«– Ἄλλα εἶναι τὰ σημάδια τῆς πλάνης κι ἄλλα τῆς χάρης…»
(Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καψοκαλύβη)
Ἀνταμώνοντας ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης τὸν ἅγιο Μάξιμο καὶ συνομιλῶντας μὲ αὐτόν, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα τοῦ λέει καὶ τοῦτο:
– Σὲ παρακαλῶ, τιμιότατε πάτερ, νὰ μοῦ πεῖς, κρατᾶς τὴν νοερὰ προσευχή;
Κι ἐκεῖνος χαμογέλασε λίγο καὶ τοῦ λέει:
– Δὲν θὰ σοῦ κρύψω, τίμιε πάτερ, τὸ θαῦμα τῆς Θεοτόκου ποὺ ἔγινε σ’ ἐμένα. Ἐγὼ ἀπὸ τὴν νεότητα μου εἶχα πολλὴ πίστη στὴν Κυρία μου Θεοτόκο καὶ τὴν παρακαλοῦσα μὲ δάκρυα νὰ μοῦ δώσει αὐτὴ τὴν χάρη τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Μία μέρα πῆγα στὸ ναό Της, καθὼς εἶχα συνήθεια, καὶ τὴν παρακαλοῦσα πάλι μὲ ἄμετρη θερμότητα καρδιᾶς· κι ἐκεῖ ποὺ ἀσπαζόμουν μὲ πόθο τὴν ἁγία Της εἰκόνα, εὐθὺς αἰσθάνθηκα στὸ στῆθος μου καὶ στὴν καρδιά μου μία θερμότητα καὶ φλόγα, ἡ ὁποία ἦρθε ἀπὸ τὴν ἁγία εἰκόνα καὶ δὲν μὲ ἔκαιγε, ἀλλὰ μὲ δρόσιζε καὶ μὲ γλύκαινε κι ἔφερνε στὴν ψυχή μου μεγάλη κατάνυξη. Ἀπὸ τότε πλέον, πάτερ, ἄρχισε ἡ καρδιά μου νὰ λέει ἀπὸ μέσα τὴν προσευχὴ καὶ ὁ νοῦς μου νὰ γλυκαίνεται στὴν ἐνθύμηση τοῦ Ἰησοῦ μου καὶ τῆς Θεοτόκου μου καὶ νὰ ἔχει πάντοτε τὴν ἐνθύμηση τους. Καὶ πλέον ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν καιρὸ δὲν ἔλειψε ἡ προσευχὴ ἀπὸ τὴν καρδιά μου· συγχώρεσέ με.
Καὶ ὁ θεῖος Γρηγόριος τοῦ λέει:
– Πές μου, ἅγιε, καμμιὰ φορὰ ὅταν ἔλεγες τὴν εὐχὴ τοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», σοῦ συνέβη ἀλλοίωση θεϊκὴ ἢ ἔκσταση ἢ κανένας ἄλλος καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
Καὶ ὁ θεῖος Μάξιμος τοῦ εἶπε:
– Ὦ πάτερ, γιὰ τοῦτο πήγαινα σὲ ἔρημο τόπο καὶ ποθοῦσα τὴν ἡσυχία πάντοτε, γιὰ ν’ ἀπολαύσω περισσότερο τὸν καρπὸ τῆς προσευχῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι μία ἀγάπη ὑπερβολικὴ στὸν Θεὸ καὶ μία ἁρπαγὴ τοῦ νοῦ στὸν Κύριο.
Καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος τοῦ λέει:
– Σὲ παρακαλῶ, πάτερ, νὰ μοῦ πεῖς, τὰ ἔχεις αὐτὰ ποὺ εἶπες;
Καὶ ὁ θεῖος Μάξιμος χαμογέλασε πάλι καὶ τοῦ λέει:
– Δός μου νὰ φάω καὶ μὴν ἐξετάζεις τὴν πλάνη μου.
Τότε τοῦ λέει ὁ θεῖος Γρηγόριος:
– Μακάρι νὰ εἶχα κι ἐγὼ τὴν πλάνη σου, ἅγιε· ὅμως σὲ παρακαλῶ νὰ μοῦ πεῖς, ἐκείνη τὴν ὥρα ποὺ θ’ ἁρπαχθεῖ ὁ νοῦς σου στὸν Θεό, τί βλέπει μὲ τοὺς νοεροὺς ὀφθαλμούς; Μπορεῖ τότε ὁ νοῦς ν’ ἀνεβάσει μαζὶ μὲ τὴν καρδιὰ τὴν προσευχή;
Καὶ ὁ ἅγιος Μάξιμος τοῦ ἀποκρίθηκε:
– Ὄχι, δὲν μπορεῖ· γιατὶ ὅταν ἔρθει ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν ἄνθρωπο διὰ μέσου τῆς προσευχῆς, τότε παύει πλέον ἡ προσευχή, ἐπειδὴ ὁ νοῦς κυριεύεται ὅλος ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ δὲν μπορεῖ πλέον νὰ ἐνεργήσει τὶς δυνάμεις του, ἀλλὰ μένει ἀργὸς καὶ ὑποτάσσεται μόνο στὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ Αὐτὸ τὸν πηγαίνει ὅπου θέλει, ἢ σὲ ἄϋλο ἀέρα θείου φωτὸς ἢ σὲ ἄλλη ἀνεκδιήγητη θεωρία ἢ καὶ συχνὰ σὲ συνομιλία θεϊκή. Καὶ γενικά, καθὼς θέλει ὁ Παράκλητος, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἔτσι παρηγορεῖ τοὺς δούλους Του· καθὼς ταιριάζει στὸν καθένα, ἔτσι τοῦ δίνει τὴν χάρη Του. Καὶ τοῦτο ποὺ λέω μπορεῖ νὰ τὸ δεῖ κανεὶς φανερὰ στοὺς Προφῆτες καὶ Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν τόσες θεωρίες καὶ οἱ ἄνθρωποι τοὺς περιπαίζανε καὶ τοὺς εἶχαν γιὰ πλανεμένους καὶ μεθυσμένους1. Καὶ ὁ προφήτης Ἡσαΐας εἶδε τὸν Κύριο πάνω σὲ θρόνο ὑψηλὸ καὶ ἔνδοξο καὶ γύρω Του τὰ Σεραφείμ2· καὶ ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος εἶδε τοὺς οὐρανοὺς ἀνοιγμένους καὶ τὸν Ἰησοῦ στὰ δεξιά του Πατέρα καὶ τὰ λοιπά3.
Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ τώρα οἱ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ ἀξιώνονται νὰ βλέπουν διάφορες θεωρίες, τὶς ὁποῖες μερικοὶ δὲν τὶς πιστεύουν, μήτε τὶς δέχονται μὲ κανένα τρόπο γιὰ ἀληθινές, ἀλλὰ τὶς ἔχουν γιὰ πλάνη κι ἐκείνους ποὺ τὶς βλέπουν τοὺς ἔχουν γιὰ πλανεμένους. Καὶ σὲ τοῦτο θαυμάζω πολὺ καὶ ἀπορῶ, πῶς πωρώθηκαν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι καί, σὰν τυφλοὶ στὴν ψυχή, δὲν πιστεύουν ἐκεῖνο ποὺ ὁ ἀψευδὴς Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἰωὴλ ὑποσχέθηκε νὰ δώσει στοὺς πιστούς, λέγοντας ὅτι «θὰ χύσω ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Πνεύματος μου σὲ κάθε πιστό, καὶ στοὺς δούλους μου καὶ στὶς δοῦλες μου»4. Τὴν χάρη αὐτὴ ὁ Κύριός μας τὴν ἔδωσε καὶ τὴν δίνει καὶ τώρα καὶ θὰ τὴν δίνει ὥς τὴν συντέλεια, κατὰ τὴν ὑπόσχεσή Του, σὲ ὅλους τοὺς πιστοὺς δούλους Του.
Ὅταν λοιπὸν ἡ χάρη αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔρθει σὲ κανένα, δὲν τοῦ δείχνει τὰ συνηθισμένα, μήτε τὰ αἰσθητὰ τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλὰ ἐκεῖνα ποὺ δὲν εἶδε ποτέ του μήτε τὰ φαντάστηκε· καὶ τότε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου διδάσκεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μυστήρια ὑψηλὰ καὶ ἀπόκρυφα, τὰ ὁποῖα, κατὰ τὸν θεῖο Παῦλο, δὲν μπορεῖ νὰ τὰ δεῖ μάτι ἀνθρώπου, μήτε νοῦς ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ τὰ συλλογιστεῖ ἀπὸ μόνος του ποτέ5. Καὶ γιὰ νὰ καταλάβεις πῶς τὰ βλέπει ὁ νοῦς μας, στοχάσου αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ πῶ. Τὸ κερὶ ὅταν εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὴν φωτιά, εἶναι στερεὸ καὶ πιάνεται, ὅταν ὅμως τὸ βάλεις στὴν φωτιὰ λιώνει κι ἐκεῖ μέσα στὴν φλόγα καίγεται καὶ ἀνάβει καὶ γίνεται ὅλο φῶς κι ἔτσι τελειώνει ὅλο μέσα στὴν φωτιά, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ λιώσει μέσα στὴν φωτιὰ καὶ νὰ μὴ γίνει σὰν νερό. Ἔτσι κι ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν εἶναι μόνος χωρὶς νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεό, ἐννοεῖ ὅσα ἀντιστοιχοῦν στὴν δύναμη του, ὅταν ὅμως πλησιάσει στὸ πῦρ τῆς Θεότητας καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τότε πλέον κυριεύεται ὁλωσδιόλου ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ θεϊκὸ φῶς καὶ γίνεται ὅλος φῶς κι ἐκεῖ μέσα στὴν φλόγα τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἀνάβει καὶ λιώνει ἀπὸ τὰ θεῖα νοήματα· καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ ἐκεῖ μέσα στὸ πῦρ τῆς Θεότητας νὰ ἐννοεῖ τὰ δικά του κι ἐκεῖνα ποὺ θέλει.
Τότε τοῦ λέει ὁ θεῖος Γρηγόριος:
– Εἶναι καὶ ἄλλα, Καψοκαλύβη μου, ποὺ νὰ μοιάζουν μὲ αὐτὰ ἀλλὰ νὰ εἶναι τῆς πλάνης;
Καὶ ὁ μέγας Μάξιμος τοῦ ἀποκρίθηκε:
– Ἄλλα εἶναι τὰ σημάδια τῆς πλάνης κι ἄλλα τῆς χάρης. Τὸ πονηρὸ πνεῦμα τῆς πλάνης, ὅταν πλησιάσει στὸν ἄνθρωπο, τοῦ συγχύζει τὸν νοῦ καὶ τὸν ἀγριεύει, κάνει τὴν καρδιὰ σκληρὴ καὶ τὴν σκοτίζει, προξενεῖ δειλία καὶ φόβο καὶ ὑπερηφάνεια, τοῦ ἀγριεύει τὰ μάτια, ταράζει τὸ μυαλό, προκαλεῖ ἀνατριχίλα σὲ ὅλο τὸ σῶμα, τοῦ δείχνει κατὰ φαντασία στὰ μάτια φῶς ὄχι λαμπρὸ καὶ καθαρό, ἀλλὰ κόκκινο, τοῦ κάνει τὸν νοῦ ἔξω φρενῶν καὶ δαιμονιώδη, τὸν παρακινεῖ νὰ λέει μὲ τὸ στόμα του λόγια ἄπρεπα καὶ βλάσφημα· κι ἐκεῖνος ποὺ βλέπει τὸ πνεῦμα αὐτὸ τῆς πλάνης, ὀργίζεται συχνὰ κι εἶναι γεμάτος ἀπὸ θυμὸ καὶ διόλου δὲν γνωρίζει τὴν ταπείνωση, μήτε τὸ ἀληθινὸ πένθος καὶ τὰ δάκρυα, ἀλλὰ πάντοτε καυχιέται γιὰ τὰ καλά του καὶ κενοδοξεῖ καὶ χωρὶς συστολὴ καὶ φόβο Θεοῦ βρίσκεται παντοτινὰ μέσα στὰ πάθη. Καὶ τελικὰ βγαίνει ὁλότελα ἀπὸ τὰ λογικά του καὶ φτάνει σὲ τέλεια ἀπώλεια. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν πλάνη εἴθε νὰ μᾶς γλιτώσει ὁ Κύριος μὲ τὶς εὐχές σου.
Ἀλλὰ τὰ σημεῖα τῆς χάρης εἶναι αὐτά: Ὅταν πάει στὸν ἄνθρωπο ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τοῦ συνάγει τὸν νοῦ καὶ τὸν κάνει νὰ εἶναι προσεκτικὸς καὶ ταπεινός· τοῦ φέρνει τὴν ἐνθύμηση τοῦ θανάτου καὶ τῶν ἁμαρτημάτων του καὶ τῆς μέλλουσας κρίσεως καὶ τῆς αἰώνιας κολάσεως καὶ τοῦ κάνει τὴν ψυχὴ εὐκολοκατάνυκτη, νὰ κλαίει καὶ νὰ πενθεῖ· κάνει καὶ τὰ μάτια του ἥμερα καὶ γεμάτα δάκρυα· καὶ ὅσο πλησιάζει στὸν ἄνθρωπο, τόσο τοῦ ἡμερεύει τὴν ψυχὴ καὶ τὴν παρηγορεῖ διὰ μέσου τῶν ἁγίων παθῶν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἄπειρης φιλανθρωπίας Του. Καὶ προξενεῖ στὸν νοῦ ὑψηλὲς καὶ ἀληθινὲς θεωρίες· γιὰ τὴν ἀκατανόητη δύναμη τοῦ Θεοῦ, πῶς μ’ ἕνα λόγο ἔφερε τὰ πάντα ἀπὸ τὸ μὴ ὂν στὸ εἶναι· γιὰ τὴν ἄπειρή Του δύναμη ποὺ συγκρατεῖ καὶ κυβερνᾶ τὰ πάντα κι ἔχει τὴν πρόνοια ὅλων γιὰ τὸ ἀκατανόητο τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ γιὰ τὸ ἀνεξιχνίαστο πέλαγος τῆς θείας οὐσίας κλπ. Καὶ ὅταν ἁρπαχθεῖ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ θεῖο φῶς καὶ φωτιστεῖ μὲ τὸ φωτισμὸ τῆς θείας γνώσεως, γίνεται ἡ καρδιά του γαλήνια καὶ πραότατη καὶ ἀναβρύζει τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· τὴν χαρά, τὴν εἰρήνη, τὴν μακροθυμία, τὴν καλοσύνη, τὴν συμπάθεια, τὴν ἀγάπη, τὴν ταπείνωση καὶ τὰ λοιπά6· καὶ ἀπολαμβάνει ἡ ψυχή του μία ἀγαλλίαση ἀπερίγραπτη.
Ἀκούγοντας αὐτὰ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, ἔμεινε ἐκστατικὸς καὶ θαύμαζε γιὰ ἐκεῖνα ποὺ τοῦ ἔλεγε ὁ θεῖος Μάξιμος, καὶ πλέον δὲν τὸν ὀνόμαζε ἄνθρωπο ἀλλὰ ἐπίγειο ἄγγελο.
* «ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν», τόμος Ε΄, «Ἀπὸ τὸν Βίον τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ ὀνομαζομένου ΚΑΨΟΚΑΛΥΒΗ».
1. Πράξ. β΄ 13.
2. Ἡσ. ς΄ 2.
3. Πράξ. ζ΄ 56.
4. Ἰωὴλ γ΄ 2.
5. Α΄ Κορ. β΄ 9.
6. Πρβλ. Γαλ. ε΄ 22.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου