–Γέροντα, ὅταν ὁ ἄνδρας δὲν ζῆ πνευματικά, ἡ γυναίκα τί πρέπει νὰ κάνη;
–Νὰ τὸν ἀναθέση στὸν Χριστὸ καὶ νὰ προσεύχεται νὰ μαλακώση λίγο τὴν καρδιά του. Σιγὰ-σιγὰ θὰ κάνη ἀποβίβαση ὁ Χριστὸς στὴν καρδιά του καὶ θὰ ἀρχίση νὰ προβληματίζεται.
Μόλις μαλακώση λίγο ἡ καρδιά του, τότε μπορεῖ νὰ τοῦ πῆ νὰ τὴν πάη λ.χ. μὲ τὸ αὐτοκίνητο στὴν ἐκκλησία. Δὲν θὰ τοῦ πῆ: «ἔλα κι ἐσὺ στὴν ἐκκλησία», ἀλλὰ θὰ τοῦ πῆ: «Μπορεῖς, σὲ παρακαλῶ, νὰ μὲ πᾶς μέχρι τὴν ἐκκλησία;».
Ἂν τὴν πάη μέχρις ἐκεῖ, μπορεῖ νὰ πῆ: «Ἀφοῦ ἦρθα ὣς ἐδῶ, ἂς μπῶ κι ἐγὼ λίγο μέσα νὰ ἀνάψω ἕνα κερί». Καὶ ἔτσι σιγὰ-σιγὰ ἴσως προχωρήση καὶ παραπέρα.
–Μπορεῖ, Γέροντα, ὁ Πνευματικὸς τῆς γυναίκας νὰ βοηθήση μὲ κάποιον τρόπο καὶ τὸν ἄνδρα;
–Μερικὲς φορές, γιὰ νὰ βοηθηθῆ ὁ ἄνδρας, ὁ Πνευματικὸς πρέπει νὰ κάνη πνευματικὴ ἐργασία στὴν γυναίκα. Ἀπὸ τὴν γυναίκα θὰ μεταδοθῆ τὸ καλὸ στὸν ἄνδρα καί, ἂν ἔχη ἀγαθὴ καρδιά, ὁ Θεὸς θὰ τὸν βοηθήση νὰ ἀλλάξη.Ἡ γυναίκα ἔχει στὴν φύση της τὴν εὐλάβεια. Ἀλλά, ὅταν ὁ ἄνδρας, ἐνῶ εἶναι λίγο ἀδιάφορος πρὸς τὴν Ἐκκλησία, πάρη μιὰ στροφὴ πνευματική, μετὰ προχωράει σταθερὰ πνευματικὰ καὶ ἡ γυναίκα δὲν τὸν φθάνει. Μπορεῖ μάλιστα νὰ ἀρχίση νὰ τὸν ζηλεύη, ἐπειδὴ δὲν προχωράει αὐτή. Γι ̓ αὐτό, στὶς περιπτώσεις αὐτές, λέω στοὺς ἄνδρες νὰ προσέχουν. Γιατὶ τί γίνεται; Ὅσο προχωράει ὁ ἄνδρας πνευματικά, ἡ γυναίκα, ἂν δὲν ζῆ κι ἐκείνη πνευματικά, τόσο τοῦ πάει κόντρα. Ἂν πῆ ὁ ἄνδρας: «πέρασε ἡ ὥρα, σήκω νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία», τοῦ λέει: «Ἄντε, τράβα μόνος σου! Δὲν μὲ καταλαβαίνεις, ἔχω ἕνα σωρὸ δουλειές...». Ἤ, ἂν τῆς πῆ ὁ ἄνδρας: «καλά, σβηστὸ ἔχεις τὸ καντήλι;» ἢ ἂν πάη νὰ τὸ ἀνάψη ἐκεῖνος, πληγώνει τὸν ἐγωισμό της καὶ βάζει τὶς φωνές: «Τί, παπᾶς θὰ γίνης; καλόγερος εἶσαι;». Μπορεῖ ἀκόμη καὶ νὰ τοῦ πῆ: «Τί τὸ καῖμε τὸ καντήλι; Καλύτερα νὰ δώσουμε τὸ λάδι σὲ κανέναν φτωχό». Μέχρις ἐκεῖ
μπορεῖ νὰ φθάση, σὲ προτεσταντικὲς θεωρίες.
Φυσικά, ὕστερα στενοχωριέται γιὰ τὶς δικαιολογίες ποὺ εἶπε, ἀλλὰ στενοχωριέται καὶ γιὰ τὴν πρόοδο ποὺ βλέπει στὸν ἄνδρα της. Χίλιες φορὲς σ ̓ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις νὰ μείνη σβηστὸ τὸ καντήλι, παρὰ νὰ πάη ὁ ἄνδρας νὰ τὸ ἀνάψη. Γιὰ νὰ γλιτώσω λοιπὸν τὶς οἰκογένειες ἀπὸ τὴν διάλυση, λέω στοὺς ἄνδρες: «Νὰ πῆς στὴν γυναίκα σου, ὅταν τὴν βρῆς σὲ καλὴ ὥρα:
"Ἂν πηγαίνω στὴν ἐκκλησία καὶ κάνω λίγη προσευχὴ καὶ καμμιὰ μετάνοια ἢ διαβάζω κανένα βιβλίο πνευματικό, δὲν τὰ κάνω αὐτὰ ἀπὸ πολλὴ εὐλάβεια, ἀλλὰ γιατὶ αὐτὰ μὲ φρενάρουν, μὲ συγκρατοῦν, ὥστε νὰ μὴν παρασυρθῶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐλεεινὴ κοινωνία καὶ πάω στὰ μπουζούκια μὲ παρέες κ.λπ."». Ὅταν ὁ ἄνδρας χειρισθῆ ἔτσι τὸ θέμα, τότε ἡ γυναίκα χαίρεται καὶ μπορεῖ νὰ ἀλλάξη καὶ νὰ τὸν ξεπεράση στὰ πνευματικά. Ἂν δὲν τὸ χειρισθῆ ὅμως ἔτσι, τῆς σπάζει τὰ κόκκαλα. Μπορεῖ νὰ φθάσουν σὲ χωρισμό. Ἂν θέλη ὁ ἄνδρας νὰ βοηθήση τὴν γυναίκα πνευματικά, ἂς προσπαθήση νὰ τὴν συνδέση μὲ κάποια οἰκογένεια ποὺ ζῆ πνευματικὰ καὶ ἡ μητέρα ἔχει εὐλάβεια, ὥστε νὰ παρακινηθῆ νὰ τὴν μιμηθῆ.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» 84-85-
Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1998
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου