Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μικρὰ καὶ μεγάλα σφάλματα στὴ ζωή τους. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ περιπτώσεις ποὺ τὰ σφάλματα γίνονται εὐρέως γνωστά, σκανδαλίζουν τὸ κοινωνικὸ σύνολο καὶ προκαλοῦν πικρὰ σχόλια, τὰ ὁποῖα συνήθως εἶναι ὑπερβολικὰ καὶ ἀποδεικνύουν ὅτι λείπει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδελφὸ ποὺ σφάλλει, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ θεμέλιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῶν χριστιανῶν.
Συνηθίζουν οἱ ἄνθρωποι, ὅταν ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους, νὰ ἀσχολοῦνται μὲ ἀλλότριες ὑποθέσεις, χωρὶς νὰ θέλουν νὰ παραδεχθοῦν ὅτι αὐτὰ γιὰ τὰ ὁποῖα κρίνουν τοὺς ἄλλους ὑπάρχουν στοὺς ἴδιους, θὰ λέγαμε ὅτι εἶναι ἡ καθημερινότητά τους. Πολλὲς φορὲς οἱ σχολιαζόμενοι εἶναι παρόντες καὶ ἀκοῦν τὶς ἐμπαθεῖς κατηγορίες, γεγονὸς ποὺ προκαλεῖ ἀντιδράσεις καὶ οἱ κατηγορούμενοι γίνονται σφοδροὶ κατήγοροι, ἀνοίγοντας τοὺς φακέλους τῆς προσωπικῆς ζωῆς τῶν κατηγόρων τους. Ἀνάβουν τὰ αἵματα, ξεφεύγουν ἀπὸ τοὺς κανόνες τῆς λογικῆς καὶ κάποτε καταλήγουν μὲ βιαιοπραγίες. Ὁ ἀμέτοχος θεατὴς αὐτῶν τῶν γεγονότων διαπιστώνει ὅτι στοὺς συνηθισμένους ἀνθρώπους τοῦ καφενείου καὶ τῆς ἀγορᾶς δὲν ὑπάρχει οὔτε ἴχνος στοιχειώδους παιδείας. Ἡ θηριώδης συμπεριφορὰ τους εἶναι ἀποκαρδιωτική.
Ἀρνητικὰ συναισθήματα προκαλοῦν καὶ οἱ μορφασμοὶ ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ δὲν μιλάει, ἀλλὰ δέχεται τὶς εἰς βάρος τῶν ἄλλων κατηγορίες καὶ «ἐκφράζεται» σιωπῶν. Γενικὰ ἡ κατάκριση εἶναι σοβαρὸ ἁμάρτημα καὶ πρέπει ὁ κατὰ Θεὸν ἀγωνιζόμενος νὰ εἶναι πολὺ προσεκτικός. Ὁ ἅγιος Πορφύριος, ἀπευθυνόμενος σέ πνευματικό του τέκνο, ἔδωσε τὴν ἀκόλουθη συμβουλὴ σχετικὰ μὲ τὴν εὔκολη, πλὴν ἁμαρτωλή, κατάκριση: «Νὰ μὴ κατηγορεῖς τὸν ἄλλο γιὰ τὰ σφάλματά του καὶ νὰ μὴ τοῦ τὰ ὑπενθυμίζεις. Τότε τὸν καθίζει στὸ σκαμνὶ ἡ ἴδια ἡ συνείδησή του καὶ τὸν δικάζει. Μόνο ἔτσι διορθώνεται τὸ κακό. Διαφορετικά, ὅταν ἐσὺ τὸν κατακρίνεις, ἀμύνεται, δικαιολογεῖ τὸν ἑαυτό του, ρίχνει τὶς εὐθύνες του σὲ σένα καὶ σὲ ἄλλους, γίνεται σκληρὸς καὶ τὸ κακὸ ἀντὶ νὰ διορθωθεῖ, χειροτερεύει».
Πρέπει ὅμως νὰ κάνουμε μία ἀναγκαία διευκρίνιση. Ἄλλο εἶναι ἡ κατηγορία ἑνὸς συνανθρώπου μας γιὰ κάποια σφάλματά του καὶ ἄλλο ἡ γενικὴ θεώρηση τῆς κακίας ποὺ ὑπάρχει στὴν κοινωνία καὶ πρέπει νὰ ἐλέγχεται. Τὸ πρῶτο δὲν ἐπιτρέπεται, τὸ δεύτερο ἐπιβάλλεται. Ἐλέγχουμε καλοπροαίρετα, σχολιάζουμε ἔνοχες πράξεις καὶ δυσάρεστα ἀποτελέσματα, μὲ μοναδικὸ σκοπὸ νὰ περισταλεῖ τὸ κακὸ καὶ ἂν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐκλείψουν οἱ ἐγκληματικὲς ἐνέργειες διαφόρων ἐπικίνδυνων ἀνθρώπων.
Ὁ κατὰ Θεὸν ἀγωνιζόμενος ἀποφεύγει τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀρέσκονται στὶς κατηγορίες καὶ στὰ εὔκολα συμπεράσματα. Δὲν τὸν ἐνδιαφέρουν οἱ πράξεις καὶ ἐπιδιώξεις τῶν ἄλλων. Προσέχει τὴ δική του ζωὴ καὶ ἀνησυχεῖ ὅταν ἀπὸ ἀδυναμία κάνει κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ σχολιασθεῖ καὶ νὰ διασυρθεῖ ἀδίκως. Δυστυχῶς, ὑπάρχει τάση νὰ περιγράφονται καταστάσεις μὴ ἀποδεκτὲς ἀπὸ πολλοὺς ἀνθρώπους, ἐνῷ ἀποσιωπῶνται ἀξιόλογες πράξεις, ποὺ προκαλοῦν κάποια αἰσιοδοξία ὅτι δὲν χάθηκαν τὰ πάντα στὴν πατρίδα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου