Η παράδοση που αφορά στις αχειροποίητες εικόνες της Παναγίας ξεκινά να αναπτύσσεται μετά την Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου. Στα πλαίσια της καταπολέμησης του Νεστοριανισμού αναγνωρίζεται πλέον η Παναγία ως Θεοτόκος ενώ απορρίπτεται ο όρος Χριστοτόκος που της απέδιδε ο αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νεστόριος (428‐431).Η εικόνα της Θεοτόκου έχει κατά κύριο λόγο δογματική σημασία διότι υποδεικνύει και βεβαιώνει την Ενανθρώπηση του Λόγου. Αποτελεί σιωπηλό κήρυγμα που μορφώνει τους πιστούς για την πραγματικότητα της Θείας Ενσάρκωσης.
Μετά την παράδοση που θέλει τον Λουκά ως τον πρώτο αγιογράφο της χριστιανοσύνης, υπάρχουν και σχετικές παραδόσεις που αναφέρονται στις αχειροποίητες εικόνες της Παναγίας.
Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα
Περίφημη αχειροποίητος εικόνα της Παναγίας των νεώτερων χρόνων είναι και η Ιεροσολυμίτισσα (1870). Η παράδοση που συνοδεύει την εικόνα έγινε ευρέως γνωστή από διηγήσεις γερόντων όπως εκείνη του γέροντα Παΐσιου του αγιορείτη. Η δημιουργία της εικόνας συνδέεται με τη μοναχή αγιογράφο Τατιανή, η οποία μόνασε στη ρώσικη Ιερά μονή της Μυροφόρου Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής στην Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με την παράδοση, η Τατιανή βλέπει σε όραμα ότι την επισκέπτεται στο κελί της μία άγνωστη μοναχή, η οποία της ζητά να την ζωγραφίσει. Η Τατιανή απαντά ότι δεν είναι ζωγράφος αλλά αγιογράφος. Τότε η άγνωστη μοναχή της λέει να την αγιογραφήσει. Η Τατιανή απορεί με το θάρρος της ξένης και της αποκρίνεται ότι δεν έχει ξύλο (σανίδι) για να την αγιογραφήσει. Έπειτα η άγνωστη μοναχή της δίνει ένα σανίδι και της λέει να την ζωγραφίσει. Ενώ τελικά αρχίζει η Τατιανή να την αγιογραφεί βλέπειτα άμφια της μοναχής να γίνονται χρυσά, το πρόσωπό της να λάμπει και ναλέει: ʹʹΩ μακαρία Τατιανή, μετά τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Λουκά, θα μεαγιογραφήσεις πάλι εσύʹʹ. Τότε η Τατιανή καταλαβαίνει ότι αγιογραφεί την Παναγία. Ταράζεται και σπεύδει στην Ηγουμένη για να της διηγηθεί το όραμα.Η Ηγουμένη δυσπιστεί και της λέει να πάει να κοιμηθεί και την επόμενη μέρα να αγιογραφήσει μία εικόνα της Παναγίας. Καθώς όμως επιστρέφει στο κελί τηςβλέπει να βγαίνει φως και αισθάνεται ευωδία. Τότε ειδοποιεί την Ηγουμένη καιμαζί αντικρίζουν το θαύμα. Η εικόνα του οράματος της Τατιανής βρίσκεται εκεί στο κελί αχειροποιήτως.Έπειτα παρουσιάζεται πάλι η Παναγία στην Τατιανή και της λέει να τηνμεταφέρουν στο σπίτι της, στη Γεσθημανή. Έτσι και έγινε. Η εικόνα παριστάνειτην Θεοτόκο να κρατάει το Βρέφος στο αριστερό της χέρι. Η αχειροποίητοςεικόνα της Ιεροσολυμίτισσας εξακολουθεί να βρίσκεται στο Ιερό προσκύνηματου θεομητορικού μνήματος στη Γεσθημανή (περίπου379‐386)513.Όσον αφορά στην παράδοση που συνοδεύει την Παναγία Ιεροσολυμίτισσαπρέπει να παρατηρήσουμε ότι είναι πολύ νεότερη και δεν καταγράφεται ούτε στα Οδοιπορικά προσκυνητών στους Αγίους Τόπους ούτε όμως και στη σχετική βιβλιογραφία. Εδώ θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι εσκεμμένα συνδέθηκε η εν λόγω εικόνα με αχειροποίητη παράδοση. Δεν μπορούμε όμως να αποκλείσουμε την περίπτωση να υπάρχουν ψήγματα ιστορικής πραγματικότητας, τα οποία με το πέρασμα των χρόνων χάθηκαν ή ακόμα και παραμερίστηκαν προκειμένου να τονιστεί η αχειροποίητος προέλευση της εικόνας.
Η Παναγία της Λύδδας
Η παλαιότερη αχειροποίητος εικόνα της Παναγίας που θεωρείται δηλαδή ότι δεν ημιουργήθηκε από ανθρώπινο χέρι, προέρχεται από την πόλη Λύδδα425 της Παλαιστίνης (5ος αι.). Η αρχαιότερη γραπτή πηγή περί αυτής της εικόνας απαντά το 726 σε κείμενο του επισκόπου Κρήτης Ανδρέα (690‐740)426, ο οποίος την ονομάζει ʹʹαχειρόγραφονʹʹ. Το 839 γίνεται μία εκτενής αναφορά στην ιστορία που συνοδεύει την εικόνα της Λύδδας και στη συνοδική επιστολή των τριών Πατριαρχών το 836 (Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων) προς τον εικονομάχο αυτοκράτορα Θεόφιλο (829‐842)428. Σύμφωνα με την επιστολή οι απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης κατά τη διάρκεια του ευαγγελισμού τωνκατοίκων στην πόλη Λύδδα, χτίζουν ναό προς τιμή της Παναγίας και την παρακαλούν να τον επισκεφθεί. Εκείνη τους υπόσχεται ότι θα βρίσκεται σε εκείνο τον τόπο μαζί τους: ʹʹΚαί αὐτόθι μεθ΄ὑμῶν εἰμίʹʹ. Τότε αποτυπώνεται με θαυματουργικό τρόπο, η εικόνα της Παναγίας, σ΄ ένα κίονα του ναού: ʹʹΚαί δή θείᾳ τινί καίἀοράτῳἐνεργείᾳὁ χαρακτήρ αὐτῆς κίονι ἐνίἐνίδρυστο∙ʹʹ. Δύο αιώνες περίπου αργότερα, όταν ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης (361‐ 363), πληροφορείται για την αχειροποίητο εικόνα της Παναγίας, στέλνει στη Λύδδα εβραίους ζωγράφους για να την εξετάσουν και να διαπιστώσουν τι συνέβη. Οι ζωγράφοι προσπαθούν να καταστρέψουν την εικόνα, εκείνη όμως γίνεται όλο και πιο λαμπρή και παραμένει ανέπαφη από τις παρεμβάσεις των βέβηλων: ʹʹἔτι μᾶλλον λαμπροτέραν καίἀπαράλλακτον ἐν τῷ βάθει τοῦ κίονος ἐφεύρισκονʹ. Εν συνεχεία σημειώνονται και διάφορα θαύματα που συνέβησαν από την εικόνα, όπως καθαρισμοί λεπρών και θεραπείες ασθενειών: ʹʹδι΄ἧς καί δαίμονες ἐλαύνονται, νόσοι θεραπεύονται, λεπροί καθαρίζονται, δυνάμεις, πᾶσα μαλακία και ασθένεια ῥώννυταιʹʹ.
Στη συγκεκριμένη εικόνα αναφέρεται και ο Γεώργιος Μοναχός ( 9ος αι.) ως εξής: ʹʹτό προσκυνούμενον καί τιμώμενον ἀχειρότευκτον ἀπεικόνισμα… ʹʹ.
Στο ελληνικό χειρόγραφο Venetus Marcianus Graegus 573 (774)434 απαντά επίσης η παράδοση για την εικόνα της Λύδδας αλλά σε διαφορετική συνάφεια σε σχέση με τις παραπάνω πηγές. Σύμφωνα με το κείμενο αυτού του χειρογράφου οι χριστιανοί και οι ιουδαίοι φιλονικούν στην περιοχή της Λύδδας για την ιδιοκτησία ενός ναού. Ο άρχοντας της πόλης αφήνει την υπόθεση να λυθεί από τη Θεία Πρόνοια. Ο άρχοντας ανακοινώνει ότι, αν μετά από προσευχή σαράντα ημερών δεν εμφανιστεί κάποιο θεϊκό σημάδι στον ναό, τότε ο ναός δεν θα ανήκει σε καμία από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Πάνω σ΄ ένα πορφυρό κίονα όμως, στη δυτική πλευρά του ναού, τυπώνεται θαυματουργικώς το ομοίωμα της Παναγίας: ʹʹ…τῆς δέὑπεραγίας δεσποίνης ἡμῶν τοῦ χαρακτῆρος ἀχειρογράφως ἐν τῷ κεκλῆσθαι ἐκτυπωθέντος ἐν τῷ πρός δυσμάς τῆς ἐκκλησίας τοίχῳ πρός τῇ γράψαντες τῷ βασιλεῖ τάς ἱεράς εἰκόνας ἐξυβρικότι.ʹʹ, Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Διήγησις, PG 113, 441A. Μετά απʹ αυτό το γεγονός οι Εβραίοι εγκαταλείπουν τον ναό αποδεχόμενοι το θαύμα: ʹʹ…Φύγωμεν, λέγοντες, τῆς γάρ μητρός τοῦ Θεοῦ αὐτῶν, ὡς φασίν, τόἐκτύπωμα, ἰδού, πέφανται.ʹʹ436. Έτσι ο ναός, έπειτα από τη θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου, περνά στην ιδιοκτησία των χριστιανών.
Από τον 7ο αι. η εικόνα της Λύδδας ονομάζεται και Παναγία της Ρώμης διότι, κατά την παράδοση, ο Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, περνώντας από τη Λύδδα αφού ζήτησε να αντιγραφεί η εικόνα, την έστειλε στη Ρώμη. Δυστυχώςόμως δεν υπάρχουν περαιτέρω πληροφορίες για την τύχη της εικόνας. Η εικόνα της Λύδδας δεν σώζεται, φαίνεται όμως να σχετίζεται με την παλαιστινιακής προέλευσης εικόνα της Παναγίας Santa Maria Nova (6ος αι.), την οποία όπως είδαμε ακολουθεί αποστολική παράδοση.
Παναγία η Αβραμιώτισσα
Αχειροποίητος θεωρείται και η φορητή εικόνα της Παναγίας, που βρισκόταν στη μονή Αχειροποιήτου ή Αβραμιτών στην Κωνσταντινούπολη, κοντά στη Χρυσή ή Μεγάλη Πύλη, γνωστή με το όνομα Αβραμιώτισσα. Η παράδοση αποδίδει την ίδρυση της μονής στον Μέγα Κωνσταντίνο (324‐337) και στον μοναχό Αβράμιο. Είναι βέβαιο πάντως ότι η μονή υπήρχε τον 5ο αι., άρα και η θαυματουργή εικόνα, διότι στον βίο της αγίας Ματρώνας (5ος αι.) από τον Συμεώνα τον Μεταφραστή, αναφέρεται ότι ο μοναχός Ακάκιος υπήρξε ποιμένας στη μονή Αβραμιτών: ʹʹ…καίἈκάκιος τίς ἀνήρ, ὅς καίἐπʹ εὐλαβείᾳ περιφανής ,ὅς καί τῆς εἰς τό τρίτον μονῆς τοῦ θεοφόρου Ἀβραμίου ποιμήν ἐτύγχανεν… ʹʹ. Η μονή μέχρι και τον 11ο αι. αναφέρεται με δύο ονομασίες εκείνες των Αβραμιτών και της Αχειροποιήτου. Ο βιογράφος του Αγίου Βασιλείου του Νέου (περίπου 866‐944), Γρηγόριος αναφέρει ότι το όνομα της μονής, ως Αχειροποίητης, οφείλεται στο γεγονός ότι φυλάσσεται σ΄ αυτήν εικόνα της Θεοτόκου, η οποία δεν δημιουργήθηκε από ανθρώπινο χέρι αλλά από την ίδια την Θεοτόκο: ʹʹοὐδείς ἐτεχνούργησεν ἀλλʹ αὐτήἡ Θεοτόκος ἐπιστᾶσα, ὡς λόγος, τῇ χειρί τόν ἑαυτῆς χαρακτήρα ἐτύπωσε, μέχρι καί σήμερον συνιστάμενονʹʹ.
Η εικόνα της Παναγίας αχειροποιήτου της Κωνσταντινούπολης δεν σώζεται. Κατά τη λατινική κατοχή (1204‐1261) η μονή των Αβραμιτών καταστρέφεται και μαζί της χάνονται και τα ίχνη της αχειροποιήτου εικόνας.
Παναγία της Santa Maria Trastevere
Σε κείμενα προσκυνητών της δεκαετίας του 640 γίνεται λόγος για μία άλλη φορητή αχειροποίητο εικόνα της Παναγίας η οποία βρίσκεται στο ναό της Santa Maria Trastevere στη Ρώμη. Η Παναγία παριστάνεται ως ένθρονη βρεφοκρατούσα. Η εικόνα αυτή αναφέρεται ως per se facta est, που σημαίνει αχειροποίητη . Ακολούθως απαντά η εν λόγω εικόνα και στο χειρόγραφο Venetus Marcianus Graegus 573 (774). Σύμφωνα με την πληροφορία που μας παραδίδει το παραπάνω χειρόγραφο, η Παναγία επιθυμεί να αφιερωθεί στην ίδια ο ναός των μαρτύρων στη Ρώμη. Εμφανίζεται λοιπόν η εικόνα της στον ναό, αχειρογράφως, ως ένθρονη βρεφοκρατούσα. Μετά από αυτό το γεγονός ο ναός αφιερώνεται στο όνομά της: ʹʹἩἐν τῇ τῆς Τραστιβέρεως ἐκκλησίᾳἐν Ρώμῃ προσκυνουμένη καί σεβομένη ἀχειροποίητος ἀληθῶς (fol.24v)… ʹʹ.
Η εικόνα της Παναγίας Trastevere που είναι γνωστή στους νεώτερους χρόνους ως Madonna della Clemenza, ετιμάτο ιδιαιτέρως κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους448. Μάλιστα ο πάπας Γρηγόριος ο IV (827‐844) έχτισε ορατόριο (a praesepium) προς τιμή της. Η εικόνα σώζεται και εξακολουθεί να βρίσκεται στον ίδιο ναό.
Παναγία της Κυζίκου
Αχειροποίητος θεωρείται και η εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης της μητρόπολης Κυζίκου στη Μικρά Ασία (12ος αι.). Κατά την παράδοση, η εικόνα προέρχεται από τη μονή του Μεγάλου Αγρού, ο οποίος καταστράφηκε την πρώτη δεκαετία του 14ου αι.. Αφού χάθηκε, φανερώθηκε ξανά, μετά από υπόδειξη της ίδιας της Θεοτόκου και τοποθετήθηκε στη μονή της Θεοτόκου Φανερωμένης και Αχειροποιήτου της μητρόπολης Κυζίκου. Πλήθος πιστών προσέρχονταν στη μονή για να προσκυνήσει την εικόνα, μέχρι την πρώτη δεκαετία του 20ου αι., οπότε και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Η Θεοτόκος παριστάνεται στον τύπο της Οδηγήτριας. Σήμερα βρίσκεται στον πατριαρχικό ναό στο Φανάρι και κοσμεί το προσκυνητάρι του αριστερού κλίτους.
Η Παναγία Φανερωμένη αποτέλεσε αντικείμενο ιδιαίτερης λατρείας στα χρόνια των Παλαιολόγων (1261‐1453). Αρκετά καθολικά μονών αφιερώθηκαν στην ʹʹΑχειροποίητοʹʹ ή ʹʹΦανερωμένηʹʹ. Ο ναός της Αχειροποιήτου στη
Θεσσαλονίκη (περίπου 1270‐1274)456, η μονή του Μεγάλου Αγρού στη Βιθυνία (περίπου 1278), η μονή της Φανερωμένης στα Φραγκουλιάνικα της Μέσα Μάνης (1322‐1323), η μονή της Φανερωμένης στην Κωνσταντινούπολη (πριν το 1341), η μονή της Φανερωμένης στη Λευκωσία (δεύτερο μισό του 14ου αι.), η μονή της Φανερωμένης στην Καστοριά (τέλη 14ου αρχές 15ου αι. χρονολόγηση των τοιχογραφιών). Μάλιστα ο εικονογραφικός τύπος της Παναγίας Φανερωμένης απαντά σε μεγάλο αριθμό φορητών εικόνων της Παλαιολόγειας εποχής.
Χαρακτηριστικά η εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης στον ομώνυμο ναό στη Βέροια (τέλη 13ου αι.) λατρεύεται ως αχειροποίητη και αποδίδεται σε εργαστήρι της Πρωτεύουσας.
Αχειροποίητη Παναγία του Καραβά
Η προφορική παράδοση που αναφέρεται στις αχειροποίητες εικόνες της Παναγίας διασώζει μία μοναδική περίπτωση που αφορά στη μονή της Αχειροποιήτου στον Καραβά στην περιοχή Λάμπουσα της Κύπρου. Πρόκειται για ένα από τα πιο αξιόλογα βυζαντινά μνημεία της Μεγαλονήσου. Κατά την ευσεβή παράδοση ο ναός ονομάζεται Αχειροποίητος διότι δεν τον ίδρυσε ανθρώπινο χέρι στο σημείο που βρίσκεται. Πριν από αιώνες, όταν οι Τούρκοι επρόκειτο να κάψουν την Μικρά Ασία η Παναγία, που είχε τον ναό της στ΄ αντικρινά παράλια, τον σήκωσε από εκεί που ήταν και τον μετέφερε μαζί με το μοναστήρι στην Κύπρο, στις ακτές της Λάμπουσας, για να τον σώσει από τους Τούρκους.
Από τις εικόνες ξεχωρίζει η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας μέσα στην οποία μάλιστα θεωρείται ότι βρίσκεται μέρος του Ιερού Μανδηλίου. Στο κάτω μέρος της εικόνας σώζεται επιγραφή η οποία αναφέρει ότι ο ιερομόναχος Φιλόθεος το 1765 κατασκεύασε νέα εικόνα της Παναγίας μέσα στην οποία τοποθέτησε ʹʹμέρος λινού πανιούʹʹ, το οποίο βρήκε στην παλιά εικόνα που έσπασαν οι Τούρκοι κατά την λεηλασία έναντι της μονής το 1765. Διότι, σύμφωνα με μια άλλη τοπική παράδοση ο Άγιος Ευλάλιος (περίπου 3ος αι.), ο πρώτος επίσκοπος της Λάμπουσας, συνδέεται με τη μεταφορά του Ιερού Μανδηλίου, από την Έδεσσα στην περιοχή της Λάμπουσας. Μετά τον θάνατο του Άβγαρου το Μανδήλιο, που παρέμεινε στην πόλη της Έδεσσας, θέλησε να το καταστρέψει ο γιος του Άβγαρου που ήταν ειδωλολάτρης. Τότε ο Ευλάλιος πήρε το Μανδήλιο κρυφά για να το προστατέψει. Έφτασε στην ακρογιαλιά και επιβιβάστηκε σ’ ένα πλοίο που ταξίδευε για την Κύπρο. Βρέθηκε στην Λάμπουσα όπου έκτισε μονή την οποία αφιέρωσε στην αχειροποίητη εικόνα του Χριστού. Σύμφωνα λοιπόν μ΄ αυτήν την παράδοση η μονή που κτίστηκε στην περιοχή ονομάστηκε Αχειροποίητος διότι σʹ αυτή βρισκόταν η Αχειροποίητος εικόνα του Χριστού. Το καθολικό της μονής γιορτάζει στις 15 Αυγούστου επέτειο της κοίμησης της Θεοτόκου και στις 16 Αυγούστου ημέρα του Ιερού Μανδηλίου.
Παναγία η Προδρομίτισσα
Άλλη αχειροποίητη εικόνα θεωρείται η εικόνα της Παναγίας Προδρομίτισσας (19ος αι.) που βρίσκεται στη ρουμάνικη σκήτη506 του Τιμίου Προδρόμου στο Άγιο Όρος. Η σκήτη έχει μορφή κοινοβιακού συγκροτήματος και ανήκει στην κυρίαρχη μονή της Μεγίστης Λαύρας (963). Μέχρι το 1854 στη θέση της ήταν το κελί του Τιμίου Προδρόμου με μοναχούς καταγόμενους από τη Χίο. Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας επέτρεψε τη μετατροπή του κελιού σε σκήτη. Με πατριαρχικό Σιγίλιο το 1856 επί Πατριάρχη Κυρίλλου Ζʹ (1855‐1860) επικυρώθηκε η ίδρυση και η κοινοβιακή οργάνωση της Σκήτης. .
Τις πληροφορίες που αφορούν στην αχειροποίητο εικόνα παραδίδει ο ιερομόναχος Γεράσιμος Σμυρνάκης (1862‐1935)510. Κατά τον ιερομόναχο ο αγιογράφος Γιωργάκης Νικολάου ξεκίνησε να ζωγραφίσει, έπειτα από επιθυμία του ιερομόναχου Νήφωνα (1857‐1870), την Παναγία βρεφοκρατούσα. Καθώς κόντευε όμως να ολοκληρώσει την αγιογράφηση της εικόνας είδε ότι τα πρόσωπα του Χριστού και της Παναγίας ήταν αλλοιωμένα. Ο αγιογράφος πίστεψε ότι δεν ήταν άξιος να τελειώσει την εικόνα. Άφησε λοιπόν την εργασία με σκοπό να την συνεχίσει την επόμενη μέρα. Το πρωί έκανε τρεις μετάνοιες και προσευχήθηκε ώστε να μπορέσει τελειώσει το έργο του. Όταν πήγε να συνεχίσει την εργασία του είδε έκπληκτος τα πρόσωπα στην εικόνα να είναι τέλεια ζωγραφισμένα και να λάμπουν.
Για την Αχειροποίητο Εικόνα της Θεοτόκου ο Γερ. Σμυρνάκης (σελ. 423) αναφέρει: Εν τω Κυριακώ εύρηται ανηρτημένη επί του κατ’ ανατολάς αριστερού κίονος αχειροποίητος εικών της Θεομήτορος μόνον κατά την μορφήν, ην ο εν Ιασίω ζωγράφος Γιωργάκης Νικολάου ονόματι πολλά μοχθήσας και μη δυνηθείς να ιστορήση κατά την θέλησιν του τότε Δικαίου της σκήτης Νήφωνος Ιερομονάχου (1857-1870) και κατά την ιδίαν αυτού τέχνην παρήτησεν ανεπιμέλητον εν ερμαρίω, ίνα παραλάβη αυτήν ο ειρημένος Δικαίος. Ημέραν τινά όμως, ως αφηγήθη ημίν ο μέχρι του Δεκεμβρίου 1899 ζων Ιερομόναχος Νήφων, λαβών αυτήν ο ρηθείς ζωγράφος εκ του ερμαρίου προς δυνατήν αποπεράτωσιν εύρε λαμπράν και ωραίαν την μορφήν, ως σήμερον δείκνυται. Τότε δε ούτος εξέδωκε τη 29η Ιουνίου 1863 εν Ιασίω πιστοποιητικόν, δι΄ου δηλοποιεί: «Αφού κατά την τέχνην μου επέρασα το πρώτον και δεύτερον χέρι επί των ενδυμάτων και του προσώπου της εικόνος , κατά το τρίτον χέρι είδον την Παναγίαν και τον Χριστόν ηλλοιωμένους την μορφήν. Διό εξοργισθείς ενόμισα ότι επιλαθόμενος της τέχνης μου δεν ηδυνάμην να τελειοποιήσω την εικόνα. Και επειδή ήτο εσπέρα, κατεκλίθην, ίνα την επαύριον μετά ζέσεως επαναλάβω την εργασίαν. Την δε πρωίαν ποιήσας τρεις μετανοίας προς έναρξιν της εργασίας, ω του θαύματος! Εύρον τα πρόσωπα της Θεομήτορος και του Χριστού υπερφυώς συντετελεσμένα.
Από τότε η εικόνα της Παναγίας που παριστάνεται στον τύπο της Οδηγήτριας ονομάζεται Παναγία Προδρομίτισσα η αχειροποίητος και βρίσκεται αναρτημένη στον αριστερό ανατολικό κίονα του Κυριακού μπροστά από το Τέμπλο.
Του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου.
Σύμφωνα με παράδοση του 11ου αιώνα η Παναγία Αγιοσορίτισσα ήταν μια αχειροποίητος εικόνα.
Όταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς, κατά παραγγελία των Αποστόλων, ετοίμαζε τα χρώματα για να αρχίσει να ζωγραφίζει την Θεοτόκο, η εικόνα σχηματίστηκε Θαυματουργικά από μόνη της στο τελάρο. Έτσι θεωρούνταν αχειροποίητος ή αποδιδόταν στον ευαγγελιστή Λουκά.
Ονομάστηκε Αγιοσορίτισσα επειδή το πρωτότυπο φυλασσόταν στον ναό της Θεοτόκου των Χαλκοπρατείων στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπήρχε το θεομητορικό κειμήλιο της Αγίας Ζώνης (Αγία Σορός). Τα ίχνη του πρωτοτύπου όμως χάθηκαν κατά την περίοδο της εικονομαχίας.
Το μοναδικό βυζαντινό αντίγραφο διαστάσεων 42,5 Χ 71,5 εκατοστά και μάλιστα του 7ου αιώνα της πρωτότυπης Παναγίας της Αγιοσορίτισσας, από τις ελάχιστες βυζαντινές εικόνες που διασώθηκαν από την περίοδο της Εικονομαχίας, φυλάσσεται στη Ρώμη, στην εκκλησία των Δομινικανών καλογριών Chiesa di Santa Maria del Rosario a Monte Mario στην Ρώμη, όπου, κατά την ιστορική παράδοση, την έφεραν στην Ιταλία, ορθόδοξοι εικονόφιλοι μοναχοί και μοναχές που εγκατέλειψαν την Κωνσταντινούπολη για την Ιταλία, μετά το διάταγμα του Λέοντος Γ΄, το 728, με το οποίο απαγόρευε την ανάρτηση εικόνων.
Στον εικονογραφικό τύπο της Παναγίας Αγιοσορίτισσας, η Παναγία είναι χωρίς βρέφος, όρθια ή τις περισσότερες φορές ως την μέση. Αν και κοιτάει τον παρατηρητή, είναι ελαφρά γυρισμένη πλάγια και κρατάει τα χέρια σηκωμένα στο ύψος του στήθους σε στάση προσευχής, οπότε ανήκει στον τύπο της Δεομένης. Στη Ρώμη αυτός ο τύπος λέγεται Παναγία Συνήγορος (Madonna Avvocata). https://agiografies.info
BIBΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Καλοκύρης 1972: Κωνσταντίνος Καλοκύρης, Η Θεοτόκος εις την εικονογραφίαν ανατολής και δύσεως, Θεσσαλονίκη 1972.
2. Αρχιμ.Μαρινάκης Θεοφύλακτος. ʺΠαναγίεςʺ Θαυματουργές,
3.Μέγας Συναξαριστής Μηνός Αυγούστου.
4.Παναγία η Προδρομίτισσα-Περιοδικό Άγιος Κυπριανός.
5.Θ.Η.Ε.
6. : Μάρκος Σιώτης, Ιστορία και Θεολογία των Ιερών Εικόνων
7. Georges Gharib, Οι εικόνες της Παναγίας (ιστορία και λατρεία),Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Σωτηριάδης (μτφ.), Κατερίνη 1997.
8.Ευτυχία Κουρκουτίδου Νικολαΐδου,-Αχειροποίητος ο μεγάλος ναός της Θεοτόκου, Θεσσαλονίκη 1989
9.Χρυσάνθη Μαυροπούλου‐Τσιούμη, Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη 1996.
10.Ανδρέας Ξυγγόπουλος, ʺΗ λατρευτική εικών του ναού της Αχειροποιήτου Θεσσαλονίκης
11.Γεράσιμος Σμυρνάκης, Το Άγιον Όρος, Αθήνα 1903.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου