα τοῦ Ἀβραάμ, θά ἔπρατταν τά ἔργα τοῦ Ἀβραάμ[7], ἀλλά ἐπειδή ζητοῦν νά τόν φονεύσουν, δείχνουν ὅτι ἀκολουθοῦν τίς ἐπιθυμίες τοῦ διαβόλου, τόν ὁποῖο χαρακτηρίζει πατέρα τους. Ἐπίσης, σέ ἄλλο σημεῖο τούς προτρέπει: «Κάνετε, λοιπόν, ἔργα πού ταιριάζουν σέ ἄνθρωπο πού πραγματικά μετανοεῖ· καί μήν ἀρχίσετε νά λέτε μεταξύ σας ‘‘ἐμεῖς καταγόμαστε ἀπό τόν Ἀβραάμ’’. Νά εἶστε βέβαιοι πώς ὁ Θεός, ἀκόμη κι ἀπό αὐτές ἐδῶ τίς πέτρες μπορεῖ νά κάνει ἀπογόνους τοῦ Ἀβραάμ»[8].
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός κάνει τήν σαφή καί καθοριστική διάκριση μεταξύ φυσικῆς καί πνευματικῆς καταγωγῆς. Ἐνῶ, δηλαδή, οἱ ἰουδαῖοι μπορεῖ νά εἶναι φυσικοί ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ, τά ἔργα τους καί ἡ συμπεριφορά τους δέν ἀντανακλοῦν τήν πίστη καί τήν δικαιοσύνη τοῦ Ἀβραάμ. Ἐπομένως, πνευματικῶς δέν εἶναι τέκνα τοῦ Ἀβραάμ, ἀλλά τοῦ διαβόλου, ἐπειδή ἀκολουθοῦν τίς ἐπιθυμίες καί τά ἔργα του[9].
Ὅπως, λοιπόν, σέ τίποτε δέν ὠφέλησε τόν λαό τοῦ Ἰσραὴλ ἡ βιολογική συγγένεια μέ τόν Ἀβραάμ, ἔτσι καί σέ τίποτε δέν ὠφελεῖ τόν λαό τῶν ἀράβων μουσουλμάνων τό γεγονός, ὅτι κατάγονται βιολογικά ἀπό τόν Ἀβραάμ. Γιατί τό κριτήριο τῆς σωτηρίας δέν εἶναι ἡ κατά σάρκα συγγένεια μέ τόν Ἀβραάμ, ἀλλά ἡ πίστη στό θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Παγκοσμιοποίηση καί πανθρησκεία
Στήν πραγματικότητα, ὁ διάλογος μεταξύ τῶν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν ἔτσι, ὅπως διενεργεῖται, ἔχει πολιτικά κίνητρα καί προάγει ἕναν «πολιτικό οἰκουμενισμό» ὁδηγώντας σέ μιά «πολιτική θρησκεία» πού τοποθετεῖ ἰσότιμα τήν Ὀρθοδοξία, τόν Ἰουδαϊσμό καί τό Ἰσλάμ καί ὑπονομεύει τήν αὐθεντική πίστη τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός προειδοποιοῦσε πάντοτε γιά τούς κινδύνους τῆς παγκοσμιοποίησης καί τῆς πανθρησκείας καί παρατηροῦσε πολύ εὔστοχα: «Ἡ Πανθρησκεία δημιουργεῖ πλαστή συνείδηση ἑνότητας, εἶναι ὅμως ἀναίρεση τῆς μοναδικότητας τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς δυνατότητας σωτηρίας. Ἡ Παγκοσμιοποίηση, στήν πνευματική της διάσταση, σημαίνει πλήρη ἀποορθοδοξοποίηση καί ὁλοτελῆ ἐκφράγκευση-ἐκδυτικισμό, πού δέν ἐπέρχεται μέ τήν τεχνολογία, ἀλλά μέ τήν ἀποδοχή ἑνός τρόπου δῆθεν χριστιανικῆς ὑπάρξεως, πού δέν μπορεῖ νά σώσει. Ὅπως ἔλεγε σέ ἀνάλογη περίπτωση ὁ ὀρθόδοξος πολιτικός τοῦ ιθ’ αἰ. Γεώργιος Τυπάλδος-Ἰακωβάτος γιά τήν Γερμανία τῆς ἐποχῆς του: “πολλή θρησκεία, ἀλλά καθόλου Χριστός”!»[10].
Ἡ πανθρησκεία δημιουργεῖ πράγματι μία «θρησκεία χωρίς Χριστό», ὅπου δίνεται ἔμφαση σέ κοινές ἠθικές ἀξίες καί θρησκευτικές παραδόσεις, ἀλλά λείπει ἡ ζωντανή παρουσία τοῦ Χριστοῦ πού προσφέρει τήν ἀληθινή σωτηρία, τήν ἐνότητα μέ τόν Θεό, τήν κατά χάριν θέωση. Ὑπονομεύει, ἔτσι, τήν μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ, διότι σχετικοποιεῖ τή μοναδικότητα καί τήν ἀπόλυτη ἀλήθεια τῆς σωτηρίας διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία Του.
Στήν ἀντίθετη λογική ἀπό αὐτή τῆς Ἁγίας Γραφῆς κινεῖται ἡ στάση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν (Π.Σ.Ε.) ἔναντι τῶν μή χριστιανικῶν θρησκειῶν. Σέ κείμενο πού ἐνέκρινε ἡ Θ΄ Γεν. Συνέλευση μέ τίτλο «Θρησκευτική πολυμορφία καί αὐτοσυνειδησία τῶν Χριστιανῶν» (Religious plurality and Christian self-understanding) ἀναφέρεται:
«Οἱ θρησκευτικές παραδόσεις τῆς ἀνθρωπότητος, στήν μεγάλη τους διαφορετικότητα, εἶναι “πορεῖες” καί “προσκυνηματικά ταξίδια” γιά ἀνθρώπινη καταξίωσι τῆς ἀναζητήσεως τοῦ πληρώματος τῆς ἀληθείας περί τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἄν καί μπορεῖ νά εἴμαστε “ξένοι” μεταξύ μας, ὑπάρχουν στιγμές πού οἱ δρόμοι μας διασταυρώνονται στό σημεῖο πού λέγεται κλῆσις γιά “θρησκευτική φιλοξενία”. Τόσο ἡ προσωπική μας πεῖρα σήμερα ὅσο καί ἱστορικές στιγμές τοῦ παρελθόντος μαρτυροῦν γιά τό γεγονός ὅτι τέτοια φιλοξενία εἶναι δυνατή καί γίνεται ἐνίοτε... Τά πεπερασμένα ἀνθρώπινα ὅρια καί οἱ περιορισμένες δυνατότητες τῆς γλώσσης καθιστοῦν ἀδύνατη κάθε κοινότητα νά ἐξαντλήσῃ τό μυστήριο τῆς σωτηρίας πού προσφέρει ὁ Θεός στήν ἀνθρωπότητα. Ὅλες οἱ θεολογικές μας ἀντιλήψεις σέ τελική ἀνάλυσι δέν ξεπερνοῦν τά ὅρια τῆς δικῆς μας ἐμπειρίας καί δέν μποροῦν νά παρακολουθήσουν τό εὖρος τοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἀποκατάστασι τοῦ κόσμου»[11].
Στήν ἴδια κατεύθυνση καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος θεωρεῖ ὅτι «ὁ διάλογος μεταξύ τῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν εἶναι ἡ μόνη θεάρεστη ὁδός μαρτυρίας καί μεταδόσεως τῆς ἀληθείας»[12]. Καί ἀποτιμώντας τήν πορεία τοῦ διαθρησκειακοῦ διαλόγου ἐκτιμᾶ ὅτι: «Τό κύριο πρόβλημα στήν ἀλληλοκατανόηση, τήν ἀμοιβαία ἐμπιστοσύνη καί συνεργασία μεταξύ τῶν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν εἶναι ἡ ἀπολυτότης. Ἡ θέση δηλαδή τῆς κάθε θρησκείας, ὅτι αὐτή καί μόνον κατέχει τήν ἀπόλυτη περί τοῦ Θεοῦ καί κόσμου ἀλήθεια. [!] Ὡστόσο, ἐπειδή ὁ Θεός μόνος εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἀλήθεια, ἀπό τήν ὁποία κάθε ἄνθρωπος γνωρίζει ὄψεις μόνον τῆς ἀληθείας, γι’ αὐτό ὁ καθένας ὀφείλει νά ὁμολογεῖ, ὅπως ὁ Σωκράτης, τήν ἄγνοιά του καί νά εἶναι ἀνοικτός πρός τίς ἀπόψεις τῶν ἄλλων. Ἑπομένως οἱ δυσκολίες στή διαθρησκειακή ἐπικοινωνία ἀνακύπτουν ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ καθένας γνωρίζει μέν διάφορες ὄψεις τῆς ἀληθείας, ἀλλά αὐτές τίς ἀπολυτοποιεῖ καί θέλει νά τίς ἐπιβάλλει στόν ἄλλο. Οἱ θρησκευτικοί ἡγέτες καθῆκον ἔχουν νά ἀπορρίπτουν τέτοιες ἀπολυτοποιήσεις»[13].
Οἱ ἀπόψεις αὐτές τοῦ κ. Βαρθολομαίου καί τῶν περί αὐτόν, πού παρρησίᾳ, ἀνενδοιάστως καί κατ’ ἐπανάληψη διακηρύττουν, εἶναι ἐκτός τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς παραδόσεως τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί Εὐαγγελιστῶν, καθώς καί τῶν πνευματοφόρων Πατέρων στή δισχιλιετῆ πορεία τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μας. Καί εἰδικώτερα, ἐκείνων πού ἔχουν διατυπωθεῖ στίς ἁγίες Οἰκουμενικές Συνόδους καί ἐκφράζουν τήν δογματική συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας. Καί ὡς ἐκ τούτου, εἶναι παντελῶς ἀπορριπτέες.
Ἀπόλυτο δίκαιο εἶχε ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός, ὅταν ἔγραφε γιά ἀνάλογες ἀπόψεις: «Δὲν εἶναι αὐτὸ αὐτόματη διαγραφὴ τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἂν ὑπάρχει “καὶ ἐν ἄλλῳ τινί” δυνατότητα σωτηρίας, δηλαδὴ θεώσεως, τότε διατὶ ἡ ἐν Χριστῷ ἀποκάλυψη, ἀσάρκως στὴν Π. Διαθήκη, ἐνσάρκως στὴν Κ. Διαθήκη; Διατὶ ἡ Σάρκωση, ἡ Πεντηκοστή, ἡ Ἐκκλησία, ὡς σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία Ἁγίων; Οἱ πράξεις μας συνιστοῦν ἀπόρριψη τοῦ Χριστιανισμοῦ, παρά τὴν παραπλανητικὴ ὡραιολογία μας, ποὺ κανένα δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ ἀπατήση»[14].
Ἡ στάση τῶν Ἁγίων Πατέρων στούς διαλόγους
Παρότι ὁ κ. Βαρθολομαῖος ὑποστηρίζει ὅτι καμμία θρησκεία δέν μπορεῖ νά θεωρεῖ «ὅτι αὐτή καί μόνον κατέχει τήν ἀπόλυτη περί τοῦ Θεοῦ καί κόσμου ἀλήθεια», ἡ Ἀλήθεια τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας εἶναι Μία καί Μοναδική καί εἶναι καί Ἀπόλυτη ἔτσι, ὅπως μᾶς παραδίδεται στήν Ἁγία Γραφή: «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία, οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις, ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς»[15] (Μετ. Δέν ὑπάρχει δι’ οὐδενός ἄλλου σωτηρία, οὔτε ὑπάρχει ἄλλο ὄνομα ὑπό τόν οὐρανό, δοσμένο στούς ἀνθρώπους, διά τοῦ ὁποίου πρέπει νά σωθοῦμε).
Αὐτή τήν ἀπόλυτη ἀλήθεια ἀκολούθησαν πιστά ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅταν διαλέγονταν μέ ἑτεροδόξους καί ἑτεροθρήσκους, ὅπως τούς ὀπαδούς τοῦ ἰσλάμ.
Ὁ μακαριστός Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου Γέροντας Γεώργιος Καψάνης ἀνακεφαλαιώνει τήν ἀντίληψη καί τήν στάση τῶν Ἁγίων μας στίς συζητήσεις τους μέ τούς ἑτεροθρήσκους καί τήν ἀντιπαραθέτει μέ αὐτή ὅσων διεξάγουν τούς σύγχρονους διαθρησκειακούς διαλόγους:
«Μελετώντας τοὺς βίους τῶν Ἁγίων ποὺ ἦρθαν σὲ ἐπαφὴ καὶ συζητήσεις μὲ τοὺς Μουσουλμάνους, ὅπως ὁ ἅγιος Φώτιος καὶ ὁ μαθητής του Κωνσταντῖνος (μετέπειτα ἅγιος Κύριλλος, ἀπόστολος τῶν Σλάβων), ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ἱερὸς Γεννάδιος ὁ Σχολάριος, διαπιστώνουμε ὅτι ἐνῶ ἡ μουσουλμανικὴ πλημμυρίδα ἀπειλοῦσε τὸ Βυζάντιο, οἱ θεοφόροι αὐτοὶ ἄνδρες στὶς συζητήσεις τους μὲ τοὺς μουσουλμάνους ἐτόνιζαν ὅτι ἀληθὴς Θεὸς εἶναι ὁ Τριαδικὸς Θεός, ὅτι μόνος Σωτήρας τῶν ἀνθρώπων εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ ὅτι ὁ Μωάμεθ εἶναι ψευδοπροφήτης.
Τὶς ἀλήθειες αὐτὲς ὑπεστήριξαν γιὰ νὰ μὴν ἀθετήσουν τὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ καὶ φανοῦν ἔνοχοι ἀρνήσεώς Του, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀγάπης πρὸς τοὺς μουσουλμάνους μήπως τυχὸν πιστεύσουν στὸν Χριστὸ καὶ σωθοῦν.
Στοὺς συγχρόνους διαλόγους δίδεται δυστυχῶς ἡ ἐντύπωσις ὅτι τὸ θέμα τῆς Πίστεως εἶναι δευτερεῦον ἢ καὶ μπορεῖ τελείως νὰ παρασιωπᾶται, προκειμένου νὰ ἐπιτύχουμε πρακτικοὺς σκοπούς, ὅπως εἶναι ἡ συνεργασία γιὰ τὴν εἰρήνη ἢ τὴν οἰκολογία»[16] !!!
Αὐτό τό πρόσχημα τῆς εἰρήνης προβάλλεται κατά κόρον στίς διάφορες διαθρησκειακές συναντήσεις γιά τίς ὁποῖες παρατηροῦσε σχετικά ὁ Ἅγιος Παΐσιος: «Εἶναι καὶ μερικοὶ ποὺ ξεκινοῦν μὲ καλὴ διάθεση. Ἀλλά, ὅταν μαζεύωνται τί μάγοι, τί πυρολάτρες, τί Προτεστάντες, ἕνα σωρό – ἄκρη δὲν βρίσκεις –, γιὰ νὰ φέρουν τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο, πῶς νὰ βοηθήσουν; Ὁ Θεὸς νὰ μὲ συγχωρέση, αὐτὰ εἶναι κουρελοῦδες τοῦ διαβόλου. Γίνεται εἰρήνη μὲ ἁμαρτωλὸ συνεταιρισμό; Πῶς μπορεῖ νὰ ἔρθη ἡ εἰρήνη, ὅταν οἱ ἄνθρωποι δὲν συμφιλιωθοῦν μὲ τὸν Θεό; Μόνον ὅταν συμφιλιωθῇ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, ἔρχεται καὶ ἡ ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ ἡ ἐξωτερική. Γιὰ νὰ συμφιλιωθῇ ὅμως ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, πρέπει νὰ ἔρθη σὲ συναίσθηση, νὰ μετανοήση, νὰ ζῆ σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, καὶ τότε ἔρχεται ἡ Χάρις καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ μέσα του, ὁπότε μπορεῖ νὰ βοηθήση καὶ γιὰ τὴν εἰρήνη γύρω του»[17].
Μέ ἀνάλογο ἁγιοπατερικό φρόνημα σχολίαζε τίς διαθρησκειακές συναντήσεις καί ὁ ὁμολογητής τῆς πίστεως μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός, «ὁ λέων τῆς Ὀρθοδοξίας», κατά τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, θέτοντας ταυτόχρονα τά ὀρθόδοξα κριτήρια τῆς συμμετοχῆς στούς διαλόγους καί ἀναδεικνύοντας τίς εὐθύνες τῶν συμμετεχόντων:
«Ἡ Οἰκουμενική Κίνηση ἀποδείχθηκε προειδοποίηση τῆς Πανθρησκείας, τοῦ “Εὐαγγελίου” τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ἁπτές ἐπιβεβαιώσεις τῆς Πανθρησκείας εἶναι οἱ διαθρησκειακές συναντήσεις, ὄχι ὡς ἐπιστημονικοί θρησκειολογικοί διάλογοι, νομιμοποιούμενοι ὁπωσδήποτε, ἀλλ’ ὡς συμπροσευχές καί ἐκφράσεις ἑνότητος ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Πάπα καί a priori καταξίωση τῶν διαφόρων θρησκευμάτων ὡς ἐκφάνσεων τῆς μιᾶς σωστικῆς Ἀλήθειας...
Ἡ Ὀρθοδοξία πορεύεται πάντα διαλεκτικά στήν ἱστορία. Αὐτό σημαίνει ἀντιθετικά καί συνθετικά. Σύνθεση ἐδῶ θά ἦταν μόνο ἡ μεταλλαγή της δαιμονικότητας τῆς παγκοσμιοποίησης σέ ἐν Χριστῷ οἰκουμενικότητα. Αὐτό ὅμως ἔχει σχέση μέ τήν ὀρθοδοξία τῶν Ὀρθοδόξων καί μάλιστα τῶν Ποιμένων. Ἀπό τήν ἡγεσία πάντα ἀρχίζει τό πρόβλημα! Πόσο ὀρθόδοξοι δηλαδή εἶναι οἱ Ποιμένες καί πόσο ὀρθόδοξα εἶναι τά κριτήριά τους. Σ’ αὐτό τό σημεῖο διαπράττεται ἕνα τρομερό λάθος. Ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἡγεσία τά πράγματα κρίνονται, κατά κανόνα, μέ μέτρο τίς ἀποορθοδοξοποιημένες συνειδήσεις καί ὄχι τά αὐθεντικά οἰκουμενικά πρότυπα, τούς Ἁγίους μας. Δέν πρόκειται, ὅπως πιστεύεται, γιά διαφορά συντηρητικῶν-φιλελευθέρων, πού εἶναι μόνο ποσοτική. Αὐτή ἡ διάκριση γινόταν παλιά καί σήμαινε ποιά πλευρά ἀπορρίπτει περισσότερα ἤ λιγότερα ἀπό τήν παράδοση. Ἡ διαφορά σήμερα εἶναι μεταξύ παραδοσιακῶν καί ἀντιπαραδοσιακῶν, πατερικῶν δηλαδή καί ἀντιπατερικῶν. Ἡ σχέση μέ τήν ἀποστολική καί πατερική παράδοση βαρύνει. Καί τό μόνο κριτήριο στή στάση μας ἀπέναντι στίς δυνάμεις τῆς παγκοσμιοποίησης, στούς διαθρησκειακούς ἤ διαχριστιανικούς διαλόγους, εἶναι ἀκριβῶς αὐτό. Πόσο πατερικοί εἴμαστε! Ἄν δηλαδή στά πρόσωπά μας διαλέγονται οἱ Ἅγιοί μας -καί ὄχι ἡ δική μας ἀλλοτρίωση- μέ τήν ἑτερόδοξη ἀλλοτρίωση. Οἱ “ὀρθόδοξοι” ἔχουμε ἀγγίξει τά ὅρια τοῦ γενικευμένου χριστιανισμοῦ τῆς ἑτεροδοξίας καί γι’ αὐτό ἔχουμε ταυτισθεῖ, ὡς ἡγεσία περισσότερο, μέ τόν παπισμό καί τούς προτεσταντισμούς, καταργώντας στήν οὐσία τόν διάλογο μαζί τους. Ἡ ἐκ μέρους μας ἰδεολογικοποίηση καί θρησκειοποίηση τῆς πίστεως σέ διαλόγους ὄχι ταυτότητας καί ὑπαρκτικότητας, ἀλλά συναλλαγῆς, ὁδηγεῖ συνήθως στό νά παρασυμβαλλόμεθα μέ τούς φορεῖς τῆς παγκοσμιοποίησης καί νά ὁμοιούμεθα αὐτοῖς (πρβλ. Ψάλ. 48,13[18]). Χάνεται ὅμως ἔτσι κάθε ἔννοια ἀληθινοῦ διαλόγου Ὀρθοδοξίας καί Ἑτεροδοξίας, ἀλλά καί κάθε ἐλπίδα συναντήσεως στά ὅρια τῆς παραδόσεως καί ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων, πού εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Θέσεις ὅπως ἡ ἐκκλησιαστικότητα τοῦ Παπισμοῦ, ἡ ἐξισωτική καί ἡ ἰσοπεδωτική «βαπτισματική θεολογία» στόν οἰκουμενικό διάλογο, ἡ δυνατότητα σωτηρίας στά διάφορα θρησκεύματα καί ἡ πρακτική ἐξίσωση τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Ἁγίων μας μέ αὐτά, ἁπλῶς ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀποξένωσή μας ἀπό τήν Πίστη τῶν Πατέρων μας, πού ὄχι μόνο μᾶς στεροῦν τό δικαίωμα νά ἐκπροσωποῦμε τήν Ὀρθοδοξία τῶν Ἁγίων μας, ἀλλά καί μᾶς καθιστοῦν ὑπεύθυνους γιά τήν αὔξηση τοῦ ὑπάρχοντος σκότους (Μάτθ. 6, 23). Ἡ ὑπέρβαση τῆς Παγκοσμιοποίησης μόνο ἁγιοπνευματικά εἶναι δυνατή, ἀλλ’ αὐτό προϋποθέτει ζωή ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, δηλαδή Ὀρθοδοξία»[19].
Ἀδελφοί Ὀρθόδοξοι ὅλης τῆς γῆς, χάριτι τοῦ Σαρκωθέντος γλυκυτάτου Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς Κυρίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων, ἄς μείνουμε σταθεροί καί ἀμετακίνητοι στήν ἅπαξ παραδοθεῖσα ὀρθόδοξη πίστη μας. Ὁ Κύριος μεθ’ ἡμῶν!
Εὐλογημένα Χριστούγεννα! Καλή φώτιση σέ ὅλους μας!
[1] Συγκρητισμός: ἀνάμειξη στοιχείων διαφορετικῆς προελεύσεως, κυρ. θρησκειῶν ἤ τύπων λατρείας, ὥστε νά προκύψει κάτι καινούργιο, Ἰ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό γιά τό σχολεῖο καί τό γραφεῖο, Ἀθήνα 2004, σελ. 974
[2] The Abraham Accords Declaration, https://www.state.gov/the-abraham-accords/
[3] Nετανιάχου, Ἡ συμφωνία μέ τή Σαουδική Ἀραβία θά δημιουργήσει μιά νέα Μέση Ἀνατολή, ἐφημ. Καθημερινή, 22-9-2023, https://www.kathimerini.gr/world/562631830/netaniachoy-i-symfonia-me-tin-saoydiki-aravia-tha-dimioyrgisei-mia-nea-mesi-anatoli/
[4] Διατάγματα Β' Συνόδου Βατικανοῦ, τεῦχος 7, ἔκδ. «Γραφείου Καλοῦ Τύπου», Ἀθήνα, σελ. 43-44
[5] Ἀλήθεια, Ἀνεκτικότητα καί Μονοθεϊσμός. Εἶναι δυνατός ἕνας διαθρησκειακός διάλογος; Περ. Θεολογία, τόμος 84, τεῦχος 2, Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2013
[6] Ἰω. 8, 44
[7] Ἰω. 8, 39: «Εἰ τέκνα τοῦ Ἀβραάμ ἦτε, τά ἔργα τοῦ Ἀβραάμ ἐποιεῖτε»
[8] Λουκ. 3,8
[9] Αὐτή ἡ διάκριση μεταξύ φυσικῆς καί πνευματικῆς καταγωγῆς ἐμφανίζεται καί σέ ἄλλα σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Γιά παράδειγμα, στήν πρός Ῥωμαίους ἐπιστολή (2:28-29), ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὅτι ἀληθινός Ἰουδαῖος δέν εἶναι αὐτός πού εἶναι ἐξωτερικά, ἀλλά αὐτός πού εἶναι ἐσωτερικά, καί ἀληθινή περιτομή εἶναι αὐτή τῆς καρδιᾶς, ἐν πνεύματι.
[10] Πρωτ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, Ὀρθόδοξη Οἰκουμενικότητα καί Παγκοσμιοποίηση, στό Στά μονοπάτια τῆς ρωμηοσύνης, ἔκδ. Ἁρμός, σελ. 413.
[11] 9th Assembly of WCC, Assembly Documents, Religious plurality and Christian self-understanding, 44-47
[12] Χαιρετισμός τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου κατά τό ἐν Ἀγκύρᾳ Συνέδριον Διαθρησκειακοῦ Διαλόγου, 25.10.1998, Περιοδικό «Ὀρθοδοξία» Δ (1998), 749-752
[13] Χαιρετισμός τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου κατά τό ἐν Ἀγκύρᾳ Συνέδριον Διαθρησκεια-κοῦ Διαλόγου, 25.10.1998, Περιοδικό «Ὀρθοδοξία» Δ (1998), 749-752
[14] Πρωτ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, Οἱ διάλογοι χωρίς προσωπεῖον (Ἀνάτυπο), σελ. 13
[15] Πράξ. 4, 12
[16] Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Οἱ διαθρησκειακὲς ἐκδηλώσεις καὶ ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας, Παρακαταθήκη τ. 28, σελ. 3-4
[17] Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι, τ. Β’ Πνευματική ἀφύπνιση, Ἱ. Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσ/νίκης 1999, σ. 355-356
[18] «καὶ ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς».
[19] ὅ.π., σελ. 412-417
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου