Ἂν δὲν μοῦ ῾δινες ποίηση Κύριε
Ἂν δὲ μοῦ ῾δινες τὴν ποίηση, Κύριε,
δὲ θἄχα τίποτα γιὰ νὰ ζήσω.
Αὐτὰ τὰ χωράφια δὲ θἆταν δικά μου.
Ἐνῷ τώρα εὐτύχησα νἄχω μηλιές,
νὰ πετάξουνε κλώνους οἱ πέτρες μου,
νὰ γιομίσουν οἱ φοῦχτες μου ἥλιο,
ἡ ἔρημός μου λαό,
τὰ περιβόλια μου ἀηδόνια.
Λοιπόν; Πῶς σοῦ φαίνονται; Εἶδες
τὰ στάχυά μου, Κύριε; Εἶδες τ᾿ ἀμπέλια μου;
Εἶδες τί ὄμορφα ποὺ πέφτει τὸ φῶς
στὶς γαλήνιες κοιλάδες μου;
Κι᾿ ἔχω ἀκόμη καιρό!
Δὲν ξεχέρσωσα ὅλο τὸ χῶρο μου, Κύριε.
Μ᾿ ἀνασκάφτει ὁ πόνος μου κι᾿ ὁ κλῆρος μου μεγαλώνει.
Ἀσωτεύω τὸ γέλιο μου σὰν ψωμὶ ποὺ μοιράζεται.
Ὅμως,
δὲν ξοδεύω τὸν ἥλιό σου ἄδικα.
Δὲν πετῶ οὔτε ψίχουλο ἀπ᾿ ὅ,τι μοῦ δίνεις.
Γιατί σκέφτομαι τὴν ἐρμιὰ καὶ τὶς κατεβασιὲς τοῦ χειμῶνα.
Γιατί θἄρθει τὸ βράδι μου. Γιατί φτάνει ὅπου νἆναι
τὸ βράδι μου, Κύριε, καὶ πρέπει
νἄχω κάμει πρὶν φύγω τὴν καλύβα μου ἐκκλησιὰ
γιὰ τοὺς τσοπάνηδες τῆς ἀγάπης.
***
Εἰρήνη εἶναι ὅταν...
Εἰρήνη, λοιπόν,
εἶναι ὅ,τι συνέλαβα μὲς ἀπ᾿ τὴν ἔκφραση
καὶ μὲς ἀπ᾿ τὴν κίνηση τῆς ζωῆς. Καὶ Εἰρήνη
εἶναι κάτι βαθύτερο ἀπ᾿ αὐτὸ ποὺ ἐννοοῦμε
ὅταν δὲν γίνεται κάποτε πόλεμος.
Εἰρήνη εἶναι ὅταν τ᾿ ἀνθρώπου ἡ ψυχὴ
γίνεται ἔξω στὸ σύμπαν ἥλιος. Κι ὁ ἥλιος
ψυχὴ μὲς στὸν ἄνθρωπο.
(ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ἔργο: Δυὸ ἄνθρωποι
μιλοῦν γιὰ τὴν εἰρήνη τοῦ κόσμου)
***
Μὴν ἀγγίζετε!
Ἀφῆστε αὐτὸν τὸν ὄμορφο κόσμο νὰ διαιωνίζεται
ἀνακυκλώνοντας τὸ αὔριο μὲς στὶς πηγές του ὅπως
τὸν καιρὸ ποὺ γεννήθηκα ὡς ν᾿ ἀναδύεται,
κάθε πρωί, γιὰ πρώτη φορά, μὲς
ἀπ᾿ τὶς ρόδινες γάζες τῆς γέννας του.
Σβῆστε στὸν ἥλιο τὴν κακὴ φωτιά.
Μὴ μᾶς σκοτώνετε!
***
Αὐτοβιογραφία (ἀποσπάσματα)
Μὴ μοῦ σκοτώσετε τὸ νερό.
Μὴ μοῦ σκοτώσετε τὰ δέντρα.
Μὴ μοῦ ξεσκίστε αὐτὲς τὶς θεῖες σελίδες ποὺ τὶς γράψανε
τ᾿ ἀσύλληπτο φῶς κι ὁ ἀσύλληπτος χρόνος
κι ὅπου σταθῶ μὲ περιβάλλουν.
Μὴ μοῦ σκοτώσετε τῆς γῆς τὸ ποίημα!...
...Ἐπιστρατέψετε τὴν αἰωνιότητα,
ἀνάβοντας τὸ ἄστρο: «Ἀγάπη».
Ἐπιστρατέψετε τὴν αἰωνιόττητα, ἀνάβοντας
ψηλότερα ἀπ᾿ ὅλα, πάνω ἀπ᾿ τὸ ἕτοιμο
βάραθρο, τὸ ἄστρο: «Ἀνθρώπινο μέτωπο!»...
...Σᾶς παρακαλοῦμε:
Ἀφῆστε μας τὰ πράγματα.
Μὴ μᾶς τὰ καῖτε.
Ἀφῆστε τὰ ἔντομα νὰ βρίσκουνε τ᾿ ἄνθη τους.
***
Ο Ν. Βρεττάκος ο πνευματικός αυτός «μεταλλωρύχος» κατάφερε με μια ποίηση μεστή νοημάτων, αλλά και έντονου συναισθηματισμού, δημιουργικής φαντασίας επεξεργασμένης τέχνης και μουσικότητας ν’ ανασύρει μέσα από τη σκοτεινή στοά το φως και την αγάπη και να τή διαδώσει στον κόσμο.
«Ο ρόλος μου είναι ρόλος μεταλλωρύχου. Ναι αισθάνομαι να είμαι κάτι σαν είδος μεταλλωρύχου. Κι εποχή μας εχει γίνει κάτι σαν είδος στοάς σκοτεινής, φορτωμένης, επικίνδυνης. Ευχαριστώ τη μοίρα, που μού ΄δωσε αυτή την ψυχή, αυτή τη μικρή σκαπάνη και υπάρχω χάρις σ’ αυτή».
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος με την ακάλυπτη από το χρόνο ποίησή του θα υπάρχει πάντα ανάμεσά μας.Το έργο του θα αποτελέσει ένα ανεξάντλητο ορυχείο ευαισθησίας και ανθρωπιάς για όλους, όσοι προσπαθούν να αντισταθούν στη φθορά της εποχής μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου