( Ιερός Ναός Αγ. Σοφίας Ακροπόλεως)
Κ.Σ.
Ο πόνος κοσκινίζει κάθε τι άσχετο. Σε κάνει να είσαι δύσκολος στην εκλογή καθωρισμένων συναντήσεων. Κάθε περιττό αποβάλλεται. Παραμένει μόνον ό,τι είναι αναγκαίο, ό,τι είναι απόλυτα απαραίτητο.
Τελικά παραμένουν δύο πράγματα να διαλέξεις. Και κάθε στιγμή είναι αναγκαία για την εκλογή αυτή: Το ουρλιαχτό ή η προσευχή. Το ουρλιαχτό πέφτει πάνω σε τοίχους αφήνοντας να γυρίζουν πίσω σκληροί οι απόηχοί του. Η προσευχή διαπερνάει τους τοίχους, τους γκρεμίζει.
Στην προσευχή κατεβαίνεις μαζί με τον Χριστό στον άδη και καταλύεις την εξουσία του θανάτου. Εισχωρείς στην πυρωσιά του πόνου σου και πιάνεις την αγωνία από τον λαιμό και την συντρίβεις πάνω στην Πέτρα που σου δόθηκε.
Εδώ προβάλλει γυμνή η φτώχεια των λόγων. Εδώ διαπιστώνει κανένας πόσα κενά παρουσιάζει η γραφή. …Η λέξη που δεν έγινε σαρξ παραμένει κενός ήχος.
Όπου σταματάει η προσευχή, ξυπνάει το ουρλιαχτό. Κι εκεί, στο ουρλιαχτό, υπάρχει «ο βρυγμός των οδόντων», εκεί βρίσκεται «ο σκώληξ, ός ου τελευτά». Νιώθεις πως κατατρώει το σώμα σου, πως δεν είναι ένα σκουλήκι, αλλά πολλά μαζί. Σαν το τριβέλι προχωρούν ως το μεδούλι της υπάρξεώς σου. Και ξανανιώθεις να αποσυντίθεται μέσα σου κάθε νεύρο. Κάθε σκέψη κομματιάζεται σε ανυπαρξία νοήματος. «Τίποτε δεν είναι τόσο καταστρεπτικό όσο ο πόνος», διάβασες σ’ ένα επιστημονικό εγχειρίδιο. Και το βλέπεις αυτό απλώς να επιβεβαιώνεται: Είμαι ένα απόβρασμα της θάλασσας. Ένα ναυάγιο είμαι, ένα ναυάγιο, ένα ναυάγιο…
Η φίλαυτη αυτολύπησή σου συντηρεί το ουρλιαχτό.
(Ι. Μ. Καλαμίου Επιδαύρου, ph. by Κ.Σ)
Η αγάπη του παροδικού είναι η έδρα της εγωιστικής αυτοσυμπάθειάς σου και γι’ αυτό του βασανισμού σου. Στο βαθμό που η σκέψη σου έχει ως χώρο κινήσεως και τελικό στόχο το παροδικό, εσύ δεν είσαι ελεύθερος. Κυριαρχούν επάνω σου ακόμη η μελαγχολία και τα όνειρα, γι’ αυτό κι ο φόβος και η οδύνη.
Το σώμα σου δεν έχει αντιληφθεί την σωματικότητά του. Πιστεύεις ακόμη στον θάνατο ως δύναμη και είσαι αιχμάλωτος της εξουσίας του. Από εκεί ξεκινάει το άγχος μπρος στην οδύνη. Απ’ εκεί ξεκινάει η ανάγκη μιας κάποιας παρηγοριάς. Από την εγωιστική αυτοσυμπάθεια οδηγείσαι στον πανικό. Ο πανικός παίρνει διάφορες εκφραστικές μορφές.
Είδα ν’ αντικατοπτρίζουν πανικό τα μάτια ανθρώπων γιορταστικά ντυμένων. Άκουσα να χτυπάει πανικόβλητη η καρδιά χορωδών, όπως η καρδιά των μικρών πουλιών που κρατάς στο χέρι σου. Ο τρόμος στάθηκε η αιτία για λόγους φιλειρηνικούς, για προπόσεις και πανηγυρικούς. Ο τρόμος έχτισε παλάτια στο μέλλον και κήπους γεμάτους ειδύλλιο.
Σαν την καρδούλα του πουλιού τρέμει ο άνθρωπος στο χέρι του θανάτου. Τον κυριεύει πανικός με τη σκέψη της αρρώστιας, της φτώχειας, της οδύνης: τους προάγγελους του θανάτου…
Απ΄ τον πανικό γεννιέται η απόγνωση. Η απόγνωση βάζει στο χέρι σου το όπλο της αυτοκτονίας. Θα είναι λοιπόν η αυτοκτονία ο τελευταίος πόρος της αυτοσυμπάθειάς σου, το κέντρο των εγωιστικών στόχων σου; Θα είναι το επακόλουθο του θανάτου που έχει ήδη συμβεί στη ζωή σου, όπου η ελπίδα χτίστηκε πάνω σε παροδικά πράγματα και επομένως είναι καταδικασμένη σε θάνατο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου