Σάββατο 30 Ιουλίου 2016

Άγιος Παΐσιος - Παλιά και αυτοί που έλεγαν ότι είναι άπιστοι είχαν μέσα τους Θεό


Γέροντας Παΐσιος: Παλιά και αυτοί που έλεγαν ότι είναι άπιστοι είχαν μέσα τους Θεό


- Γέροντα, οι άνθρωποι σήμερα δεν ευλαβούνται τους Αγίους όπως παλιά.

- Παλιά και αυτοί που έλεγαν ότι είναι άπιστοι είχαν μέσα τους Θεό. Θυμάμαι, την εποχή που ήταν οι Ιταλοί στην Κόνιτσα, πήρε φωτιά το δάσος και διαδόθηκε ότι την είχαν βάλει οι Ιταλοί, για να πάνε οι Κονιτσιώτες να την σβήσουν και να τους συλλάβουν.

Όταν το άκουσαν αυτό οι Κονιτσιώτες, σκορπίστηκαν και άφησαν το δάσος να καίγεται. Οι Ιταλοί πήγαν και βρήκαν τον πρόεδρο, ο οποίος ήταν άπιστος, και του είπαν:

«Πού είναι οι άνθρωποι;».

«Στις δουλειές τους», απάντησε εκείνος.

«Και γιατί δεν πήγαν να σβήσουν την φωτιά;», τον ρώτησαν.
«Α, εμείς σ' αυτές τις περιπτώσεις, τούς λέει, έχουμε τον Άγιο Νικόλαο» - η Μητρόπολη της Κόνιτσας τιμάται στην μνήμη του Αγίου Νικολάου.

Εκείνη την στιγμή, ενώ προηγουμένως δεν υπήρχε κανένα σύννεφο στον ουρανό, μαζεύτηκαν σύννεφα και άρχισε να βρέχη καταρρακτωδώς. Όταν είδαν το θαύμα αυτό οι Ιταλοί, φοβήθηκαν.


Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι ΣΤ΄, Περί Προσευχής, έκδοση Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2012, σ. 113

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ ΤΗΝ ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΗ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑ


ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ
ΤΗΝ ΕΠΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΗΝ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΑΝ

Ευλογήσαντος του Ιερέως, το Κύριε εισάκουσον, μεθ' ό το Θεός Κύριος, ως συνήθως, και το εξής·

Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Τους προσκυνούντας σην αγίαν εικόνα την αχειρότευκτον, αγνή Θεοτόκε, εν τω πανσέπτω τάφω σου εν Γεθσημανή σκέπε και διάσωζε, των Ιεροσολύμων σέμνωμα, κακώσεων, ακηδίας, ραστώνης και χαμαιζήλων άπαντας παθών, ίνα σε πόθω ψυχής μεγαλύνωμεν.

Δόξα. Και νυν.

Ου σιωπήσομέν ποτέ, Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι. Ει μη γάρ συ προΐστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων; Τις δε διεφύλαξεν έως νυν ελευθέρους; Ουκ αποστώμεν, Δέσποινα, εκ σού· σους γάρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.

Είτα ο Ν' Ψαλμός και ο Κανών, ού η ακροστιχίς·

«Ιεροσολυμίτισσα Θεοτόκε, βοήθει μοι»

Ωδή α'. Υγράν διοδεύσας.

Ικάνωσον πάντας τους ευσεβείς του όφεως τάχος, Θεοτόκε, την κεφαλήν συντρίψαι πτερνίζοντος το γένος των χοϊκών, Ιεροσολυμίτισσα.Επίβλεψον, Μήτερ, εξ ουρανού και ίδε τους πόθω προσκυνούντας την σην μορφήν, την άνευ χειρός ιστορηθείσαν βροτείου, ώ Ιεροσολυμίτισσα.

Ωδή β'.

Ρανίδας δακρύων μου σων ευχών απόσμηξον μάκτρω, ευσυμπάθητε Μαριάμ, του σπεύδοντος χάριτί σου θεία τη μητρική, Ιεροσολυμίτισσα.Ουράνωσον φρόνημα των πιστών ποθείν τα εν πόλω διαμένοντα ακλινώς, και νέκρωσον λογισμούς ατάκτους σων ικετών, Ιεροσολυμίτισσα.

Ωδή γ'. Ουρανίας αψίδος.

Σήν εικόνα κατείδε, Τατιανή, Δέσποινα, έκπληκτος φωτί ηυγασμένην, ω ξένου θαύματος, εν τω κελλίω αυτής άνευ χρωστήρος χρωσθείσαν χοϊκού, Μητρόθεε, κόσμου βοήθεια.

Όλβος πέλει ναού σου του ιερού τάφου σου το αχειροποίητον, Μήτερ, θείον σου έκτυπον, ό προσκυνούντες πιστώς αναβοώμεν· βοήθει σε τοις μακαρίζουσιν εν βίου κλύδωσι.

Λύσον της εμπαθείας σων ικετών ζόφωσιν και ειρήνην τη Εκκλησία δώρησαι, Δέσποινα, ίνα σε πάντες ενί στόματι ανευφημώμεν και μορφήν σου άχραντον κατασπαζώμεθα.

Υπερύμνητε Μήτερ, Γεθσημανής σέμνωμα, σου την αχειρότευκτον όντως κατασπαζόμενοι μορφήν βοώμεν τρανώς· φανέ Ιεροσολύμων, την ημών σκοτόμαιναν δίωξον θλίψεων.

Ειρήνευσον ζωήν σων δούλων και σύντριψον πολεμίους ταις πρεσβείαις σου προς τον σον Υιόν τον ειρήναρχον, ακέστορ σεμνή Ιεροσολύμων.

Επίβλεψον εν ευμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, επί την εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν και ίασαι της ψυχής μου το άλγος.

Αίτησις και το Κάθισμα. Ήχος β'. Πρεσβεία θερμή.

Λιταίς σου θερμαίς, Ιεροσολυμίτισσα, πιστών οι χοροί εκάστοτε προσφεύγοντες ευλαβώς κραυγάζομεν· προς Θεού αίνον χείρας ανύψωσον ημών σην αχειρότευκτον μορφήν πιστώς προσκυνούντων, Μήτερ άχραντε.

Ωδή δ'. Εισακήκοα, Κύριε.

Μητροπάρθενε Δέσποινα, τάφω εν πανσέπτω σου ασπαζόμενοι, Ιεροσολύμων κλέϊσμα, σην εικόνα χάριτος πληρούμεθα.
Ιεροσολυμίτισσα, Παναγίου Τάφου την αδελφότητα, Θερμοπύλας την φυλάττουσαν πίστεως ενίσχυε και κράτυνε.

Την εικόνα σου, άχραντε, την αχειροποίητον και πανθαύμαστον προσκυνούντες απολαύομεν πλούτου δωρεών της συμπαθείας σου.
Ιαμάτων η χάρις σου ποταμός αστείρευτος ώφθη άπασιν, ώ Ιεροσολυμίτισσα, αλγεινώς νοσούσι, χαριτόβρυτε.

Ωδή ε'. Φώτισον ημάς.

Στήριξον ημάς εν τη πίστει βακτηρία σου προσευχών προς τον Υιόν σου και Θεόν τους υμνούντάς σε, Ιεροσολυμίτισσα.
Στέψον τους πιστώς προσκυνούντάς σου το έκτυπον το σεπτόν αφθάρτω στέφει, ουρανών Βασιλίς κλεινή, Ιεροσολυμίτισσα.

Άνωθεν ημίν φως, Ιεροσολυμίτισσα, εγρηγόρσεως κατάπεμψον ταχύ τοις εν ζόφω ακηδίας, φευ, καθεύδουσι.
Θραύσον τους δεσμούς αμαρτίας μου και έλκυσον τον σόν πρόσφυγα προς δόμους ουρανών, θεοτίμητε Ιεροσολυμίτισσα.

Ωδή στ’. Την δέησιν.

Επάκουσον της φωνής δεήσεως των πιστώς ασπαζομένων εικόνα σην αχειρότευκτον, Θεογεννήτορ, Τατιανήν ή ση θέα ευφράνουσα τη λελουσμένη αστραπαίς θεϊκαίς, Ιεροσολυμίτισσα.

Ους άπασι τάχιστα ευήκοον κλίνον τοις επιζητούσι σην χάριν και σην αντίληψιν και προστασίαν, Μήτερ Θεού, Παϊσίου αγλάισμα του Αθωνίτου νεαυγούς ασκητού, Ιεροσολυμίτισσα.

Τω άρτω με σων ευχών διάθρεψον τον πενόμενον οικέτην σου, Μήτερ, ή των πιστών οικονόμος οξεία και των προσφύγων σου διαχειρίστρια, σου τάφου εν Γεθσημανή θησαυρέ, Ιεροσολυμίτισσα.

Οδήγησον πάντων διαβήματα προς λειμώνας αφθαρσίας παντέρπνους τους προσκυνούντας μορφήν σου, Παρθένε, την ιλαράν, Ιεροσολυμίτισσα, ομβροβλυτούσαν τοις πιστοίς του Υιού σου το άμετρον έλεος.

Ειρήνευσον ζωήν σων δούλων και σύντριψον πολεμίους ταις πρεσβείαις σου προς τον σον Υιόν τον ειρήναρχον, ακέστορ σεμνή Ιεροσολύμων.

Άχραντε, ή διά λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως επ' εσχάτων των ημερών τεκούσα, δυσώπησον ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν.

Αίτησις και το Κοντάκιον. Ήχος β'. Τοις των αιμάτων σου.

Την αχειρότευκτον θείαν εικόνα σου, περικλεές Ιεροσολυμίτισσα, διακοσμούσαν τον πάνσεπτον τάφον σου πανευλαβώς οι πιστοί ασπαζόμενοι χάριν την σην δαψιλώς εκδεχόμεθα.

Προκείμενον.

Μνησθήσομαι του ονόματος Σου εν πάση γενεά και γενεά.

Στίχος. Το πρόσωπον σου λιτανεύσουσιν οι πλούσιοι του λαού.
Ευαγγέλιον κατά Λουκάν. (Κεφ. α' 39-49, 56)

Εν ταις ημέραις εκείναις, αναστάσα Μαριάμ επορεύθη εις την ορεινήν μετά σπουδής εις πόλιν Ιούδα, και εισήλθεν εις τον οίκον Ζαχαρίου και ησπάσατο την Ελισάβετ. Και εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής· και επλήσθη Πνεύματος αγίου η Ελισάβετ και ανεφώνησε φωνή μεγάλη και είπεν· ευλογημένη σύ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Και πόθεν μοι τούτο ίνα έλθη η μήτηρ του Κυρίου μου προς με; Ιδού γάρ ως εγένετο η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου, εσκίρτησε το βρέφος εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία μου. Και μακαρία η πιστεύσασα ότι έσται τελείωσις τοις λελαλημένοις αυτή παρά Κυρίου. Και είπε Μαριάμ· μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρί μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Ιδού γάρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί· ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός και άγιον το όνομα αυτού. Έμεινε δε Μαριάμ συν αυτή ωσεί μήνας τρεις και υπέστρεψεν εις τον οίκον αυτής.

Δόξα.

Ταις της Θεοτόκου, της Γεθσημανητίσσης, πρεσβείαις, Ελεήμον, ρύσαι βλάβης με πλάνου.

Και νυν.

Ταις της Θεοτόκου πρεσβείαις, Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Προσόμοιον. Ήχος πλ. β'. Όλην αποθέμενοι.

Στίχος. Ελεήμον, ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεος Σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου εξάλειψον το ανόμημά μου.

Σήν αχειροποίητον και παναγίαν εικόνα, την κοσμούσαν τάφον σου τον σεπτόν, Παντάνασσα, ασπαζόμενοι ευλαβώς κράζομεν· Κεχαριτωμένη, ω Ιεροσολυμίτισσα, ως πάλαι ηύφρανας την Τατιανήν κατιδούσάν σε μονάστριαν πυρσεύμασι περιηυγασμένην και χάριτι χαραχθείσαν θεία αφράστως εν κελλίω τω αυτής ούτω κάμε περιαύγασον φέγγει προστασίας σου.

Ο Ιερεύς. Σώσον, ο Θεός, τον λαόν Σου...

Ωδή ζ'. Οι εκ της Ιουδαίας.

Κατ' εχθρών αοράτων νίκας δίδου, Παρθένε, τοις σοι προσφεύγουσι και πόθω σην εικόνα την Ιεροσολύμων θείαν κλήσιν κατέχουσαν ασπαζομένοις πιστώς, Κυρία Θεοτόκε.

Ευσυμπάθητε Μήτερ, σωφροσύνης πυξία ημάς ανέδειξον τους σε υμνολογούντας εκάστοτε και πόθω εκζητούντας την χάριν σου, ίνα του βίου σοφώς ανύσωμεν την τρίβον.

Βάθρον της παρθενίας, Παναγία Παρθένε, τους καταφεύγοντας τη πανσθενεί σου σκέπη αγνείας μυροθήκας ηδυπνεύστους ανάδειξον διώκουσα των παθών ημών την δυσωδίαν.

Όρμον χειμαζόμενων εν θαλάσση του βίου αεί σε έγνωμεν, των Ιεροσολύμων επώνυμε Παρθένε· όθεν πόθω βοώμέν σοι κατάπαυσον των παθών τας τρικυμίας, Μήτερ.

Ωδή η'. Τον Βασιλέα.

Η εν ταις λύπαις πιστών χορεία, Παρθένε, τη ση χάριτι σπεύδουσα κράζει· δείξόν μοι αφάτου χαράς σκηνάς, Παρθένε.
Θεογεννήτορ, παύσον ροάς των δακρύων οικετών σου πιστώς προσκυνούντων σήν μορφήν εν τάφω Γεθσημανή σεπτώ σου.

Εν ταις ανάγκαις σε οικονόμον γινώσκω και ιάτειραν εν ασθενείαις χαλεπαίς ο πρόσφυξ της χάριτος σου, Μήτερ.
Ιλάσθητί μοι τω προσκυνούντι μορφήν σου, ην βροτών ουκ εχάραξε, Μήτερ, χειρ, ευλογημένη, Γεθσημανής κοσμήτορ.

Ωδή θ'. Κυρίως Θεοτόκον.

Μετόχους αθανάτων αγαθών σους δούλους, Μήτερ Θεού, Ιεροσολυμίτισσα, τους προσκυνούντας εικόνα την σήν ανάδειξον.

Ουδόλως ανανεύων σχέσεως του πλάνου σήν μητρικήν, Ιεροσολυμίτισσα, αιτούμαι χάριν και κράζω· λύσον μου πώρωσιν.
Ιάτρευσον πληγάς μου του τραυματισθέντος νοός εχθρού, Ιεροσολυμίτισσα, απάτη κράζω ο τάλας δούλος σης χάριτος.

Χαράς αστασιάστου πρόξενε, Παρθένε, των ευσεβών, Ιεροσολυμίτισσα, των λυπηρών σων προσφύγων αχλύν εκδίωξον.

Το Άξιον έστι... και τα παρόντα Μεγαλυνάρια.

Δεύτε, ασπασώμεθα την μορφήν της αειπαρθένου, ποιηθείσαν άνευ χειρός αληθώς βροτείου εν Ιεροσολύμοις, και έχουσαν την κλήσιν αυτών την πάνσεπτον.

Χαίροις της νεότητος ποδηγός προς την σωτηρίαν και προστάτις και αρωγός σοι των προσφευγόντων εν πάσαις βίου ζάλαις, Γεθσημανής κοσμήτορ, πάνσεπτε Δέσποινα.

Την σεπτήν μορφήν σου, ην τω φωτί περιηυγασμένην εν κελλίω Τατιανή τω αυτής κατείδεν εν πίστει προσκυνούμεν, Κυρία Θεοτόκε, ως αχειρότευκτον.

Σήν προσωνυμούσαν, Μήτερ Θεού, Ιεροσολύμοις προσκυνούντες πανευλαβώς θαυμαστήν εικόνα λαμβάνομεν αφθόνως την εξ αυτής τοις πάσι χάριν εκβλύζουσαν.

Δεύτε, ασπασώμεθα ευλαβώς σήν σεπτήν εικόνα εν τω τάφω Γεθσημανή, Ιεροσολύμων λαμπράν προσωνυμίαν την φέρουσαν, Παρθένε, θεογεννήτρια.

Παρειμένον ήγειρας θαυμαστώς εν τη Βουλγαρία και ηνέωξας οφθαλμούς εν αυτή αρτίως τυφλής κατασπασθείσης σον έκτυπον, Παρθένε, το αχειρότευκτον.

Δείξον τοις προστρέχουσιν ευλαβώς σω πανσέπτω τάφω προσκυνήσαι την σήν μορφήν τρίβον την ευθείαν απάγουσαν προς πόλον, των Ιεροσολύμων κλέος, Παντάνασσα.

Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι ’γιοι πάντες, μετά της Θεοτόκου ποιήσατε πρεσβείαν εις το σωθήναι ημάς.

Το Τρισάγιον και το Απολυτίκιον.

Ήχος πλ. α. Τον συνάναρχον Λόγον.

Βοηθήσαι σοις πρόσφυξι σπεύσον, Δέσποινα, τοις ευλαβώς προσκυνούσι εν τάφω Γεθσημανή τω πανσέπτω σήν μορφήν αχειροποίητον, ομβροβλυτούσαν δαψιλώς ιαμάτων οχετούς και νάματα συμπαθείας τοις σε υμνούσι, Παρθένε, λαμπρώς, Ιεροσολυμίτισσα.

Εκτενής και Απόλυσις, μεθ' ην ψάλλομεν το εξής·

Ήχος β'. Ότε εκ του Ξύλου.

Σήν αχειροποίητον μορφήν, Μήτερ του Θεού του Υψίστου, κατασπαζόμενοι θησαυρόν υπάρχουσαν όντως πολύολβον του ναού του αγίου σου εν τάφω σεπτώ σου δύναμιν λαμβάνομεν την απορρέουσαν εξ αυτής και πόθω βοώμεν· Χαίρε, Παναγία Παρθένε, αγλαή Ιεροσολυμίτισσα.

Ήχος πλ δ'.

Δέσποινα, πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου και λύτρωσαι ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως.

Ήχος β'.

Την πάσαν ελπίδα μου εις σέ ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Δίστιχον.

Ιεροσολυμίτισσα, Πατριάρχην σκέπε, βοά Χαραλάμπης.

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΤΩ ΜΟΝΩ ΑΛΗΘΙΝΩ ΘΕΩ ΗΜΩΝ

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Παρακλητικός κανόνας στην οσία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου.


(Η μνήμη της τιμάται τη 28η Ιουλίου)

Ἱερεὺς. 
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε, νύν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. Ψαλμός ρμβ’ (142) .Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ Σου, ἐπάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ Σου. Καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν Σου πᾶς ζῶν. Ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου· ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου. Ἐκάθισέν με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος· καὶ ἠκηδίασεν ἐπ’ ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου, ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου. Ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων καὶ ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις Σου, ἐν ποιήμασιν τῶν χειρῶν Σου ἐμελέτων. Διεπέτασα πρὸς Σέ τὰς χεῖράς μου· ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρός Σοι. Ταχὺ εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου. Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν Σου ἀπ’ ἐμοῦ, καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. Ἀκουστὸν ποίησόν μοι τὸ πρωῒ τὸ ἔλεός Σου, ὅτι ἐπὶ Σοὶ ἤλπιςα. Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι, ὅτι πρὸς Σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου. Ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, ὅτι πρὸς σὲ κατέφυγον· δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά Σου, ὅτι Σὺ εἶ ὁ Θεός μου. Τὸ πνεῦμά Σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ· ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός Σου, Κύριε, ζήσεις με. Ἐν τῇ δικαιοσύνῃ Σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τὴν ψυχήν μου. Καὶ ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τοὺς ἐχθρούς μου, καὶ ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου· ὅτι ἐγώ δοῦλός Σού εἰμι.

Καί εὐθύς ψάλλεται τετράκις ἐξ’ ὑπαμοιβῆς, μετά τῶν οἰκείων στίχων:

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχ, α'. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, καὶ ἐπικαλεῖσθε τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ.

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχ, β'. Πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς.

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχ, γ'. Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

καὶ τὰ Προσόμοια. Ἦχος δ΄.
Ήχος δ’. Ο υψωθείς.
Την καλιπάρθενον αμνάδα του Κτίστου και Ορθοδόξων βοηθόν και προστάτην εν κατανύξει κράξωμεν πιστοί ταπεινώς, ένδοξε, ρύσαι ικέτας σου εκ παντοίων κινδύνων σπεύσον και παράσχου συ υγιείαν και ρώμην μη αποστρέψεις σους δούλους κενούς σε γαρ, Ειρήνη, μεσίτριαν έχομεν.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. 


Απολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως. 


Δόξαν ρέουσαν, υπεριδούσα, νύμφη άμωμος, ώφθης Κυρίου δι’ ασκήσεως Οσία εκλάμψασα ως ουν Ειρήνη τυχούσα του πόθου σου εν ομονοία ημάς διαφύλαττε, αξιάγαστε, Χριστώ τω Θεώ πρεσβεύουσα δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος. 

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Οὐ σιωπήσωμέν ποτε, Θεοτόκε, τὰς δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι· εἰμὴ γὰρ σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τὶς ἡμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τὶς δὲ διεφύλαξεν ἕως νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ σοῦ· σοὺς γὰρ δούλους σῴζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν.

Ψαλμός ν’ (50).
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός Σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου. Ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω, καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστιν διὰ παντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν Σου ἐποίησα, ὅπως ἂν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις Σου καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί Σε. Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήμφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέν με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας Σου ἐδήλωσάς μοι. Ραντιεῖς με ὑσσώπῳ, καὶ καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς με ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστᾶ τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀπορρίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου Σου καὶ τὸ Πνεῦμα Σου τὸ Ἅγιόν μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου Σου καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήρισόν με. Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς Σου, καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ Σὲ ἐπιστρέψουσιν. Ρῦσαί με ἐξ αἱμάτων, ὁ Θεὸς ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου· ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνην Σου. Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν Σου. Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν· ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξ ουθενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ Σου τὴν Σιών, καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ιερουσαλημ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα· τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν Σου μόσχους.


Καὶ εὐθὺς ψάλλομεν τὸν Κανόνα. Ἦχος Δ΄.

Ωδὴ α΄. Ἦχος δ΄. Ὑγρὰν διοδεύσας
(Οσία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών)
Ειρήνη, προσπίπτω δεητικώς προς σε ο αχρείος και αιτούμαι σην αρωγήν, ην τάχος παράσχου σω ικέτη και εκ παγίδων του δράκοντος ρύσαι με.

Ιάσεις ποικίλας, θαυματουργέ απαύστως παρέχεις τοις προστρέχουσι ταπεινώς και την σην βοήθειαν παράσχου τοις προς σε πόθω προσφεύγουσι, πάντιμε.

Ψυχάς των αχρείων σου ικετών προστάτευσον, κόρη, από πάσης επιβουλής και δίδως μετάνοιαν Ειρήνη, Χρυσοβαλάντου το κλέος και καύχημα.


Θεοτόκιον.

Σεμνή Θεοτόκε μήτερ Θεού, προς σε καταφεύγω και αιτούμαι σην αρωγήν ην τάχος παράσχου σω ικέτη και σωτηρίας τυχείν καταξίωσον.

Ωδή γ’. Ουρανίας αψίδος.

Των τυφλών βακτηρία και ασθενών ίασις και των εν ανάγκαις, Ειρήνη, μέγας επίκουρος και οδηγός ασφαλής των ορθοδόξων εφάνης ορφανών δε στήριγμα, ω θεοπρόβλητε.

Την μονήν σου, Ειρήνη εκ πειρασμών φύλαττε και τας εν αυτή ασκουμένας σκέπε, φιλάγαθε. Τους εισιόντας προς σε τέλη ανώδυνα δίδου και ειρήνην δώρησαι ω αξιάγαστε.

Ικετεύω σε, νύμφη, τον ψυχικόν τάραχον και της αθυμίας την ζάλην συ αποδίωξον. Σε γαρ προστάτην ημών ομολογούμεν, Ειρήνη, και φρουρόν ακοίμητον, κόρη πανύμνητε.

Θεοτόκιον.

Ω Πανάχραντε κόρη, χριστιανών καύχημα και των ορθοδόξων το κλέος, συ με προστάτευσον εκ των βελών του εχθρού και εκ δολίων ανθρώπων και παθών, Πανάμωμε, ψυχής απάλλαξον.

Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου, ω Ειρήνη, ότι πάντες ικετικώς προς σε καταφεύγομεν ως χάριν ευρούσα παρά Κυρίω.

Επίβλεψον εν ευμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, επί την εμήν χαλεπήν του σώματος κάκωσιν και ίασαι της ψυχής μου το άλγος.

Ἱερεὺς.
Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον.
Λαὸς
Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ του Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεινός) καὶ πάσης της ἐν
Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.


Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως των ἁμαρτιῶν των δούλων του Θεοῦ, πάντων των εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, των κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τη (κώμῃ, πόλη) ταύτη, των ἐνοριτῶν, ἐπιτρόπων, συνδορομητῶν καὶ ἀφειρωτῶν του ἁγίου ναοῦ τούτου.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ των δούλων του Θεοῦ, (ὀνόματα).


Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Ἱερεὺς.
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις,καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τους αἰῶνας των αἰώνων.
Ἀμήν.

Μετὰ τὴν ἐκφώνησιν τὸ παρὸν Κάθισμα.
Ήχος β’. Πρεσβεία θερμή.
Συ πρέσβυς θερμός και τείχος απροσμάχητον εδείχθης, σεμνή, και κόσμου καταφύγιον εκτενώς βοώμεν σοι, καλλιπάρθενε κόρη, πρόφθασον και εκ κινδύνων λύτρωσαι ημάς, Ειρήνη, πιστών δόξα και καύχημα.


Ωδή δ’. Εσακήκοα Κύριε.

Χάρισόν μοι κατάνυξιν, στεναγμούς και δάκρυα, θαυματόβρυτε. Ικέτην δίδου, Ειρήνη υγιείαν και ρώμην, ισάγγελε.

Σοι προσπίπτω και δέομαι εκ παντός κινδύνου ρύσαι με, πάντιμε, και την πώρωσιν διάλυσον της ψυχής μου τάχος, μεγαλώνυμε.

Την μονήν σου, πανάριστε, της ορθοδοξίας τείχος ανάδειξον και τους εις αυτήν προστρέχοντας τέκνα τάχος, Ειρήνη, συ δώρησον.

Θεοτόκιον.

Υπερ πάντων ικέτευε τον Υιόν σου, κόρη αξιοτίμητε, και τας τύψεις μου κατεύνασον δια μετανοίας, Θεονύμφευτε.

Ωδή ε’. Φώτισον ημάς.

Δώρησον καμέ υγιείαν και ταπείνωσιν, πνεύμα συνέσεως και φόβον Θεού, ίνα υμνώ σε απαύστως, Ειρήνη πάντιμε.

Πίστην ακλινή και αγάπην τάχος χάρισον πάσι τοις προστρέχουσι, σεμνή, και εξαιτούσιν, Ειρήνη, σην βοήθειαν.

Νέκρωσον, σεμνή, της σαρκός μου τα σκιρτήματα και την καρδίαν μου πλήρωσον χαράς ίνα δοξάζω, Ειρήνη, Χριστόν τον Κύριον.


Θεοτόκιον.

Ρήματα Θεού διετήρεις εν τη καρδία σου, Παρθενομήτορ αξιάγαστε, τούτο αξίωσον καγώ ποιήσαι δέομαι.

Ωδή στ’. Την δέησιν.

Θαυμάτων συ κρουνός ανεδείχθης και ακοίμητος φρουρός των ανθρώπων των πειρασμών διαλύεις παγίδας και τοις πιστοίς συ παρέχεις την ίασιν σου δέομαι, ω αγαθή, εκ παθών και κινδύνων διάσωσον.

Ειρήνη, Χρυσοβαλάντου το κλέος σοι προσέρχομαι εν πόθω και πίστει και εκζητώ σην βοήθειαν, κόρη, ίνα ρυσθώ εκ των θλίψεων τάχυον, εκ νόσων τε και πειρασμών και ποικίλων παγίδων του όφεως.

Θανάτου του αιωνίου ρύσαι με τον ανάξιον ικέτην, Ειρήνη, και εκ φθοράς και ποικίλων παγίδων του αρχαικάκου εχθρού τάχος με λύτρωσον, ω κλέος των χριστιανών, εκ παθών και κινδύνων διάσωσον.

Θεοτόκιον.

Παρθένε προς σε προσφεύγω ο τάλας και προς σε χείρας αίρω απαύστως τον σον Υιόν καθικέτευε, κόρη, ίνα σωθώ ο αχρείος ικέτης σου εκ πάντων των διαπλοκών ας ο όφις εκφαίνει, Πανύμνητε.

Διάσωσον εκ πάσης νόσου τους δούλους σου, ω Ειρήνη, ότι πάντες προς σε καταφεύγομεν ως έχουσαν τω Θεώ παρρησία.

Άχραντε, η δια λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως επ’εσχάτων των ημερών τεκούσα, δυσώπησον, ως έχουσα μητρικήν παρρησίας.

Ἱερεὺς.

Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.


Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ του Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεινός) καὶ πάσης της ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.


Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως των ἁμαρτιῶν των δούλων του Θεοῦ, πάντων των εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, των κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τη (κώμῃ, πόλη) ταύτη, των ἐνοριτῶν, ἐπιτρόπων,
συνδορομητῶν καὶ ἀφειρωτῶν του ἁγίου ναοῦ τούτου.

Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ των δούλων του Θεοῦ, (ὀνόματα).


Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.

Ἱερεὺς.
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις,καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τους αἰῶνας των αἰώνων.

Ἀμήν. 

Τὸ παρὸν Κοντάκιον. 
Ἦχος β ΄. Προστασία τῶν Χριστιανῶν.

Συ προστάτης των χριστιανών ακαταίσχυντος και μεσίτης προς Θεόν, Ειρήνη, ταχύτατος, μη παρίδης αμαρτωλών ικέτιδας φωνάς, αλλά πρόφθασον, ω αγαθή, εις την βοήθειαν ημών των θερμώς δεομένων σοι. Λύσον συ τας στειρώσεις και τέκνα πιστοίς παράχου, Χρυσοβαλάντου θησαυρέ, και ημών δόξα και καύχημα.

Και ευθύς το Προκείμενον. 
Ήχος δ’.


Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον, και προσέσχε μοι, και εισήκουσε της δεήσεώς μου. (3)
Στίχος. Και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου, και κατεύθυνε τα διαβήματά μου.

Ἱερεὺς. 

Καὶ ὑπέρ του καταξιωθῆναι ἡμᾶς της ἀκροάσεως του ἁγίου
Εὐαγγελίου, Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν ἱκετεύσωμεν.

Κύριε, ἐλέησον (γ').

Ἱερεὺς. 
Σοφία. Ὀρθοῖ, ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. Εἰρήνη πᾶσι.Καὶ τῶ Πνεύματί σου.
Ἱερεὺς.
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν ἁγίου Εὐαγγελίου τὸ ἀνάγνωσμα. Πρόσχωμεν!


Δόξα σοί, Κύριε, δόξα σοί.

Ἱερεὺς. (Λουκά ζ’ 36-50) 
Ηρώτα δε τις αυτόν των Φαρισαίων ίνα φάγη μετ΄ αυτού· και εισελθών εις την οικίαν του Φαρισαίου ανεκλίθη. και ιδού γυνή εν τη πόλει ήτις ην αμαρτωλός, και επιγνούσα ότι ανεκειται εν τη οικία του Φαρισαίου, κομίσασα αλάβαστρον μύρου και στάσα οπίσω παρά τους πόδας αυτού κλαίουσα, ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε, και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω. ιδών δε ο Φαρισαίος ο καλέσας αυτόν είπεν εν εαυτώ λέγων· ούτος ει ην προφήτης, εγίνωσκεν αν τις και ποταπή η γυνή ήτις άπτεται αυτού, ότι αμαρτωλός εστί. και αποκριθείς ο Ιησούς είπε προς αυτόν· Σίμων, έχω σοι τι ειπείν, ο δε φησί· διδάσκαλε, ειπέ. δύο χρεωφειλέται ήσαν δανειστή τινί· εις ώφειλε δηνάρια πεντακόσια, ο δε έτερος πεντήκοντα. μη εχόντων δε αυτών αποδούναι, αμφοτέροις εχαρίσατο. τις ουν αυτών, ειπέ, πλείον αυτόν αγαπήσει; αποκριθείς δε ο Σίμων είπεν· υπολαμβάνω ότι ω το πλείον εχαρίσατο. ο δε είπεν αυτώ· ορθώς έκρινας, και στραφείς προς την γυναίκα τω Σίμωνι έφη· βλέπεις ταύτην την γυναίκα; εισήλθόν σου εις την οικίαν, ύδωρ επί τους πόδας μου ουκ έδωκας· αύτη δε τοις δάκρυσιν έβρεξέ μου τους πόδας και ταις θριξί της κέφαλής αυτής εξέμαξε. φίλημά μοι ουκ έδωκας· αύτη δε αφ΄ ης εισήλθεν ου διέλιπε καταφιλούσα μου τους πόδας. ελαίω την κεφαλήν μου ουκ ήλειψας· αύτη δε μύρω ήλειψέ μου τους πόδας. ου χάριν λέγω σοι, αφέωνται αι αμαρτίαι αυτής αι πολλαί, ότι ηγάπησε πολύ· ω δε ολίγον αφίεται, ολίγον αγαπά. είπε δε αυτή· αφέωνταί σου αι αμαρτίαι. και ήρξαντο οι συνανακείμενοι λέγειν εν εαυτοίς· τις ούτος εστίν ος και αμαρτίας αφίησιν; είπε δε προς την γυναίκα· η πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εις ειρήνην.

Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι.


Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Ἦχος Β΄.

Ταις της σης Οσίας πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.


Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Ταις της Θεοτόκου, πρεσβείαις Ελεήμον, εξάλειψων τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Ἐλέησον μέ, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου, καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου. 

Ἦχος πλ. Β΄. Ὅλην άποθέμενοι.Ήχος πλ. β’. 

Μη εγκαταλείπης με, Χρυσοβαλάντου το κλέος των πιστών το στήριγμα, αλλά δέξαι δέησιν του ικέτους σου θλίψις γαρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι αρχαικάκου τα τοξεύματα’ σκέπην ου κέκτημαι, ουδέ που προσφύγω, Οσίαθλε, πάντοθεν πολεμούμενος και παραμυθίαν ουκ έχω πλην σου. Σπεύσον, ω Ειρήνη, ακοίμητε προστάτα και φρουρέ των δεομένων σοι, εύσημε, και ευχάς εκπλήρωσον.


Ο Ιερεύς’ Σώσον ο Θεός τον λαόν σου...

’ Κύριε, ελέησον (ιβ’).
Ο Ιερεύς’ Ελέει και οικτιρμοίς...


και αι λοιπαί ωδαί του Κανόνος



Ωδή ζ’. Οι εκ της Ιουδαίας.

Της ψυχής μου τα έλκη συ θεράπευσον, κόρη αξιοθαύμαστε, και τέλη της ζωής μου ανώδυνα παράσχου, ίνα πόθω κραυγάζω σοι Ο των Πατέρων ημών Θεός ευλογητός ει.

Ατεκνίαν γυναίων συ παρέχεις την λύσιν πανευωδέστατε, διο και αι ποθούσαι υιούς και θυγατέρας προς σε έρχονται άδουσαι, Χαίρε Ειρήνη σεμνή Χρυσοβαλάντου κλέος.

Εκ τροχαίου ικέτας συ προστάτευσον, κόρη πανωσιώτατε, και πάσι τοις αιτούσι μετάνοιαν παράσχου, ίνα πάντες κραυγάζωμεν, Ο των Πατέρων ημών Θεός ευλογητός ει.

Θεοτόκιον.

Μητροπάρθενε Κόρη προς σε σπεύδω δεόμενος, ο ανάξιος, παράσχου υγιείαν και ρώμην σω ικέτη, ίνα πόθω δοξάζωμεν σε, Θεοτόκε αγνή, την δόξαν των αγγέλων.

Ωδή η’. Τον Βασιλέα.

Τον Βασιλέα ον ηγάπησας σφόδρα, ω Ειρήνη θεόφρον, λιταίς σου ευμένισον τάχος, ίνα μη κολασθώμεν.

Συ ω Ειρήνη, ημών τας καρδίας ειρήνης και χαράς πληροίς, δεδοξασμένη διο σε απαύστως υμνούμεν, αθλοφόρε.

Τας ασθενείας μου της ψυχής ιατρεύεις και σαρκός τας οδύνας, Ειρήνη, διο σε δοξάζω, Χρυσοβαλάντου κλέος.

Θεοτόκιον.

Την Θεοτόκον και Λυτρωτού την μητέρα των αγγέλων αι τάξεις υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.

Ωδή θ’. Κυρίως Θεοτόκον.

Ειρήνη αθληφόρε, σε παρακαλούμεν και δεόμεθα, κόρη πανύμνητε, τους ορθοδόξους απαύστως σκέπε και φύλαττε.

Μονής Χρυσοβαλάντου κλέος ανεδείχθης και των πιστών καταφύγιον άριστον, Ειρήνη κόρη σεμνή, μοναζουσών η δόξα.

Κατάνυξιν παράσχου εμοί τω αθλίω, υπομονήν και πτωχείαν του πνεύματος αξίωσον λιταίς σου Χριστού ιδείν την δόξαν.


Θεοτόκοιον.

Πανάμωμε Παρθένε, σκέπασον ικέτην και εκ χειρών αρχαικάκου διάσωσον τοις δε ποθούσι, Αγνή, μετάνοιαν παράσχου.

Και ευθύς, 

Ἄξιόν ἐστιν ὦς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον, καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν .Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν.
Τα Μεγαλυνάρια.

Δεύτε εφημήσωμεν οι πιστοί Οσίαν Ειρήνην των ατέκνων καταφυγή, των δε ορθοδόξων προστάτιδα και κλέος και πάντων των εν θλίψει το παραμύθιον.

Εκτενώς ικέτευε τον Θεόν υπέρ της Ελλάδος ειρηναίαν αυτήν τηρείν και λυτρούσθαι πάντων δεινών τε και κινδύνων, μοναζουσών το κλέος, Ειρήνη Πάνσοφε.

Έλαμψας τω πάλαι εν τη Μονή του Χρυσοβαλάντου, ω Ειρήνη θαυματουργέ, και των μοναζόντων κατέστης, αθληφόρε, το πρότυπον και κλέος και πάντων σέμνωμα.

Ίδωμεν τους άθλους σου, αγαθή, ους εν τη μονή σου συ κατήγαγες ταπεινώς και τας αρετάς σου δι’ων κατεκοσμήθης, Ειρήνη χριστοδρόμε, πιστών το κλέϊσμα.

Ατεκνίαν λύεις των γυναικών, Ειρήνη θεόφρον, ορθοδόξων καταφυγή, συ και τας ιάσεις παρέχεις αδαπάνως τοις πίστει προσιούσιν εις την εικόνα σου.

Το Μεγαλυνάριον του Αγίου του Ναού και
Πᾶσαι τῶν, Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ ἅγιοι πάντες, μετὰ τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εἰς τὸ σωθῆναι ἡμᾶς.

Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (γ')

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταὶς ἁμαρτίαις ἡμῶν.Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.Κύριε, ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον, Κύριε, ἐλέησον.Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοίς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου, γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὦς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον, καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὦς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοὶς ὀφειλέταις ἡμῶν, καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Ἀμήν.

Ἱερεὺς. 
Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.Ἀμήν. 

Ἀπολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Δόξαν ρέουσαν, υπεριδούσα, νύμφη άμωμος, ώφθης Κυρίου δι’ ασκήσεως Οσία εκλάμψασα ως ουν Ειρήνη τυχούσα του πόθου σου εν ομονοία ημάς διαφύλαττε, αξιάγαστε, Χριστώ τω Θεώ πρεσβεύουσα δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Ἱερεὺς. 

Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον.

Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἱερεὺς. 
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν, (δεῖνος) καὶ πάσης τῆς ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.

Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἱερεὺς. 
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ, πάντων τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, τῶν κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τῇ πόλει ταύτη, ἐπιτρόπων, συνδρομητῶν καὶ ἀφιερωτῶν τοῦ ἁγίου ναοῦ τούτου.

Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἱερεὺς. 
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ, (ὀνόματα).


Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἱερεὺς.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τοῦ διαφυλαχθῆναι τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν πόλιν ταύτην, καὶ πᾶσαν πόλιν καὶ χώραν ἀπὸ ὀργῆς, λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου, καὶ αἰφνιδίου θανάτου, ὑπὲρ τὸν ἵλεων, εὐμενῆ καὶ εὐδιάλακτον, γενέσθαι τὸν ἀγαθὸν καὶ φιλάνθρωπον Θεὸν ἡμῶν, τοῦ ἀποστρέψαι καί, διασκεδάσαι πᾶσαν ὀργὴν καὶ νόσον, τὴν καθ' ἡμῶν κινουμένην, καὶ ῥύσασθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐπικειμένης δικαίας αὐτοῦ ἀπειλῆς, καὶ ἐλεῆσαι ἡμᾶς.


Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἱερεὺς. 
Ἔτι δεόμεθα καὶ ὑπὲρ τοῦ εἰσακοῦσαι Κύριον τὸν Θεὸν φωνῆς τῆς δεήσεως ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, καὶ ἐλεῆσαι ἡμᾶς.

Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἱερεὺς. 
Ἐπάκουσον ἡμῶν, ὁ Θεός, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καὶ τῶν ἐν θαλάσσῃ μακράν, καὶ ἵλεως, ἵλεως γενοῦ ἡμῖν, Δέσποτα ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, καὶ ἐλέησον ἡμᾶς.

Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἱερεὺς.
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.

Ἱερεὺς. 
Δόξα σοι ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, Κύριε, δόξα Σοι.
Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν ταῖς πρεσβείαις τῆς παναχράντου καὶ παναμώμου ἁγίας Αὐτοῦ μητρός, δυνάμει τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, προστασίαις τῶν τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων ἀσωμάτων, ἱκεσίαις τοῦ τιμίου, ἐνδόξου, προφήτου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, τῶν ἁγίων, ἐνδόξων καὶ πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν ἁγίων ἐνδόξων καὶ καλλινίκων Μαρτύρων, τῶν ὁσίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, (τοῦ Ναοῦ) τῶν ἁγίων καὶ δικαίων θεοπατόρων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννης, (τῆς ἡμέρας) καὶ πάντων τὸν Ἁγίων, ἐλεήσαι καὶ σώσαι ἡμᾶς, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων Θεός.Ἀμήν. 

Των πιστών ασπαζομένων την εικόνα της Οσίας ψάλλομεν τα εξής:


Ήχος β’. Ότε εκ του ξύλου.

Χαίρε, ω Ειρήνη θαυμαστή. Χαίρε ορθοδόξων προστάτα και των πιστών ο φρουρός άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν εν κινδύνοις και θλίψεσιν αεί μεσιτείαν οι κατατρυχόμενοι υπό ποικίλων παθών σπεύσον και ατέκνοις παράσχου τέκνα, θεοδόξαστε κόρη, ως και υγιείαν, καλλιπάρθενε.

Ήχος πλ. δ’.

Δέσποινα, πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως.


Ήχος β’.

Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθιμι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Ήχος α’.

Τη πρεσβεία, Κύριε, πάντων των Αγίων και της Θεοτόκου, την σην ειρήνην δος ημίν και ελέησον ημάς ως μόνος οικτίρμων.

Ἱερεὺς. 
Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Ἀμήν. 


ΠΗΓΗ: http://amartolon-sotiria.blogspot.gr/

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016

Παρακλητικός Κανόνας στον Άγιο Παντελεήμονα



Ο Ιερεύς:
Ευλογητὸς ο Θεὸς ημών, πάντοτε· νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.

Ο Χορός:

Αμήν. 

Ψαλμός ρμβ΄ (142) 

Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησίν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσον μου εν τη δικαιοσύνη σου. Και μη εισέλθης εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιοθήσεται ενώπιόν σου πας ζων. ’Οτι κατεδίωξεν ο εχθρός την ψυχήν μου. Εταπείνωσε εις γην την ζωήν μου. Εκάθισέ με εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνας, και ηκηδίασεν επ’ εμέ το πνεύμα μου, εν εμοί εταράχθη η καρδία μου. Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου, εν ποιήμασι των χειρών σου εμελέτων. Διεπέτασα προς σε τας χείρας μου, η ψυχή μου ως γη άνυδρός σοι. Ταχύ εισάκουσόν μου, Κύριε, εξέλιπε το πνεύμα μου. Μη αποστρέψης το πρόσωπόν σου απ’ εμού και ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκκον. Ακουστόν ποίησόν μοι το πρωί το έλεός σου, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου. Εξελού με εκ των εχθρών μου, Κύριε, πρός σε κατέφυγον, δίδαξόν με του ποιείν τό θέλημά σου, ότι συ ει ο Θεός μου. Το πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γη ευθεία, ένεκεν του ονόματός σου, Κύριε, ζήσεις με. Εν τη δικαιοσύνη σου εξάξεις εκ θλίψεως την ψυχήν μου, και εν τω ελέει σου εξολοθρεύσεις τους εχθρούς μου, και απολείς πάντας τους θλίβοντας την ψυχήν μου, ότι εγώ δούλος σου ειμί.


Και ευθύς το. 

Ήχος δ΄

Θεός Κύριος, και επέφανεν ημίν· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.

Στίχ. α΄ Ἐξομολογείσθε τω Κυρίῳ, και επικαλείσθε το όνομα το άγιον Αυτού. 

Θεός Κύριος, και επέφανεν ημίν· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.

Στίχ. β΄ Πάντα τα έθνη εκύκλωσαν με, και τώ ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς. 

Θεός Κύριος, και επέφανεν ημίν· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.

Στίχ. γ΄ Παρὰ Κυρίου εγένετο αύτη, και έστι θαυμαστὴ εν ὀφθαλμοίς ημών. 

Θεός Κύριος, και επέφανεν ημίν· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.


Είτα τα παρόντα Τροπάρια. 

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι. 

Ήχος πλ. δ΄«Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ»

Ως στρατιώτην του Χριστού γενναιότατον, και Αναργύρων Ιατρόν τον σοφώτατον, ανευφημούμεν άπαντες εκ βάθους ψυχής, πόθω εορτάζοντες, την αγίαν σου Μνημην, Παντελεήμων ένδοξε, και πιστώς σοι βοώμεν∙ τας νόσους πάντων ίασαι ημών, ταίς προς Χριστόν τον Θεόν, θερμαίς σου δεήσεσι.


Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Ου σιωπήσωμεν ποτε Θεοτόκε, τας δυναστείας σου λαλείν οι ανάξιοι. Ειμή γαρ συ προίστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερρύσατο, εκ τοσούτων κινδύνων; τις δε διεφύλαξεν, εως νυν ελευθέρους; ουκ αποστώμεν Δέσποινα εκ σού. Σους γαρ δούλους σώζεις αεί εκ παντοίων δεινών.


Ψαλμός ν΄ (50)

Ελέησον με, ο Θεός, κατά το μέγα ελεός σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου, εξάλειψον το ανόμημά μου. Επί πλείον πλύνον με από της ανομίας μου και από της αμαρτίας μου καθάρισόν με. Ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιόν μου έστι δια παντός. Σοι μόνω ήμαρτον και το πονηρόν ενώπιον σου εποίησα, όπως αν δικαιωθείς εν τοις λόγοις σου, και νικήσης εν τω κρίνεσθαί σε. Ιδοί γαρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου. Ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας, τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας σου εδήλωσάς μοι. Ραντιείς με υσσώπω και και καθαρισθήσομαι, πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην, αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινομένα. Απόστρεψον το πρόσωπόν σου από των αμαρτιών μου και πάσας τας ανομίας μου εξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός, και πνεύμα ευθές εγκαίνησον εν τοις εγκάτοις μου. Μη απορρίψης με από του προσώπου σου, και το πνεύμα σου το άγιον μη αντανέλης απ’ εμού. Απόδος μοι την αγαλλίασιν του σωτηρίου σου, και πνεύματι ηγεμονικώ στηριξόν με. Διδάξω ανόμους τας οδούς σου, και ασεβείς επί σε επιστρέψουσι. Ρύσαι με εξ αιμάτων ο Θεός, ο Θεός της σωτηρίας μου, αγαλλιάσεται η γλώσσα μου την δικαιοσύνην σου. Κύριε, τα χείλη μου ανοίξεις, και το στόμα μου αναγγελεί την αινεσίν Σου. Ότι ει ηθέλησας θυσίαν, έδωκα αν, ολοκαυτώματα ούκ ευδοκήσεις. Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινομένην ο Θεός ούκ εξουδενώσει. Αγάθυνον, Κύριε , εν τη ευδοκίαν σου την Σιώ, και οικοδομηθήτω τα τείχη Ιερουσαλήμ. Τότε ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, αναφοράν και ολοκαυτώματα. Τότε ανοίσουσιν επί το θυσιαστήριόν Σου μόσχους.

Είτα ψάλλομεν τον κανόνα.

Ωδή α΄ Ειρμός Ήχος πλ. δ΄ 

Υγράν διοδεύσας ωσεί ξηράν, και την αιγυπτίαν μοχθηρίαν διαφυγών, ο Ισραηλίτης ανεβόα, Τω Λυτρωτή και Θεώ ημών άσωμεν. 


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών. 


Πρό του Μαρτυρίου του σου , Σοφέ, ως περ, τον θανόντα , ανεζώωσας εν Χριστώ, ούτω νεκρωθέντας δήγματι αμαρτίας, ημάς ταίς σαίς πρεσβείαι πάντας ανάστησον.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.


Αφθόνως την χάριν παρά Θεού , λαβών ιαμάτων , τας ιάσεις πάσας Σοφέ, παρέχεις αφθόνους τοίς εν πίστει , Παντελεήμων προσιούσι τη Εικόνι σου.


Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι.


Νεκρωθείς τω Κόσμω και τον Χριστόν , ω Παντελεήμων , ενδυσάμενος εν χαρά, γέγονας δοχείον του Πνεύματος θεόφρον, τοίς πάσιν αναργύρως βραβεύων ίασιν.


Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Σταγόνα κατανύξεως τω οικτρώ, όμβρησόν μοι , Κόρη, αναστάλλουσα βλαβερόν, καύσωνα καρδίας μου Παρθένε, εξαίρουσα πάθη τα πολεμούτα με.


Ωδή γ΄ Ειρμός 

Ουρανίας αψίδος, οροφουργέ Κύριε, και της Εκκλησίας δομήτορ, συ με στερέωσον, εν τη αγάπη τη ση, των εφετών η ακρότης, των πιστών το στήριγμα, μόνε φιλάνθρωπε. 


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών. 


Τας νόσους θεράπευσον , Παντελεήμων , του δούλου σού , και την εμήν ,
ευχαίς σου καρδίαν , τη δυνάμει σου εύφρανον.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών. 


Ένδοξε, συ καύχημα, του προσιόντος σοι πέφυκας, συ Ιατρός, εμού τηκομένου ,
υπό νόσων και θλίψεων.


Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι.


Λαβών , ω Ανάργυρε, παρά Χριστού χάριν άφθονον, δούναι πιστοίς, ιάσεις των νόσων ,
τούτων συ με διάσωσον.


Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Έχεις εν αγκάλαις σου, τον Ποιητήν πάσης Κτίσεως∙ τούτον διό, δυσώπει ,
Παρθένε, εκ κινδύνων ρυσθήναί με.


Ωδή δ΄ Ειρμός

Εισακήκοα, Κύριε, της οικονομίας σου το μυστήριον, κατενόησα τα έργα σου, και εδόξασά σου την θεότητα.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.


Επί σε νύν κατέφυγον , ω Παντελεήμων θείε Ανάργυρε, μη παρίδης με τον άθλιον, αλλ ευχαίς σου θείαις διαφύλαξον.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.


Ηρεμίαν μοι δώρησε, Μάρτυς εν τω βίω και νόσων ίασιν, ταίς ενθέρμοις σου εντεύξεσι τω τη ση Εικόνι προσπελάζοντι.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι.


Μάρτυς ένδοξε πρόφθασον , και της αμαρτίας με κυματούμενον, δεινώ σάλω ταίς πρεσβαίαις σου, όρμον προς ακύμαντον οδήγησον.


Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Ράβδον θείαν ο ένδοξος, πάλαι Ησαΐας σε κατωνόμασεν, άνθος φέρουσαν τον Κύριον, Θεοτόκε Μήτερ Αειπάρθενε.

Ωδή δ΄ Ειρμός


Εισακήκοα, Κύριε, της οικονομίας σου το μυστήριον, κατενόησα τα έργα σου, και εδόξασά σου την θεότητα.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.


Όμβρησον μοι νύν , υετόν τον του ελέους σου, και της αμαρτίας μου τα οβρήματα,
Παντελεήμων , ταίς ευχαίς σου καταξήρανον.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.


Νύν αι δωρεαί, ως πηγαί Πιστοίς ιάσεων , ταίς λιταίς σου επιχέονται , Παντελεήμων, εκ Θεού τοίς προσιούσι σε.


Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι.


Απαντας ημας, πεπτωκότας εις τα χάσματα, της αμαρτίας τα βαθύτατα, ταίς προς Θεόν σου , πρεσβείαις έγειρον ’γιε.


Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Αχραντε ψυχής , της εμής τα αρρωστήματα, και του σώματος μου ίασαι, ταίς Μητρικαίς σου πρεσβείαις , Κόρη Πανάμωμε.


Ωδή στ΄ Ειρμός

Την δέησιν εκχεώ προς Κύριον, και αυτώ απαγγελώ μου τας θλίψεις, ότι κακών η ψυχή μου επλήσθη, και η ζωή μου τω Άδη προσήγγισε, και δέομαι ως Ιωνάς, Εκ φθοράς, ο Θεός με ανάγαγε. 


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.


Τα νάματα σου, Σοφέ, ως περ πηγή Σιλωάμ ποτέ, εκβλύζουσι τοίς Πιστοίς , παντοία ιάματα, παύων τα νοσήματα, των προσπελαζόντων , τη ση σκέπη , Παναοίδιμε.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.


Οι προσιόντες, Παντελεήμων Μακάριε, εν τω σεπτώ σου Ναώ, την ρώσιν λαμβάνουσι, και την απολύτρωσιν, πάντων των κινδύνων, και δεινών ταίς ικεσίαις σου.


Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι.


Νοός μου του ασθενούς, ως θησαυρός των ιάσεων , Παντελεήμων κλεινέ, αφθόνως την ίασιν , δώρησαιι του κάμνοντος, και οδυνωμένου , τη του Πνεύματος χάριτι.


Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Φιλάγαθε Μαριάμ, ταίς σαίς πρεσβείαις αγάθυνον, την ρυπαράν μου ψυχήν, και ρύσαι κολάσεως, και πάσης κακώσεως, σον θερμόν οικέτην , τον εκ πόθου ανυμνούντα σε.

Προς το Διάσωσον

Ανάργυρε Παντελεήμων , ταίς θείαις λιταίς σου, τα της ψυχής ημών πάθη θεράπευσον , και δώρησαι ίασιν τοίς νοσούσιν.


Θεοτοκίον.

Αχραντε Ευλογημένη Μαρία, ταίς ικεσίαις Παντελεήμονος του κλεινού διαφύλαξον , εκ νόσων τε και κινδύνων σούς δούλους.

Αίτησις και το Κοντάκιον.

Ήχος β΄

Θείον Ιατρόν εν γη πλουτούντές σε, Ανάργυρε, εν θερμοτάτη πίστη και ευσέβεια σου δεόμεθα∙ πάντα νοσούντα και καταπονούμενον , ταίς λιταίς σου διάσωσον , τας ρίζας των επωδύνων παθών , τη του Σωτήρος ισχύϊ εκτέμνων , και αναστέλλων τας χαλεπάς της αθυμίας επικλύσεις, Παντελεήμων Μάρτυς αξιάγαστε.


«Προκείμενον» 

Ήχος δ΄

Δίκαιος ως φοίνιξ ανθήσει , και ωσεί κέδρος η εν τω Λιβάνω πληθυνθήσεται.

Στίχος: Πεφυτευμένος εν τω Οίκω , εν ταίς αυλαίς του Θεού ημών εξανθήσουσιν.

Ο Ιερεύς: Και υπέρ του καταξιωθήναι... και τα λοιπά.

Ευαγγέλιον.

Τω καιρώ εκείνω ήλθε προς τον Ιησούν όχλος μαθητών αυτού, και πλήθος πολύ λαού, από πάσης της Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ και της παραλίου Τύρου και Σιδώνος, οι ήλθαν ακούσαι αυτού, και ιαθήναι από των νόσων αυτών, και οι οχλούμενοι υπό πνευμάτων ακαθάρτων και εθεραπεύοντο. Και πας ο όχλος εζήτει απτεσθαι αυτού∙ ότι δύναμις παρ αυτού εξήρχετο, και ιάτο πάντας. (Θ΄. 1-2) Συγκαλεσάμενος δε τους δώδεκα Μαθητάς αυτού έδωκεν αυτοίς δύναμιν και εξουσίαν επί πάντα τα δαιμόνια, και νόσους θεραπεύειν. Και απέστειλέν αυτούς κηρύσειν την βασιλείαν του Θεού, και ιάσθαι τους ασθενούντας. (Ι΄. 16-21). Και έλεγεν αυτοίς. Ο ακούν υμών , εμού ακούει∙ και ο αθετών υμάς, εμέ αθετεί∙ ο δε εμέ αθετών , αθετεί τον αποστείλαντά με. Υπέστρεψαν δε οι εβδομήκοντα μετά χαράς , λέγοντες. Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματί σου. Είπε δε αυτοίς. Εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα. Ιδού δίδωμι υμίν την εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίνων , και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού , και υμάς ου μη αδικήση. Πλήν εν τούτω μη χαίρετε, ότι τα πεύματα υμίν υποτάσσεται∙ χαίρετε δε μάλλον , ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοίς ουρανοίς. Εν αυτή τη ώρα ηγαλιάσατο τω Πνεύματι ο Ιησούς , και είπεν∙ Εξομολογούμαι σοι, Πάτερ, Κύριε του ουρανού και της γης, ότι απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών, και απεκάλλυψας αυτά νηπίοις∙ ναι, ο Πατήρ, ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθεν σου.

Ο Χορός: Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι. 

Ταίς του Αναργύρου πρεσβείες Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 
Θεοτοκίον. 

Ταις της Θεοτόκου πρεσβείες Ελεήμον, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων 

Στίχος: Ελέησον με, ο Θεός, κατά το μέγα Έλεός Σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου, εξάλειψον το ανόμημά μου. 

Ήχος πλ. β΄ «Όλην αποθέμενοι»

Δεύτε οι Ορθόδοξοι , πνευματικών ευρανθώμεν, δεύτε τον Ανάργυρον πάντες καταστέψωμεν θείοις άσμασι, προς αυτόν λέγοντες∙ ω Παντελεήμων , ιατρέ νοσούντων άριστε, λιμήν τε εύδιε, των χειμαζομένων τοίς πταίσμασι, προφθάσας δός την ίασιν , πάσι τοίς θερμώς σοι προστρέχουσι, και δεινών παντοίων , απάλλαξον ημάς ταίς σαίς ευχαίς, και ειρηναίαν κατάστασιν , τω Κόσμω πρυτάνευσον.

Ο Ιερεύς: Σώσον ο Θεὸς τον λαόν σου… 

Ωδή ζ΄ Ειρμός 

Οι εκ της Ιουδαίας, καταντήσαντες Παίδες εν Βαβυλώνι ποτέ, τη πίστει της Τριάδος, την φλόγα της καμίνου, κατεπάτησαν ψάλλοντες, Ο των Πατέρων ημών Θεός, ευλογητός ει. 

Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.

Θείαις , Ανάργυρε, ευχαίς σου, προς τον Κτίστην διάσωσον σον δούλον∙ συνταράσσει με γαρ, βυθός αμαρτημάτων , χειμάζει και κλυδώνιον , και φλογμός των παθημάτων.


Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.

Έφθασαν άπαντες εν πίστει, , εις λιμένα του θείου Αναργύρου, οι εν νόσοις δειναίς , ποντούμενοι βοώντες∙ ευχαίς σου , ω Ανάργυρε, την υγείαν ημίν δίδου.


Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι. 

Ίνα , Ανάργυρε, τιμώ σε, και δοξάζω τα ένδοξα σου άθλα, ασθενείας δεινάς, σον δούλον τυραννούσαν , ιάτρευσον και δώρησαι, την κατ άμφω υγείαν.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Έστησας ρύμην του θανάτου , τον αθάνατον Θεόν και Βασιλέα, ως τεκούσα Αγνή, ον πάντες ανυμνούμε, ευλογημένος λέγοντες, ο καρπός της σης κοιλίας.

Ωδή η΄ Ειρμός 

Τον Βασιλέα των ουρανών, ον υμνούσι στρατιαί των Αγγέλων, υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας. 

Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.

Όσοι εν πίστει, ειλικρινεί προσιούσι, τω Ναώ σου Παντελεήμων Μάρτυς, ψυχών και σωμάτων λάμβάνουσι την ρώσιν.

Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών. 

Ναός του θείου, επί γης Αναργύρου, ιατρείον πρόκειται τοις πάσι, παύων αυτών νόσους, ψυχών τε και σωμάτων.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι.

Σαίς προς τον Κτίστην, Παντελεήμων πρεσβείαις , τοίς τυφλοίς παρέχεις ιατρείαν ,και νοσούσοις πάσι την ποθητήν υγείαν.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Ικεσίαις, ταίς προς Θεόν σου, Παρθένε, των του βίου δυσχερών με συ σώσον, και τον σάλον παύσον ασθενειών παντοίων.

Ωδή θ΄ Ειρμός

Κυρίως Θεοτόκον, σε ομολογούμεν, οι δια σου σεσωσμένοι, Παρθένε αγνή, συν Ασωμάτοις χορείαις, σε μεγαλύνοντες.

Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.

Ευχαίς σου τας σειράς μου , των πτασμάτων λύσον, και το χειρόγραφον Μάρτυς, διάρρηξον, της αμαρτίας του σοι πιστώς προσπελάζοντος.

Άγιε του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών.

Βοηθείας χείρα, προφθάσας όρεξόν μοι, και αδοκήτων δεινών με απλάλλαξον, Παντελεήμων , ταίς θείαις όντως πρεσβείαις σου.

Δόξα Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι.

Ω Παντελεήμων , στήσον μου τον σάλον , των λογισμών και την λύπην κατάπαυσον , της ταλαιπώρου ψυχής μου , θείε θείε Ανάργυρε.

Και νυν και αει, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Θεοτοκίον. 

Μαρία , μη με δείξης, επίχαρμα δαιμόνων, εν τη της Κρίσεως ώρα, Πανάμωμε, αλλ ευμενώς τον Σωτήρα μου εξιλέωσαι.

Άξιον εστίν, ως αληθώς μακαρίζειν Σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών. Την τιμιωτέραν των Χερουβεὶμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, την αδιαφθόρως, Θεόν Λόγον τεκούσαν· την όντως Θεοτόκον, Σε μεγαλύνομεν. 

Μεγαλυνάρια.

Τους μετ’ ευλαβείας την ιεράν , εικόνα σου Μάρτυς, προσκυνούντας σαίς ιεραίς, προς Θεόν πρεσβείαις, σώζε δεινών παντοίων , Παντελεήμων θείε, Ιατρέ μέγιστε.

Δόξη , Αθλοφόρε, Μαρτυρική, παρεστώς τω θρόνω, του Παντάνακτος και Θεού, μέμνησο των πίστει, την Μνήμην σου τελούντων , Παντελεήμων θείε, Ιατρέ άμισθε.

Ως αστήρ ανέτειλας νοητός, άθλοις Μαρτυρίου, απαστράπτων και των παθών, την αχλύν διώκων, Παντελεήμων Μάρτυς, των επικαλουμένων σε μετά πίστεως.

Τους ανεφημούντας σε ευλαβώς, τους λαμπρούς αγώνας και τους άθλους , Μάρτυς Χριστού, την τε θείαν μνήμην , τελούντας ετησίως, Παντελεήμων Μάκαρ,
σώζε πρεσβείαις σου.

Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η Δωδεκάς,
οι Άγιοι Πάντες, μετά της Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εις τω σωθήναι ημάς.


Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς. (τρις) 

Δόξα Πατρὶ και Υιώ και Αγίῳ Πνεύματι.

Και νυν και αεὶ και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς. Κύριε ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών. Δέσποτα συγχώρησον τας ανομίας ημίν. Άγιε επίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών ένεκεν τού ονόματός Σου.

Κύριε ελέησον. (τρις) 

Δόξα Πατρὶ και Υιώ και Αγίῳ Πνεύματι.

Και νυν και αεὶ και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Πάτερ ημών ο εν τοίς ουρανοίς, αγιασθήτῳ το όνομά Σου, ελθέτῳ η Βασιλεία Σου, γεννηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επὶ της γης· τον άρτον ημών των επιούσιον δος ημίν σήμερον και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοίς οφειλέταις ημών· και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλὰ ρύσαι ημάς απὸ του πονηρού.

Ο Ιερεὺς: Ότι σου έστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα, του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος, νυν και ἀεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

«Απολυτίκον» 

Ηχος γ΄. 

Αθλοφόρε άγιε και ιαματικέ Παντελεήμων , πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ, ίνα πταισμάτων άφεσιν , παράσχη ταίς ψυχαίς ημών.

Ο Ιερεύς μνημονεύει των υπέρ ων η Παράκλησις.
Εις την Απόλυσιν ψάλλομεν τα παρόντα. 


Ήχος β΄ «Ότε εκ του ξύλου».

Χάριν συ παρέχεις τοίς Πιστοίς, αναργύρως Μάρτυς Παμμάκαρ, Παντελεήμων Σοφέ, και τη ικεσία σου διώκεις πνεύματα, και τυφλοίς την ανάβλεψιν, ένδοξε βραβεύεις, ως θεράπων γνήσιος, του Παντεπόπτου Χριστού∙ όθεν Ιατρέ Ορθοδόξων , πάντας τους πιστώς σε ανυμνούντας, ρύσαι εκ παντοίας περιστάσεως.


Ήχος πλ. δ΄

Δέσποινα, πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς, από πάσης ανάγκης και θλίψεως. 

Ήχος β΄

Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, 

φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.

Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον και σώσον ημάς.

Αμήν.